Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 3 Μαΐου 2025
Και μπαίνει μέσα ο Έχτορας στα χέρια του κρατώντας κοντάρι ως έντεκα πηχών, με το χαλκένιο στόκο π' άστραφτε ομπρός κι' ολόχρυσο τον έσφιγγε ζουνάρι. 320 Εκεί τον Πάρη πούσαχνε τον βρήκε την πανώρια μες στο γιατάκι αρματωσά, ασπίδα και τσαπράζα, και που στα χέρια το κυρτό δοκίμαζε δοξάρι. Δίπλα η Λενιό καθότανε με γύρω της τις σκλάβες κι' είχε σ' αργόχερα ακουστά στρωμένες τις αργάτρες.
Πρώτη φορά στη ζωή της δοκίμαζε ένα παράξενο συναίσθημα: την ανάγκη να κινηθεί, να κάνει κάτι για να βοηθήσει την οικογένεια. «Α!» είπε η ντόνα Έστερ και σηκώθηκε, διπλώνοντας το σάλι επάνω στο στήθος της, «πρέπει να έχουμε υπομονή και φρόνηση. Θα πάω στης Καλίνα και θα την παρακαλέσω να κάνει υπομονή.» «Εσύ, αδελφή μου; Εσύ στο σπίτι της τοκογλύφου; Εσύ, η ντόνα Έστερ Πιντόρ;»
Και ο Οδυσσέας και ο καλός βοσκός εις την καλύβα δειπνούσαν και πλησίον τους δειπνούσαν οι ποιμένες, και του φαγιού και τον πιοτού την όρεξι αφού σβύσαν, τότ' ο Οδυσσέας τον βοσκό δοκίμαζε ομιλώντας, 'ς το εξής αν θα τον αγαπά και θα του ειπή να μένη 305 αυτού 'ς την στάνη, ή θα του ειπή 'ς την πόλι να περάση•
Αυτά 'πε, και σηκώθη ορθός, και την πορφυρή χλαίνα και ομού το ξίφος κοφτερόν εγδύθη από τους ώμους. λάκκον πρώτ' έσκαψε μακρύν εις ταις αξίναις όλαις 120 έναν, και αυτού ταις έστησε και αράδιασε με στάφνη, και γύρω θύτησε την γη· και τον θαυμάζαν όλοι την τάξι πώς εγνώριζεν ενώ ποτέ δεν είδε. και ολόρθος 'ς το κατώφλιο δοκίμαζε το τόξο· τρεις το ελύγισε φοραίς με πόθο να το σύρη, 125 τρεις τον αφήκε η δύναμις, αλλ' όμως να τανύση το νεύρο και το σίδερο να διαπεράση εθάρρει· 'ς την τέταρτην, ως το 'συρνε μ' ανδρειά, το 'χε τανύσει, πλην την ορμή του εμπόδισε με νεύματ' ο Οδυσσέας. και πάλιν είπε η σεβαστή του Τηλεμάχου ανδρεία· 130 «Αχ! άνανδρος, αδύναμος, θα μείνω και κατόπι, ή νέος είμ' εγώ πολύ, και ακόμη δεν θαρρεύω 'ς τα χέρια μου, ν' αντισταθώ 'ς άνδρ' αν μ' υβρίση πρώτος. αλλ' όσοι με υπερβαίνετε 'ς την δύναμιν, αρχήστε του τόξου εδώ την δοκιμήν, ο αγώνας να τελειώση». 135
Αν δοκίμαζε να το κάμη μόνο έτσι για να πειράξη το Σβεν, αυτός έβαζε τη φωνή: — Όχι, να μην ακούση, δεν κάνει νακούση. Κ' η μαμά έσπρωχνε τον μπαμπά, ώστε ο μικρός μπορούσε να της πη στο αυτί ό,τι ήθελε. Και τότε θριάμβευε ο Σβεν. — Βλέπεις, έλεγε. Δεν κάνει να το ακούσης. Κ' έπειτα έφευγε κρατώντας το χέρι της μαμάς και περιγελούσε τον μπαμπά.
