United States or Cambodia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Πράγματά τινα είναι τόσον κωμικά, ώστε πρέπει κανείς ή να καταλαμβάνεται από γέλοια ή να πεθαίνη! . . . Το να πεθαίνη κανείς από γέλοιο θ' αποτελή μεταξύ των δοξασμένων θανάτων τον ενδοξότατον θάνατον. Ο σιρ Θωμάς Μουρδεν ήτο ο πρώτος τυχών ο σιρ Θωμάς Μουρλοιπόν και αυτός απέθανε γελώντας, ως θα ενθυμείσθε.

Ουδαμού ευρίσκομεν βεβαίως υπαινιγμόν τινα σχετικόν προς το θέλγητρον τούτο της μορφής, όπως ευρίσκομεν εν τη περιγραφή του νεαρού Αρχιερέως Αριστοβόλου, τον οποίον ο Ηρώδης εδολοφόνησεν· αλλ' αφ' ετέρου δεν ευρίσκομεν εις την γλώσσαν των εχθρών του και μίαν λέξιν ή ένα υπαινιγμόν όστις ηδύνατο να βασισθή επί της δυσμορφίας του Χριστού.

Λοιπόν πάλιν θα είπωμεν ούτως: Η περιφορά του σύμπαντος αφού περιέλαβεν εις εαυτήν τα ειρημένα γένη, επειδή είναι κυ- κλική κατά την μορφήν και έχει την φυσικήν τάσιν να επανέρχη- ται εις εαυτήν, συσφίγγει πάντα τα πράγματα και δεν αφίνει να μένη τόπος κενός ουδείς.

Μόλις δε ετελείωσε, εφάνη σαν να ευχαριστήθηκε και φαίνεται ότι ευχαριστήθηκαν και τα δύο εκείνα παιδιά, διότι γελούσαν μ' όλη τους την καρδιά μ' εκείνα τα οποία είπε, ενώ ο άλλος ο φιλόσοφος εκοκκίνησε.

ΒΕΡΑΤάσσο, είναι κακό αυτό πού κάνεις. Σε παρακαλώ, μη! Είμαι άρρωστη, με σκοτώνεις. Έλα, Βέρα, να ξαναγυρίσουμε στην παλιά εξοχή, που μας πρωτοείδε να περπατούμε χειροπιασμένοι κάτω από τα μεγάλα δέντρα. Έλα. Θα σου δείξω ακόμη ένα μονοπάτι που δεν το περάσαμε. Θυμάσαι τη ρεματιά που κατρακυλίσαμε μια φορά, κρατημένοι από τους θάμνους; Είχαμε φτάσει ως τη μέση.

Βιτσάρη, την Αφροδίτην και τον Πάριν του κ. Βρούτου, αντί να βυθισθώ εις το πέλαγος της αισθητικής, ευθύς εσυλλογίσθην ότι ηδυνάμην να χρησιμοποιήσω τα προϊόντα ταύτα της νεοελληνικής τέχνης υπέρ ταχυτέρας διαδόσεως του σωτηρίου συστήματος του Μάλθου· και ιδού πώς.

Εγώ ευχαριστώ τους θεούς ότι δεν ενέπνευσαν εις τους Πέρσας την σκέψιν να στρατεύσωσι κατά των ΛυδώνΟι λόγοι όμως ούτοι δεν έπεισαν τον Κροίσον και αληθώς οι Πέρσαι, πριν υποτάξωσι τους Λυδούς, ούτε αβρόν τι είχον ούτε άλλο τι αγαθόν.

Καλά μου σταυραδέρφια μου, μη κλαίτε που πεθνήσκω, Πάρετε το κουφάρι μου, βάλτε το σε κιβούρι, Στολίστε το με λούλουδα της γης, μ' ανθούς του Μάη, Και θάψτε το σε μια κορφή περίβλεφτην μεγάλη, Για ν' αγναντεύω τα βουνά, τα χειμαδιά να βλέπω, Να δέχουμαι την άνοιξην εσάς και τα κοπάδια, Ν' ακούγω τες φλογέρες σας, ν' ακούγω τα τρουκάνια, Ν' ακούω την καλημέρα σας, τα χαιρετίσματά σας.

Μπαμ! αντήχησε στον ήσυχον αιθέρα και καπνός με σκάγια και στουπιά έπεσε στα πανιά, σαν να τα έδερνεν αδρύ χαλάζι. Αλλά με την ντουφέκια ένας άλλος χτύπος συγκρατητός αντήχησεν, όπως όταν γκρεμίζεται δέντρο συγκλαδοκορμόρριζο κ' επέσαμε όλοι προύμυτα. Ο διάβολος έκαμε τον σκοπό του!

Κανείς δεν αμφέβαλλε πλέον ότι ούτοι ήσαν οι αυτουργοί της πυρκαϊάς και έχαιρεν ο λαός, επειδή η τιμωρία των έμελλε να είναι θέαμα λαμπρόν. Εις την πόλιν, μεταξύ των ερειπίων, εχάρασσον νέας οδούς πλατυτάτας. Εδώ και εκεί έβαλλον θεμέλια οικιών, μεγάρων και ναών. Αλλά προ παντός άλλου ήγειρον εν μεγάλη σπουδή τα αχανή ξύλινα αμφιθέατρα, όπου έμελλον να αποθάνωσιν οι χριστιανοί.