United States or New Caledonia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Επομένως το πρέπον είναι σχετικόν με αυτό και με τα μέσα και με το πράγμα εις το οποίον περιστρέφεται. Όστις δε εξοδεύει όσον αξίζει εις μικρά ή εις μέτρια δεν λέγεται μεγολοπρεπής, καθώς λέγει η ομηρική φράσις «ολίγο δίδω στον πτωχό» , αλλά όστις κάμνει το ίδιον εις μεγάλα. Διότι ο μεν μεγαλοπρεπής είναι ελευθέριος, ο ελευθέριος όμως δεν είναι συγχρόνως και μεγαλοπρεπής.

ΑΜΛΕΤΟΣ Τι ώρα είναι; ΟΡΑΤΙΟΣ Ολίγο από την δωδεκάτην, νομίζω, λείπει. ΜΑΡΚΕΛΛΟΣ Σφάλλεις· είναι βαρημένη. ΟΡΑΤΙΟΣ Λέγεις; δεν τ' άκουσα· λοιπόν σιμόν' η ώρα που να περιπατή το πνεύμα εσυνηθούσε. Τι δηλοί τούτο, Κύριέ μου;

ΠΡΟΣΠ. Προβατείτε, ακολουθάτε·πάψε να μιλής γι' αυτόν. Έν' άλλο μέρος του νησιού. Μπαίνουν, ο ΑΛΟΝΤΖΟΣ, ο ΣΕΒΑΣΤΙΑΝΟΣ, ο ΑΝΤΩΝΙΟΣ, ο ΓΟΝΖΑΛΟΣ, ο ΑΔΡΙΑΝΟΣ, ο ΦΡΑΓΚΙΣΚΟΣ, και άλλοι. ΑΛΟΝΖ. Πάψε παρακαλώ σε. ΣΕΒΑΣΤ. Του αρέσει η παρηγοριά ωσάν το κρύο ζουμί. ΑΝΤΩΝ. Ο ιατρός μας δεν χάνει τόσο εύκολα την ελπίδα. ΣΕΒΑΣΤ. Τήραξε, ολοένα σηκώνει τωρολόι του μυαλού του· σ' ολίγο βαρεί. ΓΟΝΖ. Κύριε, —

Και όμως Μια 'πιθυμία μ' έλαβε, Να πάω να κυτάξω Τι είναι. Πώς να καταβώ; . . . Θα πέσω . . . Να πετάξω; . . . Κομμάτια ήθελα γενώ 'Στόν πάτο . . Ω! τι τρόμος! . . . Και ήθελα να κατεβώ, Και ήθελα να φύγω. Ο φόβος μου μ' εκράταε. Με σπρώχν' η 'πιθυμία. Και τέλος κάμνω απόφασι, Κάμνω δοκιμασία Να καταβώ· παρεμπρός Προυχώρησα ολίγο.

Σαν βγαίνει τ' άστρο της βραδειάς, παίρνει της ράχαις δίπλα Και σταίνει βίγλαιςτα βουνά και κυνηγάει αγρίμια. Έστησ' εμένα ξώβεργες τα νειάτα τ' ανθηρά του. Πέφτουνταις βίγλαις του τυφλά του κυνηγιού τ' αγρίμια, Έπεσε καιτα βρόχια του ανύποπτ' η καρδιά μου. Αχ! νάταν τρόπος να τον 'βρώ καμμιά βραδειάτα πλάια, Και να μπορούσα η δύστυχη να τον 'μιλήσω ολίγο! . . . .

Μον έχει ιδίωμα κακό Να μη φυλάγη μυστικό, Και όσο θέλεις, ημπορείς, Πικρά να τον κατηγορής Και καταμόνας και κοινά Με δίκιο του παντοτινά. Μόν' αν ολίγο δε βιαστής, Θελήσεις να συλλογιστής, Πληροφοριέσαι καθαρά, Πως παίρει μέτρα σφαλερά. Μηδέ το κάνει απ' αφορμή Να βλάψη άλλου την τιμή.

ΗΘΟΠΟΙΟΣ ΒΑΣΙΛΕΑΣ Πιστεύ' ότι στοχάζεσαι κείνα οπού λέγεις τώρα, αλλ' ό,τι αποφασίζομε συχνά τ' αλλάζ' η ώρα· η γνώμητο μνημονικόν είναι υποδουλωμένη, με ορμήν γεννάται, αλλ' η ζωήαυτήν ολίγο μένει. Είν' ως ο άγουρος καρπόςτο δένδρο κολλημένος, 'πού κάτω πέφτει ατίνακτος ως είναι ωριμασμένος. Χρέος, 'πού μόνον εις εμάς τους ίδιους χρεωστούμε, νοείται πόσο αδιάφορα συχνά το λησμονούμε.

Δεν υπόσκονταν σ' εσένα Κέρδος, διάφορο κανένα, Δεν την πρόβανες σ' εμάς. Μ Υ θ Ο Σ Δ. Γ ά τ ο ς κ α ι Κ α θ ρ έ φ τ η ς Ω Φιλοσόφοι σοβαροί, 295 Οπού με γνώμη σταθερή Ξοδεύετε παντοτινά Χρόνια ζωής προσωρινά, Για να ξηγάτε τολμηροί, Όσα ο νους σας δε χωρεί· 300 Καταδεχτήτε ολίγο τι Προσεχτικό να βάλτε αυτί Σε Γάτου φέρσιμο και νου, Σοφού σωστά αληθινού.

Κα ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Κυττάξτε τη δουλειά σας, σας παρακαλώ. ΔΟΡΙΜΕΝΗ Είναι μεγάλη τύχη και δεν πρέπει να την διώξετε. Κα ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Σας παρακαλώ και σας, κυρία μου, να μην ανακατεύεσθε στις ξένες έννοιες. ΔΟΡΑΝΤ Η αγάπη που έχομε σε σας μας κάνει να φροντίζωμε για το καλό σας. Κα ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Πολύ ολίγο με μέλει για την αγάπη σας. ΔΟΡΑΝΤ Και όμως η κόρη σας συναινεί στη θέλησι του πατέρα της.

Πριν όμως προχωρήσωμεν, θέλω να πω ακόμα μερικά για τον καλόγερο προς συμπλήρωμα του χαρακτήρος του. Θα είταν άδικο να λείψουν αυτά από την όλην εικόνα, γιατί ζωγραφίζουνε ακόμα καλλίτερα, ακόμα πληρέστερα και τους δυο· και τον πονηρό Συνέσιο και τον αγαθόν Άνθιμο. Στο ισχνό και ολίγο κυρτωμένο σαρκίον του καλόγερου, ήταν μία μεγάλη ψυχή και μία διαμαντένια, ακλόνητη θέλησι.