Ενώ ο Μιλέζος έβγαζε από ένα κουτί τους μακριούς σκούφους από μαύρο πανί και ο Έφις μετρούσε με ανοιχτή την παλάμη την περίμετρό τους, κάποιος άνοιξε την μικρή πόρτα που έβγαζε στην αυλή και στο βάθος, με φόντο γιρλάντες από αμπέλι, φάνηκε, καθισμένη επάνω σε μια μεγάλη πολυθρόνα, μια επιβλητική γυναίκα που έγνεθε ήρεμη σαν βασίλισσα του παλιού καιρού. «Να η πεθερά μου∙ ρώτησέ την να σου πει εάν αυτά τα σκουφιά δεν μου κοστίζουν εννιά πέζα», είπε ο Μιλέζος, ενώ ο Έφις δοκίμαζε ένα τραβώντας επάνω στο μέτωπό του το άνοιγμα του σκούφου και διπλώνοντας την κορυφή επάνω στο κεφάλι του. «Διάλεξες τον καλύτερο, δεν είσαι αφελής, όπως λένε!
Ναι, φοβούμαι πως μιλούσε μαζί τους γι' αγάπη και για γάμο, γιατί γνώριζε τη γλώσσα τους, όσο κανένας άλλος κ' ίσως ακόμα με τη δύναμη, που είχε η φαντασία της, είχε αρχίσει να αιστάνεται πως είναι πεθερά. Δεν ωφελούσε τίποτες ανίσως δοκίμαζε κανείς να πάρη την αγάπη του Σβεν από την αστεία όψη της.
Είπεν ο Αντίνοος, και αρεστός 'ς όλους εφάνη ο λόγος. σηκώθη πρώτος ο υιός του Οίνοπα, ο Λειώδης· ήταν ιερογνώστης των, και, 'ς τον λαμπρόν κρατήρα 145 σιμά, κάθιζε ανάμερα, και αυτός εμίσα μόνος τ' άνομα κ' έτρεφεν οργή προς όλους τους μνηστήραις. και τότε πρώτος έπιανε το τόξο και το βέλος· ολόρθος 'ς το κατώφλιο δοκίμαζε το τόξο, και δεν το ετάνυσεν, αλλά τραβώντας αποκάμαν 150 τ' απαλά χέρι' αγύμναστα, και των μνηστήρων είπε· «Δεν το τανύζω, αγαπητοί· τώρ' ας το λάβη και άλλος· ότι καρδίαν και ζωήν πολλών θα πάρη ανδρείων τούτο το τόξον, επειδή καλήτερον νομίζω τον θάνατον, ή ζωντανοί να στερηθούμε κείνο, 155 'που καρτερούμ' ολοκαιρίς εδώ συναθροισμένοι. τώρα 'ς τα βάθη της ψυχής κάποιος ελπίζει ακόμη να νυμφευθή την φρόνιμη γυναίκα του Οδυσσέα, αλλ' ότι κάμη δοκιμή του τόξου και γνωρίση, των Αχαιίδων γυναικών τότ' άλλην λαμπροφόραν 160 με δώρ' αυτός ας μνηστευθή, και ας πάρη αυτή τον άνδρα, οπού χαρίση πλειότερα και όποιον της στείλ' η μοίρα».
Μην κάθεσαι λοιπόν και μου ψιλορωτάς τον άνθρωπο, μόνον γιάνε τον πρώτα! Ο Κιαμήλης είναι καλός, πολύ καλός ο καϋμένος, εξηκολούθησεν ο αδελφός μου, και πολλαίς φοραίς άνοιξε μονάχος του να με πη το πώς αρρώστησε. Μα όσαις φοραίς το δοκίμαζε τότε τόνε ξανάπιανεν η θέρμη. Εδώ μας διέκοψεν εισελθούσα η μήτηρ μου μετά των ξένων της.
Προπάντων όμως έξοχος νεοπλατωνιστής. Τέτοιοι άνθρωποι δεν μπορούσανε να μην αφίνουν πάτημα και να μην ταράζουν το δρόμο του χριστιανισμού. Μα και κάτι μακρήτερα πήγαινε τότες ο Εθνισμός. Είχε το μάτι του στη δύναμη την πολιτική, και κάθε πλαγινό τρόπο δοκίμαζε γι' αυτό το σκοπό. Τέτοια δύναμη μέσα στο κράτος ο Ιουστινιανός δεν είταν άνθρωπος να την αφήση αχτύπητη και τη χτύπησε.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν