United States or Palau ? Vote for the TOP Country of the Week !


Όλες σκλάβες, όλες ορφανές από πατέρα κι' από μάννα, έρημες όλες από πατρίδα κι από σπιτικό. Και να είτανε να πης πηγαίνανε σε μοναστήρι να κλειστούν ή και ζωντανές να θαφτούνε σαν το συγγενολόγι τους σε κάποιο σπήλιο κι αυτές! Σκοπός και τέλος του ταξιδιού τους είταν η ατιμιά, το ζωντανό το μαρτύριο. Αρχηγός Τουρκαρβανίτης και μερικοί Τούρκοι μαζί του τις οδηγούσαν κατά τη Σούδα.

Οι Τούρκοι όμως ούτε την νύκτα εκείνην, ούτε τας ακολούθους ημέρας δεν έκαμαν κανέν κίνημα· ευχαριστήθησαν μόνον να βάλωσι φρουράν εις την εκκλησίαν, την οποίαν άφησαν οι Έλληνες, και να την οχυρώσωσιν.

Μια από τις παντογνώστριες αυτές, ό,τι μίσεψε από της Ασήμως, ύστερ' από κάμποση ώρα κουβέντα το τι πρέπει να γίνεται και τι να μη γίνεται σαν αρραβωνιάζεται κορίτσι, να τηνε πάλε στο κατώφλι λαχανιασμένη, κομμένο το χρώμα της, την ποδιά της στα χέρια, σα να την κυνηγούσανε Τούρκοι. — Μωρή τι έπαθες, που θεός να σέβρη, κράζει η Ασήμω απομέσα, εκεί που σκάλιζε τα κοριτσίστικα σύνεργά της.

Οι μεν Τούρκοι λοιπόν έφευγον έχοντες εις την πλευράν των την θάλασσαν, οι δε Έλληνες τους κατεδίωκον διά της πεδιάδος και επιταχύνοντες την καταδίωξίν των ηνάγκασαν τους μεν πεζούς να καταφύγωσιν εις τον πλησιέστερον προμαχώνα των, τους δε ιππείς να συνέλθωσιν εις το οχύρωμα όπου ήτον και ο Κιουταχής.

Σάμπως ήρθαν οι Τούρκοι, οι Βενετζιάνοι εμπήκαν στα κάτεργα και αφήσαν εμάς τους δύστυχους. Και ο Καπετάν Κούρμας με τετρακόσους εβγήκε και τους ετζάκισε σε τέσσεραις πάνταις. Ήρθε και ο Φιλόθεος που ο Καπετάν γκενεράλες τον είχε μαζή του, γιατί είχε υπόληψι και στίμα και ακουόνταν απ' όλους τους Ρουμελιώταις και έκαμαν με τον Καπετάν Κούρμα βουλή να πάρουνε και το Ζητούνι.

Βαλαωρίτην και εις το υποσημειούμενον δημώδες άσμα. Τ' ακούσατε τί γίνηκετα Γιάννινατη λίμνη, Που πνίξανε τσ' αρχόντισες με την Κυρά Φροσύνη; Άλλη καμμιά δεν τώβαλε το λιαχουρί φουστάνι. Πρώτ' η Φροσύνη τώβαλε κ' εβγήκετο σεργιάνι. Δεν σ' τώλεγα Φροσύνη μου, κρύψε το δαχτυλίδι, Γιατ' αν το μάθ' ο Αλή-Πασσάς θε να σε φάη το φείδι; Αν ήστε Τούρκοι αφήστε με, χίλια φλωριά σας δίνω.

Πράγματι δε ο Σαϊτονικολής, δείξας εις τον υιόν του ένα εκ των γερόντων εκείνων, όστις διήρχετο στηριζόμενος επί βακτηρίας, του εψιθύρισε με φωνήν σοβαράν, εις την οποίαν επάλλετο η εκδίκησις: — Θωρείς πώς ήσανε ντυμένοι στα μαύρα οι Χριστιανοί τον καιρό της γιανιτσαριάς, για να μη τση σκοτώνουν οι Τούρκοι;

Ενθυμήθην τον θρήνον της Δεσποίνης ότε μετεβαίνομεν εις το παρεκκλήσιον, ακολουθούντες τους γονείς μας•― «Θα σκοτώσουν τον πατέρα μου ! Σκοτόνουν οι Τούρκοι ! Θα τον σκοτώσουνΤο προαίσθημά της δεν ανεδείχθη ψευδές, εσφάγη ο πατήρ της..., ο δε ιδικός μου ανεπαύετο εις τον έρημον τάφον του εις Σπέτσας !

Οι Τούρκοι δεν ηκολούθησαν επί πολύ την καταδίωξιν των τραπέντων εις φυγήν, βλέποντες διαμένον ακόμη ακέραιον περί τον Καραϊσκάκην έν μέρος της στρατιάς του. Οι δε τραπέντες εις φυγήν Έλληνες βλέποντες ότι δεν ήτον ο Καραϊσκάκης μαζή των εις την φυγήν, και εννοήσαντες ότι εκλείσθη, εστράφησαν οπίσω με σκοπόν να δώσωσι βοήθειαν εις αυτόν διά να δυνηθή να φύγη.

Ας φύγουν μιαν ώρα αρχήτερα οι Τούρκοι, γιατί δεν μπορώ να νοιώθω από πάνω μου, σα Μοίρα, τη Σλαυική επιδρομή. Ας πάρουν δεύτερη φορά την Πόλη, ας την πάρουν Σλαύοι, όποιος άλλος θέλει, για να έρθει γρηγορώτερα η μέρα που θα την ξαναπάρουμε μεις. Γιατί θα ζήσει το Γένος ως εκείνη την ημέρα. Ίσως νοιώσουν τίποτα οι Έλληνες, άμα καταλάβουν πως την πήραν δεύτερη φορά ξένοι.