Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 9 Μαΐου 2025


Και είτα έψαλε: — «Δίδει τον οίνον λιγοστόν...» Αλλ' ο μπάρμπα-Κωνσταντός, καίτοι στραφείς επί του άλλου πλευρού, δεν επανεύρε τον ύπνον, αλλ' ανασηκωθείς επί του αγκώνος, εγύρισε βλέμμα προς τον μοναχόν και τον ηρώτησε: — Τι ώρα είνε, πάτερ; — Τι ώρα;... ώρα που νύχτωσε... ώρα που φέγγουν τ' αστέρια.... — Το φεγγάρι δε βγήκε ακόμα;

Με την χιονιά, με την τρικυμία με τους ύμνους των αρμένων μας, με της θάλασσας τα λιβάνια, με της λαμπάδαις του μαΐστρου, που φέγγουν ψηλά, από τα ουράνια, και φωτίζουν σε μια στιγμή όλην την πλάσιν, στεριαίς και πέλαγα. Και αγαλλόμενος όλος, με λάμψιν εις τα μάτια του χαράς, εκραύγαζε, στρίβων τον λευκόν του μύστακα: — Χριστός γεννάται, βρε παιδιά! Συντροφιά με την θάλασσαν!

Δεν θέλουν φως οι ερασταί τα κάλλη των τους φέγγουν! Είναι τυφλός, και προτιμά τα σκοτεινά ο Έρως. Έλα, ω νύκτα ήσυχη και ταπεινή, ω! έλα με την σεμνήν σου φορεσιάν, 'ς τα μαύρα βουτημένη, και μάθε μου να νικηθώ, εις τρόπον να νικήσω, 'ς την πάλην την ερωτικήν δυο καρδιών παρθένων.

Η ανησυχίες των ανθρώπων για τους ανθρώπους, η έγνοιες όλων για τον ένα, η μεγάλες αγάπες που στέκουν απάνω απ' τον πόνο και τον καιρόάναψαν το λαμπρό σου βλέμμα που τρέχει στη μανία των κυμάτων! Άστρα που δεν ξέρουν γιατί φέγγουν θα ζήλεβαν τη δόξα του ταπεινού σου λύχνου.

Κατόπ' η ασύγκριτη γυνή 'ς τ' ανώγια της ανέβη, και η κόραις με τα υπέρλαμπρα τα δώρ' ακολουθούσαν, πάλιν εκείνοιτον χορό καιτο τερπνό τραγούδι γύρισαν, κ' εξεφάντοναν, το εσπέρας ως να φθάση. 305 και ακόμη ως εξεφάντοναν το μαύρο εσπέρας ήλθε. ευθύς τρεις έσταιναν φανούςτο μέγαρο να φέγγουν, κ' έβαλαν ξύλ' ηλιόκαυτα, νεόσχιστα, τριγύρω, δαδιά κατόπιν έσμιγαν κ' εμψύχοναν την φλόγα η δούλαις τότε αραδικώς του αδάμαστου Οδυσσέα. 310 και ο διογενής πολύγνωμος εστράφηκε Οδυσσέαςαυταίς τότε και ωμίλησεν «Ω δούλαις του κυρίου, του Οδυσσέα, 'που καιρούς λείπει μακρυάτα ξένα, της σεβαστής βασίλισσας πηγαίνετετο δώμα, και αυτού την ρόκα στρήφετε σιμά της, καθισμέναις 315το μέγαρον, ή γνέθετε, να χαίρεται κ' εκείνη. καιαυτούς όλους 'που 'ναι δω θα 'μαι αρκετός να φέγγω• και ακόμη αν την καλόθρονην Ηώ θα περιμείνουν, δεν θα δειλιάσ', ότι πολύ τον κόπον υπομένω».

Κι' όπου διαβαίνει ο Ήλιος, Όπου προβάλλει απόπερα, λαμποκοπούν τα βράχια, Καθάριος, καταγάλανος ο ουρανός γελάει, Κάμποι, βουνά χρυσώνονται, ανοίγουν τα λουλούδια, Τα πλάγια χορταριάζουνε, φυσάει γλυκά τ' αγέρι, Φέγγουν, αστράφτουν τα νερά, φουντώνουνε τα δέντρα. Λαλούν 'ςτά φύλλα τα πουλιά κ' οι πιστικοί 'ςτά πλάγια. Κι' ο Κόσμος τον θιαμαίνεται και τον καλοτυχίζει.

Λέξη Της Ημέρας

εδωροδοκήθη

Άλλοι Ψάχνουν