United States or South Sudan ? Vote for the TOP Country of the Week !


«Ο σιορ Μαρτίνος και η γυναίκα του και η κόρη του, ο κόντε Ανσέλμης και αι ωραίαι αδελφαί του, η αρχόντισσα η χήρα Βιτρουβίου, ο σιορ Πλακέντιος και αι νόστιμαι ανεψιαί του, ο Μερκούτιος και ο αδελφός του ο Βαλεντίνος, ο θειος μου Καπουλέτος, η γυναίκα του και αι θυγατέρες του, η ωραία ανεψιά μου Ροζαλίνα, η Λιβία, ο σιορ Βαλέντιος και ο εξά- δελφός του Τυβάλτης, ο Λούκιος και η ζωηρά Ελένη».

Πρώτα-πρώτα πηγαίνουν η πλύντριες κι' η καμαριέρες, κι' έπειτα η γυναίκες και η κόρες των κομητών και των βαρώνων. Μία-μία περνούν, κ' ένας νεαρός ιππότης συνοδεύει κάθε μια τους. Τέλος πλησιάζει ένα άλογο με την ωραιότερη γυναίκα που έχει δει στη ζωή του ο Καερδέν: Καλοκαμωμένο σώμα και πρόσωπο, μέση χαμηλή, φρύδια ζωγραφιστά, μάτια γελαστά, και μικρά δοντάκια. Φορεί κόκκινη πλούσια ρόμπα.

Μα λέω, κι' ο Απερήνορας δε χάρηκε ο λεβέντης τη νιότη, όταν μ' αψήφισε και πρόβαλε αντικρύ μου, 25 κι' είπε πως είμαι τάχα εγώ το πιο αχαμνό κοντάρι των Αχαιών· όμως θαρρώ δε θα καλοκαρδίσει γυναίκα, και γονιούς ξανά γυρνώντας στο χωριό του. Όπως θα ξεκοιλιάσω εδώ κι' εσένα, ορέ, σ' το τάζω, αν μου φορτώνεσαι.

Και ως είπομεν, η Χειραφετημένη, η Νέα Γυναίκα, θέλει την ανεξαρτησίαν της. Ισότης δικαιωμάτων και υποχρεώσεων μεταξύ των δύω φύλων, και διά της ισότητος αυτής νέα οικογένεια, νέα κοινωνία, τελειότερα, ωραιότερα. Εις την Κωνσταντινούπολιν εργαζομένη η Μαρία Μύρτου γνωρίζεται μ' ένα εύμορφον νέον της ψευτοαριοτοκρατίας του Σταυροδρομιού, τον Κώστα Μεμιδώφ.

Ευχαριστώ την καλωσύνην του που έκαμε να γεννηθή εν ταις συμφοραίς μου ένα τέτοιον χαροποιόν συμβεβηκός. Μα, ωραιοτάτη κυρά, ακολούθησε, πως είνε τούτο κ' έγινες γυναίκα του Ταχέρ; Τώρα τώρα θέλω σου το φανερώσει, απεκρίθη αυτή, και άκουσέ το με προσοχήν.

Αλλά διαβάστε αίφνης μιαν αυθεντία, όπως ο Αριστοφάνης, θα βρήτε πως οι Ατθίδες κουμπώνονταν σφιχτά, φορούσαν σανδάλια με ψηλά τακούνια, βάφανε τα μαλλιά τους κίτρινα, έβαζαν κοκκινάδι στο πρόσωπο κ' έμοιαζαν απαράλλακτα οποιαδήποτε σημερινή ανόητη της μόδας ή πεσμένη γυναίκα.

Έλεγα να σου δώσω κανένα βότανο, απ' αυτά που μάζωξα σήμερα στο ρέμμα για να κάμετε ματζούνι για την γυναίκα σου! . . . επειδή είχα μάθει πως ήτον άρρωστη . . . Καλά που βρέθηκε η πόρτα ανοιχτή! . . . Μπαίνω μέσα . . . Ακούω, μπλουμ! την τρομάρα που πήρα!

Μετά ταύτα υπάνδρευσα τον υιόν μου με την κόρην του ζευγίτου κατά την υπόσχεση μου και μετ' ολίγον καιρόν που συνέβη του υιού μου και εχήρευσεν, αυτός απήλθεν εις ταξείδι, και έως τώρα επέρασαν τόσοι χρόνοι και καμμίαν είδησιν μη λαμβάνοντας δι' αυτόν απεφάσισα να διαβώ εις διαφόρους τόπους εις αναζήτησίν του· και μην εμπιστευόμενος εις άλλον ταύτην την γυναίκα μου την έλαφον την φέρω μαζί μου όπου πηγαίνω.

Αφού δε επανέστησαν αναφανδόν, έλαβον και τα εξής μέτρα· έκαστος εξελέξατο την γυναίκα την οποίαν επροτίμα περισσότερον από τας άλλας της οικίας, πλην των μητέρων τας οποίας έθεσαν κατά μέρος, έπειτα συνήθροισαν τας λοιπάς και τας έπνιξαν. Είχε λοιπόν έκαστος μίαν γυναίκα διά να κατασκευάζη τα φαγητά του, τας δε λοιπάς έπνιξαν διά να οικονομώσι τας τροφάς.

Έδειχνε ποτέ τίποτες ο χριστιανός; Αμ' αυτός καλά-καλά, ούτε την έκλαψε, που λέει ο λόγος, τέτοιαν άγια γυναίκα.