United States or Spain ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ω! ποτέ δεν εμίσησα τους Τούρκους όσον κατ' εκείνην την στιγμήν! Επήδησα εντός της λέμβου πριν ή δυνηθή ο πλοίαρχος να μ' εμποδίση. Οι ναύται εκωπηλάτουν βιαίως. Υπήγομεν οπίσω. Εσιωπώμεν προσέχοντες μη ακούσωμεν την φωνήν της. Εκράζομεν δυνατά διά ν' ακουσθώμεν. Τίποτε! Εβλέπομεν εις το σκότος μη διακρίνωμεν μορφήν τινα επί των κυμάτων. Τίποτε! Τίποτε!

Εχάθη ο καϋμένος, σαν να μη ήθελε ν' ακούση ευχαριστίαις από στόματα που τον εβλασφημούσαν . . . . — Μπούκα! Ακούομεν αίφνης την φωνήν του πλοιάρχου μας. Εγειρόμεθα όλοι. Οι ναύται τρέχουν εις τας θέσεις των. — Μόλα-μπουρίνατίρα-μόλα! Εισήλθομεν εις τον Ελλήσποντον, διά χειρισμού δεξιού αποφεύγοντες το ισχυρόν ρεύμα.

Μη γνωρίζων δε πώς να δαπανά το αργύριον, το οποίον, ως λέγουν, με της κόφαις κουβαλούσαν οι ναύται εις τον οίκον του, εις κάθε ταξείδι, όλο και δίστυλα κολωνάτα, διά τον οποίον αμύθητον πλούτον του και ωνομάσθη Παπαργυρός, όταν μια χρονιά, αγαθοί τέκτονες, τηνιακοί, μετακληθέντες, έκτισαν την μητρόπολιν, απεφάσισε να οικοδομήση και αυτός οικίαν, η οποία να διακρίνεται εν όλω τω χωρίω, ως διακρίνεται ο τρούλος ναού βυζαντινού.

Θα χοροπηδήσωμεν απόψε, έλεγον οι ναύται αναμεταξύ των, επεκύρουν δε την πρόρρησιν αι ποικίλαι επί του πλοίου προετοιμασίαι του πληρώματος, και κάτω εις την αίθουσαν αι των υπηρετών, εξασφαλιζόντων διά σχοινίων τα κινητά σκεύη και έπιπλα. Έμενα επί του καταστρώματος βλέπων το πυκνούμενον σκότος της νυκτός και την επερχομένην τρικυμίαν.

Η Κουμπίνα της είπεν, ότι δεν είχον να φοβηθούν τους Τούρκους, καθότι μέσα στα καράβια ήσαν και πολλοί ναύται χριστιανοί. Υδραίοι και άλλοι, κι' αν θα έβγαιναν και Τούρκοι, οπού δεν ήτο πιθανόν να έβγουν, διότι άμα θα εφυσούσε καιρός, στο αμπαγιέρι, ευθύς η αρμάδα θα έφευγε.

Και ήναπτον όλοι τας μεγάλας λαμπάδας οι ναύται, τας οποίας είχον φέρει από το ταξείδιον, και έλαμπεν η εικών, και έλαμπεν όλη η Εκκλησία. Και ακτινοβολούσε το πράον του Αγίου πρόσωπον εκ χαράς, νομίζεις, ως να ευχαριστείτο ότι την στιγμήν εκείνην εβούιζεν ο μικρός ναός εκ της φαιδράς των ασμάτων ψαλμωδίας, μετ' ιδιαιτέρας αγάπης επαναλαμβανούσης το «Άγιε Νικόλαε» εν τοις εγκωμιαστικοίς ύμνοις.

Δι' αυτά τα δυο προτερήματά του ήτο συμπαθέστατος ο Μέλτος ο Μισακός μεταξύ των πληρωμάτων, διότι και εκαλότρωγαν οι ναύται με την καλήν μαγειρικήν, και εκαλοχώνευαν με τα μιμικά αστειεύματά του.

Εδήλωσε δε ότι πάντες ήσαν ναύται και μάχιμοι εις τα του Φιλοκτήτου πλοία· διότι έκαμε τοξότας όλους τους κωπηλάτας. Δεν φαίνεται δε πιθανόν να υπήρχε πολύ πλήρωμα εκτός των βασιλέων και των εχόντων μεγάλα αξιώματα, προκειμένου άλλως τε και να διέλθωσι το πέλαγος μετά πολεμικών σκευών και των πλοίων μη όντων καταφράκτων, αλλά κατά τον παλαιόν τρόπον επί το ληστρικώτερον εξωπλισμένων.

Οι ναύται είτα ευφροσύνως πίνουσι το προσενεχθέν αυτοίς ποτήριον ρουμίου και ανέρχονται οι μεν ν' αντικαταστήσωσι την βάρδιαν, οι δε να τακτοποιήσωσι τα επί του καταστρώματος αντικείμενα μετακινηθέντα εκ του νυκτερινού σάλου. Τα πανιά δουλεύουν.

Αναχθέντες συναντώμεν εν απολαύσει δεινού μεγαλείου δύο μπάρκα, με της γάμπιαις μόνον, ένθεν και ένθεν ημών, εκτελούντα την λοξοδρομίαν των προς την Μιτυλήνην, άτινα ως κήτη θαλάσσια με τας κοιλίας των θαρρείς εκυλίοντο πλησίον ημών, ασθμαίνοντα, στένοντα, υπό αφρών και άχνης καλυπτόμενα· ως δαιμόνια μαύρα οι ναύται ίσταντο παρά την κωπαστήν, κρατούντες τα σχοινία εις χείρας, οι δε πρωραίοι φρουροί των, κουλουριασμένοι κέρβεροι εις την πρώραν, ως ξύλινοι εκάθηντο εκεί μαύροι, κυματόβρεκτοι.