Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 11 Μαΐου 2025


Να σηκώσω την κουρτίνα και να περάσω από πίσω! αυτό είναι όλο: Και γιατί να διστάζω και να φοβούμαι; Γιατί δεν ξέρει κανείς τι θα βρη από πίσω και γιατί δεν ξαναγυρίζει: Και ακόμη, επειδή είναι ιδιότης του πνεύματός μας, να υποθέτωμε το χάος και το σκότος εκεί που δεν γνωρίζομε τίποτε βέβαιο

Ο πατέρας μου, επειδή εγνώριζε ότι αγαπούσα αυτή τη γυναίκα, μ' έκλεισε μέσα και διέταξε τον θυρωρόν να μη μου ανοίξη την πόρτα. Εγώ όμως, επειδή δεν υπέφερα να περάσω την νύκτα χωρίς αυτήν, διέταξα τον δούλον μας Δρόμωνα, να μου κάμη πλάτες για ν' ανέβω στον τοίχο της αυλής εις το μέρος που είνε χαμηλώτερος.

Μα αλλοίμονον εις εμέ! μακάρι να είχε κάμει η τύχη μου να με ήθελεν αφήση να περάσω και το επίλοιπον της ζωής μου εις εκείνην την κατάστασιν! μα όχι, ηθέλησε πάλιν να με κατατρέξη, και να κάμη να πληρωθή εκείνο που είνε γραπτόν· και από αυτό βλέπω πώς είνε αδύνατον να φύγη τες δυστυχίες, που είνε προμελετημένες διά τινά να του έλθουν, και δεν είνε κανένα όφελος να παραπονεθή.

Μ' ένα λόγο· εγώ σ' ολίγο, Μάνα μου, αποδώ αν δε φύγω Σ' άλλο μέρος να περάσω, Τη ζωή μπορώ να χάσω. Ναι, του λέει εκείνη, τώρα, Να μισέψομαι στην ώρα. Τέτιος τόπος δεν αχρήζει, Την υγιά σου σαν εγγίζει. Λόγος, κι' έργο· την παλιά τους Απαριάζουν κατοικιά τους, Δίχως να χασομερήσουν Μια στιμή, ν' αναχωρήσουν.

Κάποιος μ' επήρε κατά λάθος και είπε: «Θα την περάσω εις τα σκοτεινά» Κ αι με επέρασε την νύκτα εις άλλον, ο οποίος την ημέραν με ύβριζε: «Δεν είναι καλή, έλεγε, Να την ξεφορτωθώ μίαν ώραν αρχύτεραΉτο γενική κατακραυγή εναντίον μου, και έτρεμα εις τα δάκτυλα τα οποία με εκρατούσαν, οπότε επρόκειτο να περάσω διά νόμισμα του τόπου όπου ευρισκόμην, η πτωχή!

Την άλλην, η οποία είνε ομαλή και δεν έχει καμμίαν τραχύτητα, την είδα μακρόθεν χωρίς να περάσω εξ αυτής• διότι ήμουν νέος και δεν διέκρινα το καλλίτερον, αλλ' ενόμιζα ότι ο ποιητής εκείνος, ο οποίος λέγει ότι εκ των κόπων φύονται να αγαθά έλεγε την αλήθειαν.

Κι όλοι γύρω γελούν σα διαβαίνω και με σπρώχνουν παντού όπου ρωτώ, με θωρούνε γυμνό, πεινασμένο, ξένο, αλήτη με λεν, περιττό. Και βρισμένος, διωγμένος, πιο πέρα λαχταρώντας το τρέχω ολημέρα. Και η ψυχή πάντα μέσα μου λιώνει, άλλο πια δε βαστά το κορμί να γυρεύη όπου φτάνει όπου σώνει το ψωμί, το γλυκό το ψωμί. Αχ, ως ήρθα απ τη γη θα περάσω τον καημό του χωρίς να χορτάσω.

Μας χάλασε η επανάσταση, του είπαν οι χωριανοί. — Τι λέτε; Αλήθεια;... Ας είναι. Μου τα λέτε ύστερα..... «Δε μου έκανε η καρδιά να χτυπήσω κανενός θύρα κι' αποφάσισα να περάσω όλη την νύχτα στο δρόμο, κι' άμα φέξη να ιδώ μια φορά με τα μάτια μου το χώμα που πέρασα τα παιδιακάτα μου κι' ύστερα να φύγω, να φύγω, κι' εγώ να μην ξέρω πού να πάγω.

Ο τέταρτος είπε: — Είμαι βασιλιάς των Πολάκων· η τύχη του πολέμου μου στέρησε τις κληρονομικές μου χώρες κι' ο πατέρας μου έπαθε το ίδιο· αφήνομαι στη Θεία Πρόνοια, όπως ο Σουλτάνος Αχμέτ, ο αυτοκράτορας Ιβάν κι' ο βασιλιάς Κάρολος Εδουάρδος, στους οποίους άμποτε ο Θεός να δίνει χρόνια πολλά· κ' ήρθα να περάσω τα Καρναβάλια στη Βενετία.

Κι' όμως την λύπη υπέφερε, αν κ' έμεινε μονάχος και γέρος με άσπρα πια μαλλιά σκυμμένος απ' τα χρόνια. ΑΔΜΗΤΟΣ Ω σπίτι μου, την θύρα σου πως να περάσω τώρα; πως θα τους δω τους τοίχους σου, πούχουν αλλάξει τώρα. Αλλοίμονο. Τι διαφορά! Με πεύκα του Πηλίου και με τραγούδια άλλοτε του γάμου μου εμπήκα κρατώντας μέσ' στα χέρια μου το αγαπημένο χέρι της νύφης.

Λέξη Της Ημέρας

παρεμορφώθη

Άλλοι Ψάχνουν