Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 8 Μαΐου 2025
Πρώτα-πρώτα πηγαίνουν η πλύντριες κι' η καμαριέρες, κι' έπειτα η γυναίκες και η κόρες των κομητών και των βαρώνων. Μία-μία περνούν, κ' ένας νεαρός ιππότης συνοδεύει κάθε μια τους. Τέλος πλησιάζει ένα άλογο με την ωραιότερη γυναίκα που έχει δει στη ζωή του ο Καερδέν: Καλοκαμωμένο σώμα και πρόσωπο, μέση χαμηλή, φρύδια ζωγραφιστά, μάτια γελαστά, και μικρά δοντάκια. Φορεί κόκκινη πλούσια ρόμπα.
Ο Βασιληάς είχε συχωρέσει τους προδότες, και καθώς ο αυλάρχης Ντινάς ντε Λιντάν ηύρε μια μέρα σε κάποιο μακρυνό δάσος να πλανάται, άθλιο και ελεεινό, το νάνο καμπούρη, τον ξανάφερε στο Βασιληά, ο οποίος τον ελυπήθη και του συχώρεσε το σφάλμα του. Αλλά η καλωσύνη του δεν είχε άλλο αποτέλεσμα παρά να μεγαλώση το μίσος των βαρώνων.
Την ημέρα που είχε ορισθή για την τελετή, στον Πόρο του Κινδύνου, τα λειβάδια έλαμπαν μακρυά σκεπασμένα, και στολισμένα απ' άκρη σ' άκρη με της πλούσιες σκηνές των βαρώνων. Στο δάσος, ο Τριστάνος εκάλπαζε με την Ιζόλδη, κι' από φόβο παγίδας, είχε φορέσει την περικεφαλαία του και το θώρακά του. Ξαφνικά, και οι δύο φάνηκαν έξω από το δάσος και είδαν μακρυά, μέσα στους βαρώνους το Βασιληά Μάρκο.
Προσέθεσε: «Θα πήτε ακόμη ότι στέλνω και στους δύο χαιρετισμούς και αγάπη». Κατά το βραδάκι, ο Τριστάνος πέρασε τον άσπρο Κάμπο, ηύρε την επιστολή και σφραγισμένη την επήγε στον ερημίτη Ογκρίν. Ο ερημίτης διάβασε τα γράμματα: Ο Βασιληάς Μάρκος συγκατετίθετο, σύμφωνα με τη συμβουλή όλων των βαρώνων του, να ξαναπάρη την Ιζόλδη, μα όχι να κρατήση κοντά του τον Τριστάνο ως πολεμιστή του.
Η μύτη του δεν άγγιζε πάντα το πηγούνι μου και δεν ήμουνα πάντα υπηρέτρια. Είμαι η κόρη του πάπα Ουρβανού Χ και της πριγκιπέσσας Παλεστρίνα. Μ' ανάθρεψαν ως τα δεκατέσσερά μου χρόνια μέσα σ' ένα παλάτι, που μπροστά του όλοι οι πύργοι των Γερμανών βαρώνων σας δε θα μπορούσανε να χρησιμέψουν ούτε για σταύλοι. Κ' ένα μου μονάχα φουστάνι κόστιζε περισσότερο απ' όλα τα πλούτη της Βεστφαλίας.
Την ημέρα της συναθροίσεως των βαρώνων, ο Τριστάνος έστειλε μυστικά στο καράβι του τον Περινίς, τον ακόλουθο της Ιζόλδης, για να παραγγείλη στους συντρόφους του να βρεθούν στην αυλή, στολισμένοι όπως έπρεπε στους απεσταλμένους πλουσίου Βασιληά: γιατί ήλπιζε την ίδια μέρα κι' όλας να φθάση στο τέρμα της περιπετείας.
Είπε πώς είχε πιή στη θάλασσα την αγάπη και το θάνατο. Είπε την προδοσία των βαρώνων και του νάνου. Είπε πώς ωδηγήθη η Βασίλισσα στην πυρά, πώς παρεδόθη στους λεπρούς, και της αγάπες τους στο μεγάλο άγριο δάσος. Πώς την είχε παραδώσει στο Βασιληά Μάρκο. Και πώς, αφού έφυγε μακρυά της, θέλησε ν' αγαπήση την Ιζόλδη με τα Λευκά Χέρια.
Αλλά και ο Τριστάνος, που πολύ τον ντρόπιαζε η υποψία ότι αγαπούσε το θείο του με υστεροβουλία, τον ηπείλησε: ότι αν ο Βασιληάς δεν κάνη το θέλημα των βαρώνων, θάφευγε από την αυλή και θα πήγαινε να υπηρετήση τον πλούσιο Βασιλέα της Γαβοΐας. Τότε ο Βασιληάς έβαλε προθεσμία στους βαρώνους του: σε σαράντα μέρες θάλεγε την απόφασί του.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν