United States or Bosnia and Herzegovina ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μαζί του αγωνίστηκε το μεγάλο αγώνα του λυτρωμού, και μαζί του απόλαψε τη χαρά και τη δόξα που φέρνει πάντα η νίκη. Φυσικά όμως δεν έμενε κ' ευχαριστημένη από το αποτέλεσμα. Θες από τον άντρα, θες από τα παιδιά της επερίμενε τον τελειωτικό θρίαμβο. Και τον περίμενε ανυπόμονα. Πάντα όμως δεν έδινε τόση βάση στα λόγια του μικρού. Η παιδιάτικη υπόσχεσή του την συγκινούσε, αλλά δεν την έπειθε.

Μου επιτέθηκε και ήθελε να με σκοτώσει.» «Να σας σκοτώσει; Για το τίποτα; Αχ, αυτός ο άνθρωπος και οι θείες μου κάνουν τόση φασαρία για μικροπράγματα, ενώ εκεί πέρα υπάρχει κόσμος που κάνει χρέη εκατομμυρίων και κανείς δεν το ξέρειΤη γριά όμως δεν την ένοιαζε καθόλου ο κόσμος εκεί πέρα. «Αναγκάστηκα να πάρω το λοστό για να τον εμποδίσω!

Εκεί απάνω απάγγειλε και δυο τρία ρητά. — Στου Δημήτρη, στου Δημήτρη να πρωτοπάς, γέροντα, είταν τα πρώτα λόγια που μπόρεσε και ξεστόμισε ο Μιχάλης ύστερ' από τόση αμιλησιά. — Στου Δημήτρη. — Και σφούγγιζε τα βρεμένα του μάτια. Ξεκίνησαν αμέσως κ' οι τρεις τους. Τα δυο ταξαδέρφια κατά τα λιόδεντρα, ο Πάτερ Χαράλαμπος προς του Δημήτρη το σπίτι.

Χι, χι, χι, χι, χι. ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Λύσσα με πιάνει. ΝΙΚΟΛΕΤΑ Σας το ζητώ για χάρι, κύριε, σας παρακαλώ, αφήστε με γελάσω. Χι, χι, χι. ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Θα σε πιάσω... ΝΙΚΟΛΕΤΑ Μα, κύριε, θα σκάσω αν κρατηθώ. Χι, χι, χι. ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Μα ξανάγινε άλλο τέτοιο εξωλέστατο υποκείμενο, να γελάη μπροστά μου με τόση αυθάδεια, αντί να περιμένη τας διαταγάς μου; ΝΙΚΟΛΕΤΑ Τι θέλετε να κάνω, κύριε;

Εβόλεψα τους δικούς μου σ' ένα μικρό ξενοδοχείο κ' έτρεξα να εύρω το βουλευτή. Ύστερα από την τόση αγάπη της Σύρας επερίμενα πως θα με φιλήση. Μα εις την Αθήνα είχε γίνη σοβαρός. Μου είπεν ότι «η θέσις των υπουργικών βουλευτών είνε δύσκολος διά το πλήθος των απαιτήσεων», θα προσπαθήση όμως να μου εύρη μίαν μικράν θέσιν καί να περάσω μετά οκτώ μέρες.

Ταυτόχρονα όμως είδα πως η ιδέα αυτή γέμιζε τη γυναίκα μου με τόση μαγεία, ώστε δεν μπορούσα να πω όχι. Γι' αυτό είπα ναι και την έσφιξα στο στήθος μου για να κρύψω τη δυσθυμία μου. Όταν όμως γυρίζαμε στο σπίτι, σ' όλην την ύπαρξη της Έλσας είτανε χυμένο κάτι σα λάμψη νεανική. Δεν είχε νοήσει τίποτε από κείνο που αιστανόμουνα πραγματικά.

Νομίζω, πως ένας δημοκράτης πρέπει να βρίσκη ευχαρίστηση στα περισσότερα απ' αυτά τα έργα, τα γραμμένα με τόση ελευθερία. — Ναι, απάντησε ο Ποκοκουράντης, είναι καλό να γράφη κανείς ό,τι σκέπτεται: αυτό είναι το προνόμιο του ανθρώπου.

Σε ταύτα ο Φουσκομάγουλος τον Ποντικό θωρόντας, Με την μιαν άκρα του ματιού πικρά χαμογελόντας, Θιαμαίνομαι, κυρ Ποντικέ, του λέει, την αφεντιά σου, Παραμεγάλον έπαινο να κάνης της κοιλιάς σου. 130 Μη δα θαρρείς μας άφηκε και εμάς η πλούσια φύση Σε τόση καταφρόνεσιν απ' όλη πλιο τη χτίση; Μη παντηχαίνεις ακριβή την τύχη τη δική μας Σε όσα μας χρειάζονται διά την αναπαψί μας· Κι' εμείς πολλά καλά 'χομε, αν μας καλοξετάξης, 135 Και στα νερά και στης στεριαίς οπού να τα θιαμάξης.

Δεν πιστεύω ποτέ ουδ' εις τάριστα των ευρωπαϊκών σατυρικών περιοδικών να έγεινε τόση σπατάλη πνεύματος και δη πνεύματος τοιαύτης ποιότητος· πνεύματος όπερ μεταπηδά από των «gaminerie» ενός μποέμ, εις την λεπτήν ειρωνείαν Άγγλου χιουμουριστού, διά να εξαρθή τέλος εις την βαθείαν πολιτοκοινωνικήν σάτυραν ενός Λουκιανού, ενός Σουίτ, ενός Σαμφώρ. Εξηγούμαι διά παραδειγμάτων.

Είχα δει βράχους γυμνούς να υψώνουνται απάνω από το κύμα, που έσπαζε στα πόδια τους, κ' αιστάνθηκα να ξυπνά μέσα μου η παράξενη θύμηση μιας μεγάλης τρικυμίας, που χτυπούσε με σωρούς άμμο το ευαίσθητο παιδικό πρόσωπό μου. Είναι παράξενο πώς κρατεί κανείς τόσον καιρό μια τέτοια θύμηση κι ακόμα πιο παράξενο πώς μπορεί αυτή κ' ενεργεί με τόση δύναμη μες την ψυχή μας.