United States or Dominica ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η θεια-Αννούσα, πάντοτε καθαρά και πάντοτε άμεμπτος, θέλουσα ιδιαιτέρως να περιποιηθή τον Λαλεμήτροναν και ήτο πειραγμένη μαζί του, διότι ηρνείτο τελείως ότι είχεν υπάγει ποτέ εις τον Άγιον Διονύσιονπροσεπάθει να ετοιμάση καφέ, εξαγαγούσα, από το καλαθάκι της, έν λαμποκοπούν καμινέτο.

Εις τον πρωτότοκόν μου, τον Μάλκολμ, την διαδοχήν του θρόνου μου ορίζω· εις το εξής θα λέγεται της Κουμβερλάνδης πρίγκηψ! Αλλ' ασυντρόφευτον αυτόν δεν τον τιμώ και μόνον· άστρα πολλά θα μοιρασθούν, σημεία ευγενείας, 'ς τα στήθη να λαμποκοπούν εκείνων που τ' αξίζουν. Πηγαίνω εις το Ίνβερνες όπου θα με ξενίσης. ΜΑΚΒΕΘ Να κοπιάζω διά σε ανάπαυσίς μου είναι.

Κι' όπου διαβαίνει ο Ήλιος, Όπου προβάλλει απόπερα, λαμποκοπούν τα βράχια, Καθάριος, καταγάλανος ο ουρανός γελάει, Κάμποι, βουνά χρυσώνονται, ανοίγουν τα λουλούδια, Τα πλάγια χορταριάζουνε, φυσάει γλυκά τ' αγέρι, Φέγγουν, αστράφτουν τα νερά, φουντώνουνε τα δέντρα. Λαλούν 'ςτά φύλλα τα πουλιά κ' οι πιστικοί 'ςτά πλάγια. Κι' ο Κόσμος τον θιαμαίνεται και τον καλοτυχίζει.

Ήδη δ' εισελθούσα όπισθεν του Ζάχου, έλαβε προθύμως το γιαταγάνι, λαμποκοπούν επί του αμαυρού τοίχου και το επέρασεν εις τον ώμον του. Έπειτα ενώ διά της δεξιάς χειρός έδιδεν εις αυτόν το καρυοφύλλι, διά της αριστεράς εναγκαλισθείσα τον έσφιξε σπασμωδικώς εις τον κόλπον της. — Κύτταξε, να μην ξεχνάς τον Ταχίρ Γιάτση! του είπε με τρέμουσαν αλλ' αυστηράν φωνήν.

Αι πλευραί των βράχων ήσαν επικαλυμμένοι με λεπτόν κρύσταλλον και κύλινδροι πάγου ισοπαχείς με δένδρο, βαρείς σαν ελέφαντες εκρέμαντο εκεί κάτω, όπου κατά το θέρος ο Χείμαρρος μέσατους βράχους αφήνει τον υδάτινον πέπλον του να κυμαίνεται. Πάγου γιρλάντες από φανταστούς κρυστάλλους παρατάσσονται και λαμποκοπούν επάνω εις τα χιονοπασπαλισμένα έλατα.