United States or Saint Martin ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η Φαραζάνα ακουόντας αυτά τα λόγια του Αράπη εγέλασεν υπέρ το μέτρον. Αυτή εστοχάζονταν πως εκείνος θα της ωμιλούσε με αυτόν τον τρόπον, διά να την κάνη να στέκη χαρούμενη· εσύ έβαλες τέτοιους στοχασμούς επάνω εις εμένα, του είπεν· είμαι ευχαριστημένη που το έμαθα· Θέλω κυττάξει να φυλαχθώ εναντίον εις έναν άνθρωπον τόσον κακοποιόν καθώς είσαι εσύ.

Ιδού εις ποίον τρόπον έστεκε γραμμένη εις τους ουρανούς η ελευθερία μας από εκείνον τον σκληρόν και άγριον άνθρωπον. Και ευθύς που ελευθερώθημεν από έναν τέτοιον κίνδυνον, εδοθήκαμεν εις μεγαλωτάτην χαράν και αγαλλίασιν. Όμως μας εκακοφάνη πολύ ο θάνατος του Ροκ, του οποίου είμασθεν υπόχρεοι της ζωής μας.

Κένταγε το ψηλό βουνό, το κλεφταγαπημένο, Κι’ έβανε αντάρα στην κορφή και καταχνιά στη ρίζα, Στη μέση τους Αρματωλούς και στα ψηλά τους Κλέφτες, Στα πλάγια γιδοπρόβατα με κύπρους, με κουδούνια, Κι’ ανάμεσα στα πρόβατα, κι’ ανάμεσα στα γίδια Κένταγεν άξιους πιστικούς και σκύλους και κουτάβια, Κι’ έναν καθάριον πιστικό σ’ ένα ψηλό κοτρώνι Να κάθεται και να λαλή γλυκόφωνη φλογέρα.

Ο βασιλεύς ακούοντας τους τοιούτους θρήνους, κινηθείς εις ευσπλαγχνίαν, επροχώρησε προς εκείνο το μέρος όπου ηκούετο η θρηνητική φωνή· και όταν επρόβαλεν εις την θύραν ενός μεγαλοπρεπούς θαλάμου είδεν έναν νέον επί θρόνου καθήμενον, ενδεδυμένον πολυτελώς, ευγενικόν εις την θεωρίαν, αλλ' είχε ζωγραφισμένην την λύπην εις το πρόσωπον με πολλήν σκυθρωπότητα.

Εμείς πράγματι τη γραφή την κάναμε έναν ωρισμένον τύπο εκθέσεως και την πήραμε για μια φόρμα δουλεμένου σχεδίου. Οι Έλληνες από το άλλο μέρος τη γραφή την θεωρούσαν απλώς σαν έναν τρόπο χρονογραφίας. Τη δοκιμή την έκαναν πάντα με τον προφορικό λόγο στις μουσικές και μετρικές σχέσεις του. Η φωνή ήταν το μέσον και ταυτί ο κριτικός.

Ένα πανηγύρι κάνανε στον ουρανό τα σμιγμένα χρώματα, σαν να καλούσανε όλες τις ψυχές στο γλυκό ξεφάντωμα. Ο Στρατής, με το κεφάλι σκυμμένο κάτω, δεν έβλεπε άλλο απ' το μουντό χώμα. Ένας λάκκος νεοσκαμμένος δίπλα σ' ένα περιβόλι τούφερε στα ρουθούνια μια μυρωδιά παράξενη απ' τα σπλάχνα της γης, που του φάνηκε γλυκειά σαν παρηγοριά και σαν κάλεσμα να πέση και να κοιμηθή έναν αξύπνητον ύπνο.

Πραγματεύεται τον έρωτα, το κάλλος και όλα τ’ ανάλογα ψυχικά συναισθήματα, αντικρούοντας και συμπληρώνοντας έναν σχετικό λόγο του Λυσίου κι αποδείχνοντας, ταυτόχρονα, πως η ρητορική μόνο με τη φιλοσοφία μπορεί ν’ αναχθή σε τέχνη. Μετάφρ. Κ. Γούναρη.

Και στων βοηθών το μέρος τρέχει με φοβερές φωνές, κι' οπλολαμποκοπώντας τους φάνη σαν Αχιλέας να πλάκωνε αντριωμένος. Και σ' όλους πήγε και φωτιά τους έβαλε, έναν έναν, 215 στο Μέδο και Θερσίλοχο, στο Μέστλη και στο Γλάφκο, στον Ιπποθό, Δεισήνορα, κι' Αστεροπιό, και Φόρκη, στο Χρόμιο τον παλικαρά, στον Έννομο το μάντη.

Μια κόρη, μέσα στις δεσποινίδες Μεμιδώφ, που ταξίδεψε, και κάπως άλλαξε τον αέρα της, και σα να πήρε μυρουδιά από έναν κόσμοπου η γυναίκα αντίθετα με την ιδέα που έχουμε για κείνη και οι φράγκοι και οι ανατολίτες―είναι τύπος μιας αξιοθαύμαστης ενέργειας, είναι σα να στέκεται στα καρφιά, μολονότι ανήμπορη κι' αυτή, μέσα στο ανατολίτικο εκείνο, όσο κι αν είναι ευρωπαϊκά πασαλειμμένο, χαρέμι.

Άγγιζα τη στιγμή της ευδαιμονίας μου, όταν μια γριά μαρκησία, που ήτανε πρώτα ερωμένη του πρίγκηπά μου, τον προσκάλεσε σπίτι της να του προσφέρη σοκολάτα· πέθανε σε λιγώτερο από δυο ώρες με τρομαχτικούς σπασμούς. Αλλά τούτο είναι μηδαμινό. Η μητέρα μου πάνω στην απελπισία της και λιγώτερο λυπημένη από μένα, θέλησε ν' απομακρυνθή για λίγον καιρό από έναν τόπο έτσι καταραμένο.