Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 6 Μαΐου 2025


Γιόμισε τ' ακρογιάλι εκεί μπροστά στα πλοία λόχους παντού, κι' ορμούσαν οι στρατοί με ξεκουφάστρα αντάρα.

Και πήρε διο του τροχιστώ γερά κοντάρια μ' άκρες χαλκένιες, π' ως στον ουρανό ψηλά λαμποκοπούσαν. 45 Και μπουμπουνίσανε οι θεές, η Αθηνά κι' η Ήρα, τιμώντας της πολύχρυσης το βασιλιά Μυκήνας. Τότες παράγγειλε ο καθείς στον αμαξά του, τ' άτια ναν τους βαστούνε εκεί ήσυχα με τάξη στο χαντάκι, κι οι ίδιοι ομπρός ροβόλησαν με τ' άρματα οπλισμένοι πεζοί· κι' ακούστηκε άσβυστη με την αβγή η αντάρα. 50

Ωστόσο ο Έχτορας βαστάει στο Ζερβοπόρτι τ' άτια 712 κι' εκεί λογάριαζε αν ξανά θα τρέξει στην αντάρα. να πολεμήσει, ή το στρατό θα κλείσει μες στο κάστρο.

Μα άξαφνα αντάρα ακούστηκε κι' αχός στο καστροπόρτι 573 που τους χτυπούσαν τα πυργιά.

Μα τώρα αφτά ας κουρέβουνται· γραφτό 'ταν να μη μείνει 60 πάντα η καρδιά μου αμέρωτη, κι' εγώ δα πούπε ο νους μου πως πριν δεν πάβω το θυμό πριν καταντήσει πρώτα ως στα καράβια αφτά μου εδώ η μάχη κι' η αντάρα.

Λέγε άλλων καύχησες και μη μου τις ζηλεύης. ΧΟΡΟΣ Εύχομαι σε καλό να βγούν, ω πρόμαχοι των εστιών μας, και κείνοι ας βλαστημούν° κι όπως περήφανα καυχιούνται με μανιωμένα φρένα, έτσ’ ας τους δη κι ο Δίας ο εκδικητής με βλέμματα ωργισμένα. ΑΓΓΕΛΟΣ Τέταρτος τις γειτονικές κρατόντας πύλες της Όγκας Αθηνάς, με αντάρα στέκει εμπρός των του Ιππομέδοντα η κορμοστασιά η μεγάλη.

Εκεί είδε τους διο Αίιδες τους μαχολιμασμένους 335 πούστεκανκαι τον Τέφκρο εκεί π' ότι ήρθε οχ την καλύβακοντά· μα πού να φώναζε και ν' ακουστεί η φωνή του! τόση βουή είταν, κι' έφτανε στον ουρανό η αντάρα, καθώς βαρούσαν άπαφτα ασπίδες κράνα πόρτες· τι όρμησαν σ' όλα τα πορτιά, κι' ομπρός τους πλήθος Τρώες 340 ναν τις γκρεμίσουν πάσκιζαν με ζόρι και να μπούνε.

Χειμώνα, καλοκαίρι, ως τόσο δεν θα ξαποστάσω μια φορά κ' εγώ! Καλότυχοι είνε ο καπετάν-Φραγκούλης ο Γιαλόξυλος, ο καπετάν- Θανασός ο Ζευγαρωμένος, ο καπετάν-Γιαννάκος ο Έρωτας! Άμα μισάη ο Τρυγητής ο μήνας, έρχονται και δένουν τα καραβάκια τους από την Κολώναν της πιάτσας και τραβούν φαΐ και ύπνο που πάει αντάρα και καπνός! Ήτο περί την εσπερινήν αμφιλύκην, είχεν αρχίσει να νυκτώνη.

Βρήκες άνθρωπο να μη τους μυρίζεται τους . . . Έπειτα, με φωνή σοβαρώτερη και τρεμουλιαστήΝα πας, σου λέω, να τον ξεπαστρέψης. Όρκο τόκαμα, άλλο δεν έχει. Τον ήξερε ο Μιχάλης το Δημήτρη, πως δε χωράτευε. Άρχιζε και μαζευότανε στη ψυχή του θεοσκότεινη αντάρα.

Είπε και φεύγει ο γέρος. Όσο να ισκιώσουν τα νερά κι' όσο να γείρη ο Ήλιος Απ' όξω απ' το παλάτι του αλαλαγμός κι' αντάρα.

Λέξη Της Ημέρας

παρεμορφώθη

Άλλοι Ψάχνουν