Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 1 Ιουνίου 2025


Να μ' ελεήσης, φίλε, μ' ολίγο μερτικό Από την εισοδιά σου προς ώρας δανεικό. Κι' ερχάμενος ο θέρος, χωρίς να ζημιωθής, Σου δίνω και κεφάλι και κάματον ευθύς. Πολύ καλα, αποκρίθη, μόν δεν παρανογώ, Γιατί να μη φροντίσης, ως έκαμα κι' εγώ. Γιατί, κυρ Μυρμηγκά μου, δεν άδιασα στιμή Από το λάλημά μου, κι αυτή είναι η αφορμή.

Θα επροτιμούσα να το ανταλλάξωμε με ολίγο κουνέλι. Εις τα άκρα της τραπέζης διέκρινα πιάτα με κουνέλια, τα οποία μου εφάνησαν καμωμένα κατά τον γαλλικόν τρόπον, φαγητόν το οποίον σας συνιστώ ιδιαιτέρως. — Πέτρε, εφώναξεν ο αμφιτρύων μου, πάρε το πιάτο του κυρίου και σερβίρισέ του μίαν καλήν μερίδα κουνελιού-γάτου. — Τι, είπατε! Ηρώτησα. — Κουνελιού-γάτου. Μου απήντησε.

Από την ώρα που με το πέσιμό της μου κόπηκε ξαφνικά το τρυφερό τραγούδι στη μέση, δεν ξαναμούρθε ευθυμία. Μια σκυθρωπάδα μ' εβάρυνε, τρανή σαν τον Πίνδο που θ' ανεβαίναμε σ' ολίγο. Ούτε τραγούδι πλια από τότες, ούτε γέλοιο, ούτε ζωηρό λόγο, ούτε μιλιά.

Κρατήσου απόψε· την εγκράτειαν αυτό θα σου ευκολύνη ολίγο την δεύτερην φοράν, καλήτερατην τρίτην· ότι το μάθημα ημπορεί και το καλούπι της φύσεως ν' αλλάξη και να κυριεύση τον διάβολον, ή ακόμη να τον αποδιώξη μ' ενέργειαν θαυμαστήν. Πάλιν καλή σου νύκτα· και όταν να ήσ' ευλογημένη επιθυμήσης, να μ' ευλογήσης θα ζητήσω. — Και ως προς τούτον

Στη στράτα που γυρίζαμε, δεν είχε νυκτώσει ακόμα πολύ, και βλέπω ένα μικρό κομπόδεμα χάμου. Σκύφτω, το μαζεύω, τ' ανοίγω και βλέπω που είχε μέσα τρία σβάντζικα. Η φαμίλια η Πλακιώτικη, που μας είχε φιλέψει το κρασί, μία γυναίκα με τον άνδρα της και με δυο παιδιά, είχαν ξεκινήσει κ' εκείνοι πεζοί ολίγο μπροστά από μας, κ' είχαν προπεράσει ως μία τουφεκιά τόπο.

Ως κι' ο αγέρας, που ανασταίνω, Και κακό απ' αυτόν παθαίνω, 440 Στα πλεμόνια μου ανημπόρια Προξενάει με στενοχώρια. Μ' ένα λόγο· εγώ σ' ολίγο, Μάνα μου, αποδώ αν δε φύγω Σ' άλλο μέρος να περάσω, 445 Τη ζωή μπορώ να χάσω. Ναι, του λέει εκείνη, τώρα, Να μισέψομε στην ώρα.

Την αγαπώ με όλην μου την ψυχήν! Ο Κ. Πλατέας ήκουσε την εξομολόγησιν με αόριστόν τι αίσθημα ηθικής στενοχωρίας. Ελυπείτο βλέπων την βαθείαν συγκίνησίν του φίλου του, τον εζήλευεν ίσως ολίγο διά το προξενούν την ταραχήν του αίσθημα, ηπόρει πώς δεν του εξεμυστηρεύθη προ της σήμερον τον έρωτά του, ηγανάκτει δε κατά του εαυτού του πώς να μη τον εννοήση και άνευ της εξομολογήσεως.

Εις το Κακόρεμα τας εύρεν η νυξ, οπόθεν διερχόμεναι, είδον ονάριον φορτωμένον, και τον γέρω- Μπαρέκον, οδηγούντα αυτό εκ των όπισθεν, όστις χωρίς πάλιν να ερωτηθή είπεν: — Ολίγο άλεσμα πήρα από τον μύλο! Ο πονηρός ποιμήν δύο εργασίας έκαμεν εκείνην την ημέραν.

Στη περίστασι εκείνης της ώρας Ο τρανός λαλητής μαζομένος, Νηστικός σε μιαν άκρα μουλλόνει. Κι' οχ την πείνα βαριά κιντυνεύει. Στη μεγάλη του αυτή στενοχώρια Στο Μυρμήγκι βιασμένος προστρέχει· Δείξου, φίλε, του λέγει, ευεργέτης Προς εμένα με μια καλοσύνη. Ανεπάντεχα κρύα μ' επήραν· Δεν ποτάζω, σπειρί να πορέψω. Πρόφτασέ με μ' ολίγο μειράδι Δανεικό οχ την πλούσια εισοδιά σου.

Και τότε, τότε άρχισα βαρειά να βλασφημώ, τότε εκύτταξα καλά πώς είχα καταντήσει, και παρ' ολίγο θάπεφτα εκεί 'στον ποταμό, αν σκέψις μια δεν 'πρόφθανε να με αναχαιτίση.

Λέξη Της Ημέρας

συνέπειαι

Άλλοι Ψάχνουν