United States or Pakistan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Επροτίμησα δε την λέξιν φρύνος, εν ελλείψει ή εν αγνοία μου κοινής τινος ονομασίας προς διαστολήν αυτού από του κοινού βατράχου. Ε' εν πράξει Α', και Σκην. Τοιαύτα είναι η εκδήλωσις του έρωτος του Ρωμαίου εν τω χορώ του Καπουλέτου, ο μονόλογος της Ιουλιέτας, ότε περιμένει τον νυμφίον την εσπέραν του γάμου αυτής, και ο αποχωρισμός των νεονύμφων την επιούσαν πρωίαν.

Ας εγίνετο λοιπόν το συμπόσιον εκείνο πραγματικόν συμπόσιον! Πατρικός άρχων δεν έπρεπε ποσώς να επιβάλλη εις τους υπηκόους του το βασανιστήριον της σιωπής του. — Μη είσαι αδυσώπητος! επανέλαβεν εν χορώ η ομήγυρις. Ο Νέρων εξέτεινε τας χείρας, μαρτυρών ότι τον εβίαζον και ότι υπεχώρει. Τα πρόσωπα πάντων έλαβον έκφρασιν ευγνωμοσύνης και όλων οι οφθαλμοί εστράφησαν προς αυτόν.

Και επερίμενα να ίδω διά μέσου των κιγκλίδων την ημίγυμνον «μπαρμπουνάραν», δαιμονίζουσαν το κοινόν των κουτσάβων και των αφελών διά των ακκισμών και των μειδιαμάτων και άδουσαν διά βραγχνής φωνής και υπό βροχήν ανθοδεσμών, συριζουσών γύρω της ως βλήματα και διευθυνομένων ιδίως προς το κρεωπωλείον του στήθους της, ενώ εν χορώ οι θαυμασταί επανελάμβανον την επωδόν του άσματος: Α! α! α! α! α! α!

Να μια ζυγιά! επανέλαβον εν χορώ τα παιδία. Πέντε δευτερόλεπτα πρότερον αν απεφάσιζεν ο Παλούκας να φύγη, θα ήτο ήδη εκτός βολής. Δυστυχώς ήτο αργά τώρα. Απεφάσισε να αρπάξη μίαν σανίδα και μεταχειριζόμενος αυτήν ως σπάθην άμα και ασπίδα να εκτέλεση έξοδον διασχίζων τας τάξεις του εχθρού.

Απεκαλύφθησαν και ήρχισαν να κάμνουν τον σταυρόν των. Μερικοί και εδάκρυον παρακολουθούντες την πένθιμον εκείνην ψαλμωδίαν. Όταν δ' ο ναύκληρος ήρχισε να ψάλλη τελευταίον: «Μετά των Αγίων ανάπαυσον . . . ;» σιγά-σιγά με κλαίουσαν φωνήν, συχνά διακοπτομένην από τους λυγμούς της ψυχής του, οι ναύται δεν ημπόρεσαν να κρατηθούν από την συγκίνησιν και ανεκραύγασαν πάντες εν χορώ: — Θεός σχωρέστηνε!

Κάμποσοι μικροί βουκόλοι είχον περιστοιχίση εξ αποστάσεως ένα ταύρον κ' επροσπάθουν να τον «μυγιάσουν». Και προς τούτο εξεφώνουν εν χορώ τα εξής: Έβγα, μύγιο, απού το βώλο κέμπα στου βουγιού τον κώλο. Δος του να πυροβολήση και τα όρη να γυρίση, Κού-κου! κού-κου! κού-κου!

Δάσκαλε, είπε, φέρον την χείρα εις το ους το παιδίον, γιατί ενώ το χαρτί μας μέσα λέει ότι η Επτάνησος αποτελείται από επτά νήσους, υστέρα βγαίνουν δέκα στο μέτρημα; — Τας εμέτρησες εσύ; — Ταις εμέτρησα, να! Και ήρχισε να μετρή επί των δακτύλων του, «Κέρκυρα, Κορφοί, Λευκάς, Αγία Μαύρα» κτλ. Οι άλλοι συμμαθηταί του εγέλων εν χορώ διά την πολυπραγμοσύνην του.

Το λέμε, απήντησεν ο καμπούρης, &οι οκτώ δεμένοι ουραγγουτάγκοι,& και είναι αλήθεια ένα παιγνίδι πολύ ευχάριστον όταν ξεύρουν να το παίξουν. — Αυτό είναι δουλειά μας, είπεν ο βασιληάς, σηκώνοντας και χαμηλώνοντας τα φρύδια. — Το ευχάριστον εις το παιγνίδι, συνέχισεν ο Χοπ-Φρωγκ, σύγκειται εις τον τρόμον που προξενεί εις τας γυναίκας. — Τέλεια, εγέλασαν εν χορώ ο βασιλεύς και οι υπουργοί του.

Όλοι εφαίνοντο ότι ευχαριστούντο διά την ευθυμίαν της Α. Μεγαλειότητος. — Και τώρα διά τας υποθέσεις μας, είπεν ο πρωθυπουργός, ένα πολύ πρόστυχο υποκείμενο. — Ναι, είπεν, ο βασιληάς, εμπρός, Χοπ-Φρωγκ, βοήθησέ μας. Πρόσωπα με χαρακτήρα, μικρό μου. Μας πρέπει χαρακτήρ εις όλους μας. Χα! χα! χα! Και σαν να ήτο αυτό θαυμάσια λέξις, όλοι οι επτά εξηκολούθησαν εν χορώ τα γέλοια.

Οι παίδες έξω εις την πλατείαν ιδόντες αυτόν εν τη σκοτία της νυκτός ήρχισαν εν χορώ: Φώτο-σβέστη! Φώτο-σβέστη! — Ακόμα 'λίγο ναρθώ μονάχη μου! Είπεν η κυρά Μανωλάκαινα, όλη χρυσή και ωραία, αναμένουσα προ τόσης ώρας τον σύζυγόν της, ίνα την οδηγήση εις τον ναόν.