United States or Kosovo ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ίσως τους έδειχνε το γιαλί όχι όπως είταν εκείνη την ώρα, μα όπως θα γίνουνταν κατόπι. Όσο τους κοίταζε ο μάγος, τόσο έρχουνταν έρχουνταν οι χωρικοί ο ένας απάνω στον άλλονα, χαρούμενοι και τρεχάτοι, στη Μικρόπολη μέσα. Έτσι με τον καιρό έγινε πια κ' η Μικρόπολη Μεγαλόπολη σαν τις άλλες. Έγιναν κ' οι χωρικοί μεγαλοπολίτες. Οι μεγαλοπολίτες είχαν και κείνοι κάμποση δουλειά.

Ύστερα από πολλών ημερών δρόμον, έφθασα εις τούτον τον τόπον, και βλέποντας ετούτο το εύμορφο λειβάδι, ηθέλησα να αναπαυθώ κάμποση ώρα, και ξεπεζεύοντας επήγα σιγά, εις το παλάτι, εκεί που βλέπεις εκείνα τα εύμορφα δένδρα και εκάθησα υποκάτω εις ένα από αυτά, κοντά εις το οποίον έτρεχεν ένα κρυσταλλώδες νερόν.

Την αλήθεια τη λέω πάντα στα γράμματά μου, μαείναι κ' ένα μααναγκαίο κάποτες είναι να καταλάβη κανείς και με τι τρόπο την είπα. Και για να καταφέρη κανείς να γράψη εκείνο που θέλει να γράψη κι όχι άλλο, να πη την αλήθεια χωρίς να βρίση έναν άθρωπο που σου χαρίζει το βιβλίο του, μα και να του δώση να καταλάβη πως το βιβλίο δεν αξίζει και πολύ, είναι κάμποση δουλειά και κόπος.

Κατέβηκαν όμως αρκετούτσικες «τσικουδιές» στο ποδάρι, κ' ύστερ' από κάμποση ώρα χωριστήκανε με γέλοια και με φωνές, η ανοιχτόκαρδη η Μιχάλαινα πάντα πρώτη.

Ήταν ευχαριστημένος, ύπνος όμως δεν του πήγαινε και χωρίς να θέλη έπεσε εις συλλογισμούς, από τους οποίους τον εύγαλε, μετά κάμποση ώρα, το καμπανάκι που εκαλούσε τους καλόγερους στην εκκλησιά να διαβάσουν και 'να προσευχηθούνε. Ο παππά Συνέσιος επλησίασε στο παράθυρο. Τα άστρα εφεγγοβολούσαν ακόμα και ο 'γουμενος είδε τα γεροντάκια σαν σκιές, να πηγαίνουν στο ναό μέσα.

Κουκουβάγια!... Εσηκώθηκεν από τη θέσι του και ήρθε να την ιδή από κοντά. Μα εκείνη καθώς εψήλωσα το χέρι μου να δείξω φρου!... έκαμε κ' επέταξε πέρα. Ο καπετάν Κρεμύδας ακολούθησε για κάμποση ώρα το τρεμουλιαστό πέταγμά της κ' έπειτα, σαν να μην είχε δύναμι να γυρίση στη θέσι του, εκάθησε σωρός απάνω στο αμπάρι.

Σε κάμποση ώρα άρχισε να πονή ο νώμος μου, αλλ' υπόφερα χωρίς παράπονο το βάρος. Έρριξα και σένα πουλί στο δρόμο, αλλ' απότυχα. Ο Βασίλης όμως με βεβαίωσε πως το βρήκαν άκρη μερικά σκάγια κιότι είδε φτερά πούφυγαν στον αέρα. Κέτσι η πρώτη μου βολή ήτο μισή επιτυχία. Ο Αμαλός είνε οροπέδιο σε μεγάλο ύψος.

Και του τόβαζε στο στόμα του ρώγα ρώγα, και τον γλυκοκοίταζε καθώς μάννα γλυκοκοιτάζει το μονάκριβό της βυζάνοντάς το. Πέρασε κάμποση ώρα. Σήμαινε ο Σπερνός κι ο Πανάγος με την Ασήμω ξανανεβαίνανε στο χτήμα, αρραβωνιασμένοι ανάμεσά τους.

Πρέπει να είτανε λαμπρό μα την αλήθεια το θέαμα σαν ανέβηκε ο Ιουστινιανός κ' η Θεοδώρα απάνω στο Κάθισμα του Ιπποδρομίου και πήγαν αποκάτω κι ο Βελισάριος κι ο Γελιμέρος κ' έπεσαν πίστομα και τους προσκύνησαν. Τον έστειλε ο Αυτοκράτορας το Γελιμέρο στην Ασία και τούδωσε πλούσια χτήματα να ζήση εκεί. Την κυβέρνηση της Αφρικής την έδωσε του Σολόμωνα. Έβαλε κάμποση τάξη στην Αφρική ο Σολομώνας.

Των έδιδε την άδειαν να πηγαίνουν στο βιτσιλοπόλεμο, δηλαδή πόλεμο με τα όρνια. Κεπειδή αυτός ήτο πειο επικίντυνος, τον έκαναν οι μεγαλείτεροι και ανδρειότεροι. Σε κάμποση από το χωρίο απόσταση ήτο μια βαθειά χαράδρα, όπου οι χωριανοί έρριχταν τα ζώα που ψοφούσαν. Εκεί κατέβαιναν γυπαετοί, που τους λέγουν βιτσίλες, κιάλλα όρνια κέτρωγαν τα ψοφίμια.