United States or Saint Pierre and Miquelon ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τινές από το εχθρικόν στρατόπεδον, μ' όλον ότι προχωρήσαντες διά να κόψωσι ξύλα επλησίασαν πολύ εις το μέρος, όπου ήσαν οι Έλληνες, δεν ημπόρεσαν μ' όλον τούτο να τους εννοήσωσι, τόσον επιδεξίως είχον κρυφθή εις τους θάμνους και τα σύδενδρα μέρη και τόσον μεγάλην σιωπήν και ησυχίαν διετήρησαν.

Τοιαύτα τινά ανελογίζετο ο πτωχός αιπόλος, ο βόσκων ολίγας αίγας εις το κατάμερον των Τριών Σταυρών, και ανήρχετο δρομαίος την ιδίαν ατραπόν, δι' ης είχε κατέλθει εις το φρούριον. Αλλ' όταν έφθασεν εις το ύψος του κρημνού, οπόθεν αρχίζει η ατραπός να διαχαράττηται, τρεις άνδρες κεκρυμμένοι εις τους θάμνους αναπηδήσαντες τον συνέλαβον. Ο βοσκός αφήκε πεπνιγμένην κραυγήν.

Η κοιλάδα σκεπασμένη με την ανοιξιάτικη βλάστηση, με νερά, με θάμνους, με λουλούδια, έδινε την εντύπωση μιας κούνιας γεμάτης με πράσινα πέπλα και γαλάζιες κορδέλες, με το μονότονο μουρμούρισμα του ποταμού σαν εκείνο ενός μικρού παιδιού που αποκοιμιέται.

Και αι εργάτιδες, κύπτουσαι υπό τα κατάκαρπα δένδρα, συνέλεγον μίαν προς μίαν την μαύρην ελαίαν, την στιλπνήν, ως τα ματάκια των τα κατάμαυρα ελαίαν, άδουσαι συνάμα είτε κατά μόνας είτε κ' εν χορώ, αψηφούσαι των ακανθών τους πικρούς νυγμούς και του βορβόρου πολλάκις τον ρύπον, βυθίζουσαι μέχρι αγκώνος τους απαλούς των βραχίονας υπό τους φαρμακερούς θάμνους της τρικοκκιάς όπου έτυχε να εισδύσωσιν ίσως ελαίαι, τιναχθείσαι εκεί υπό της βιαίας του μαΐστρου ριπής.

Ήτανε φοβερό το θέαμα να βλέπω από το βράχο στο φως του φεγγαριού να στριφογυρνούν τα κύμματα που κυλούν να σκάφτουν τη γη, να σκεπάζουν τους αγρούς, τα λιβάδια, τους θάμνους και όλα και να σχηματίζεται από τη μία άκρη της κοιλάδος έως την άλλη μια αγριεμμένη θάλασσα στο φύσημα του ανέμου!

Ο μικρός χείμαρρος κατήρχετο μελαγχολικώς από την δροσεράν σπηλιάν, παραπλεύρως και ολίγον χαμηλότερα του παλαιού Ερήμου μοναστηρίου της Κεχριάς, κ' εκελάρυζε την νύκτα ανάμεσα εις τους βράχους και τους θάμνους, και πότε έπιπτεν εις μικρούς καταρράκτας με ορμήν, πότε εστρώνετο εις μαλακόν ρείθρον ως έλαιον επί της άμμου και των χαλίκων.

Επειδή δε οι Αθηναίοι στρατιώται ένεκα της στενοχωρίας του στρατοπέδου των επλησίαζαν τα άκρα της νήσου, διά να ετοιμάσουν το γεύμα των θέτοντες γύρω φρουρούς και κάποιος χωρίς να το θέλη έκαυσεν ολίγους θάμνους και ηγέρθη άνεμος κατεκάη εκείθεν ανεπαισθήτως το πλείστον μέρος του δάσους.

Και παραλαβών τους συμμορίτας ανήλθε προς το βουνόν εν βία, αφείς δεδεμένους τους μοναχούς. Αι αίγες δεν διασκελίζουσιν ετοιμότερον τα βράχη, ως διεσκέλιζον τους θάμνους οι τέσσαρες λησταί. — Θα μας προδώση ο πορτάρης· είπεν ο αρχηγός φρυάττων, όταν εξήλθον από του Μοναστηρίου.

Μια λιτανεία ανέβαινε από την κοιλάδα και σε λίγο οι βράχοι καλύφθηκαν με άσπρο και κόκκινο, ανάμεσα στους θάμνους γελαστά ξεφύτρωναν τα πρόσωπα των παιδιών και κάτω από τα πουρνάρια οι γέροι βοσκοί γονάτιζαν σαν Δρυΐδες προσήλυτοι.

Ο καιρός εξακολουθούσε να είναι βροχερός και γύρω από το εκκλησάκι, σκουρόχρωμο ανάμεσα στις πέτρες και στους θάμνους της πεδιάδας, βασίλευε μια απέραντη σιωπή, μια έντονη μυρωδιά από δάση. Τα σύννεφα που τρέχανε στον γκρίζο ουρανό έδιναν στον τόπο μια όψη ακόμη πιο φανταστική. Όλο το πρωί ξεφύτρωναν καβαλάρηδες μέσα από το ομιχλώδες μονοπάτι.