United States or Azerbaijan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και από ψηλά τα φανάρια της γραμμής έχυναν το χρωματιστό φως τους σιωπηλά, έκπληκτα θαρρείς για το πικρό δράμα. Μέσα στη σύγχισι εγώ δεν ξεύρω πώς ευρέθηκα στην πλώρη. Σκύφτω, τι να ιδώ; Όλη η δεξιά μάσκα φαγωμένη και το κύμα άγριο εχυνόταν στο αμπάρι κ' αισθάνομαι το κατάστρωμα να φεύγη από τα πόδια μου. Δεν χάνω καιρό, πηδάω στο μπάρκο. — Παιδιά, εδώ! φωνάζω.

Τα φιλιά της ήσαν λιγώτερα, αλλά και διαρκέστερα κιόλα στο στόμα. Μου φάνηκαν ότι κέκαιγαν κ' αισθάνθηκα ότι τα μάγουλά μου άναψαν. Το Βαγγελιό γύρισε κείπε στη μητέρα μου γελαστή: — Εδά που μάκρυνε και μπορώ να τονε φτάνω, δίχως να σκύφτω, δεν κάνει μπλειο να τονε φιλιώ. Η μάνα μου δεν είπε τίποτε, ούτε και γέλασε.

Και σκύφτω και τα μαζώνω ένα ένα. Κι απάνω στο ένα, τη διάβασα τη λέξη «αγάπη μου». Και το γράψιμο το γνωρίζω. Κομματάκια, κομματάκια. Το ένα το κομματάκι μόνο γραμμένο, κάτασπρα καμιά δεκαριά, γιατί τα μάβρα τάρριξε στη φωτιά, μην τύχη και ταρπάξη το μάτι μου, και καταλάβω! Την προσμένω νάρθη, να διούμε τι θα μου πη. Όλεθρος και χαμός! Κομματάκια, κομματάκια. Ναι! κουρέλλια την κάμαμε τη ζωή μας·

Στη στράτα που γυρίζαμε, δεν είχε νυκτώσει ακόμα πολύ, και βλέπω ένα μικρό κομπόδεμα χάμου. Σκύφτω, το μαζεύω, τ' ανοίγω και βλέπω που είχε μέσα τρία σβάντζικα. Η φαμίλια η Πλακιώτικη, που μας είχε φιλέψει το κρασί, μία γυναίκα με τον άνδρα της και με δυο παιδιά, είχαν ξεκινήσει κ' εκείνοι πεζοί ολίγο μπροστά από μας, κ' είχαν προπεράσει ως μία τουφεκιά τόπο.