United States or Belgium ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΧΟΡΟΣ Μέσα στην ευτυχία σου η συμφορά σ' ευρήκε ενώ δεν την περίμενες. Συ όμως ζης ακόμα και αναπνέεις. Επέθανε εκείνη και σ' αφήνει με όλες της αγάπες της. Τι τάχα νέο βρίσκεις σ' αυτό; Δεν είσαι μόνος σου. Κι' άλλοι πολλοί ως τώρα έχασαν της γυναίκες των. ΑΔΜΗΤΟΣ Η τύχη της νομίζω απ' τη δική μου πιο καλή πως είναι, αν και τω όντι έτσι δεν φαίνεται.

Εθύμωσα κ' εγώ, εχάλασενε, μαθές, η καρδιά μου κ' εχάλασενε και η δουλιά. Να αγάπες!

Άλλοι τ' αφράτα μάρμαρα Του κόρφου σου ας παινέσουν, Οπού εις αγύριστους καιρούς Θεούς έπλασε η τέχνη. Άλλοι της Φράγκισας Κυράς Ας περιτραγουδήσουν Την ερωτάρικη ζωή Και το θλιμμένο τέλος. Εγώτους άσπρους κόρφους σου Δε θάν' απλώσω χέρι, Ούτε για ξένες, για παληές Θα γλυκοκλάψω αγάπες.

Ανόμοια όμως αυτή με τη Θεοδώρα σ' ένα πράμα, που δε στάθηκε κατόπι πιστή με τον άντρα της, μόνο ειπώθηκαν πολλά για τις αγάπες της μ' έναν κάποιο Θεοδόσιο από τη Θράκη. Πεντάξυπνη ως τόσο και φιλόδοξη, και τόσο αφοσιωμένη στα πολεμικά κινήματα του αντρού της, που σε πολλούς πολέμους τον ακολούθησε και τονέ βοηθούσε και μ' έργα και με την αντρίκια της γνώμη.

Η ανησυχίες των ανθρώπων για τους ανθρώπους, η έγνοιες όλων για τον ένα, η μεγάλες αγάπες που στέκουν απάνω απ' τον πόνο και τον καιρόάναψαν το λαμπρό σου βλέμμα που τρέχει στη μανία των κυμάτων! Άστρα που δεν ξέρουν γιατί φέγγουν θα ζήλεβαν τη δόξα του ταπεινού σου λύχνου.

Χάρισμα φυσικό, και δίχως κόπο αποχτημένο. Μάρμαρο από φυσικό του αξετίμητο. Μπορούσανε κάμποσα να λεχτούν και για τη νοικοκυροσύνη του, τη σπιταρχοντιά του, τα εμπορικά του χαρίσματα, τις θαλασσινές του αγάπες και δόξες.

Ήρθε όξω από το δωμάτιο και κόλλησε τ' αυτί της στον τοίχο. Ακούει. Ένας από τους πιστούς της παραφυλάει απ' όξω, γι' ασφάλεια. Ο Τριστάνος συγκεντρώνει της δυνάμεις του, σηκώνεται, στηρίζεται στον τοίχο. Ο Καερδέν κάθεται δίπλα του και κλαίνε μαζύ τρυφερά. Κλαίνε τη συντροφιά τους στ' άρματα, που τόσο γρήγωρα πήρε τέλος, τη μεγάλη φιλία τους, και της αγάπες τους. Κι' ο ένας θρηνεί για τον άλλο.

Ταθεόφοβο το παιδί, που πρέπει να πατήσω ένα ξεφωνητό και να τονέ διώξω, κι ως τόσο δε βαστάει η καρδιά μου! Σύρε, σύρε να μη σε νοιώσουν, κακόμοιρε, και μ' αφάνισες! Στέλνε όσα θες μηνύματα με τους προξενητάδες, μα μην πολεμάς από παράθυρα να μου ψέλνης αγάπες, κ' έχουν πίκρες τα κρυφογύρευτα τα φιλιά. Στεφ.

Μας αγαπούν έχεις δίκιο· μα δε ρωτάς ποιανούς αγαπούν. Εμέ και σένα. Όχι· μην το πιστεύεις. Κάτω απομένα κι από σένα· βλέπουν αυτοί κ' ένα χλαμυδοντυμένο Ευμορφόπουλο. Κι' όλες τις αγάπες και τις γλυκοκουβέντες τις κάνουν σε κείνους· όχι σε μας. Μα εγώ δεν τη θέλω τέτοια αγάπη· όχι! επρόσθεσε δυνατά, δε μ' ωφελεί, με ντροπιάζει. Είμ' εγώ και θέλω να είμ' εγώ!... — Εύγε σου!

Τριγύρισαν τα παλάτια της Ανατολής και της Δύσης. Παραστάθησαν στις χαρές και στις λύπες του κόσμου, στους γάμους και στα λείψανα, στις αγάπες και στα μίση, σταγκαλιάσματα του έρωτα και στα δαγκάματα της έχθρας. Οι δάσκαλοι, που ακολουθούσαν από κοντά, εξηγούσαν πάλι τα θαύματα του κόσμου και τα μυστήρια της ψυχής. Μα το βασιλόπουλο κύτταζε πάλι αδιάφορα τριγύρω του και χαμογελούσε,