United States or Malaysia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εις τούτες ενώ εγώ είχα όλον τον νου μου, του αδελφού μου επαράδωσα την κυβέρνηση, και της βασιλείας μου έγινα ξένος, ενώ μ' είχε αρπάξει η αγάπη της μυστικής σπουδής, κ' ήμουν εις εκείνη βυθισμένος. Ο δολερός θείος σου, — ακούς; ΜΙΡ. Μ' όλη μου την προσοχή, αφέντη.

Όσο και να πηγαίνανε με την καινούρια πίστη οι φρονιμώτεροι, έμνησκαν ακόμα στα «καθεστώτα» οι πιώτεροι, μάλιστα όσοι ή ζούσαν από την Κυβέρνηση και λογάριαζαν το συφέρο τους, ή είτανε βουτηγμένοι στη παραλυσία, και δεν τους άρεζε ναφίνουν τις ηδονές τους.

Θα πίναμε όλοι πολλή μπίρα, θα τρώγαμε λαχαναρμιά και λουκάνικα μπόλικα, θα καπνίζαμε ηδονικά ολλαντέζικα χοντρά πούρα και θα ζούσαμε με περίσσια «ευμάρεια». Δε θα βρίσκουνταν πια κρασάδες για να τσιρίζουν και να κάνουν παράπονα στην Κυβέρνηση, ούτε να ταράζουν την ησυχία του κ. Βασιλικού, γιατί θα είχαν πνιγεί από τους μπιράδες. ― Κ' έπειτα;.... ― Ε, έπειτα «θα εβαίνομεν προς την. . . Πρόοδον».

Είπαν οι χρονογράφοι αυτοί και κάτι άλλο· πως τάχα η κυβέρνηση των επαρχιώνε βρέθηκε σε κλέφτικα χέρια, κι ανεμοσκορπιούνταν τα βασιλικά τα χρήματα. Να ξανάρθουμε τώρα στο ζήτημα.

Ύστερ' από δέκα έντεκα χρόνια κυβέρνηση όχι ανόμοια με τη γνωστικιά πολιτική του Μαρκιανού, τον έβαλε άξαφνα στα αίματα ο Δυτικός Αυτοκράτορας ο Ανθέμιος, και τον έπεισε να καταπιαστή την περίφημη εκείνη την αφρικανική εκστρατεία, που χίλιες φορές καλλίτερα νάλειπε . Την είχαν αρπαγμένη την Αφρική από το Ρωμαϊκό Κράτος οι Βαντάλοι, κατεβασμένοι από την Ισπανία στα 429, και ξεχυμίζοντας αποκείθε κάθε λίγο ρήμαζαν τα μέρη της Ιταλίας.

Τάβλεπες τα καημένα τα παραβλάσταρα κι ανάβλεπαν τρυφερά κι ολόχυμα, σα να το είχε βάλει πείσμα η φύση να τη σκεπάση την ανθρώπινη τη βαρβαρωσύνη. Γης Μαδιάμ ο Παράδεισος εκείνος! Κ' οι κάτοικοί του, οι αγγελόκορμοι εκείνοι οι λεβέντηδες, δίχως νόμο, δίχως τρόπο, δίχως Κυβέρνηση, κι ως τόσο ησυχία παντού, παντού ειρήνη κι απαντεχιά.

Δεν έγινε όμως κ' έτσι δεν έγινε μήτε τανάγνωσμά μου. Όταν έφτασα στην Πόλη, ο Foy που εκεί καθότανε σε κείνα τα χρόνια, μου είπε αμέσως πως η τούρκικη κυβέρνηση θα εμποδίση το Συνέδριο. Στα Θεραπειά πάλε ο πρέσβης της Γερμανίας, κ. von Radowitz, περπατούσε στο ριχτίμ· κ' έλεγε πως του κάκου ήρθαμε και δε θα δούμε Συνέδριο.

Ας είνε, είπεν ο ανθύπατος, προς χάριν σου• αλλ' εάν το επαναλάβη, τι πρέπει να πάθη; Και ο Δημώναξ απήντησε• Διάταξε τότε να μαδηθή και αυτός. Όταν δε κάποιος, εις τον οποίον ο βασιλεύς ενεπιστεύθη την διοίκησιν στρατευμάτων και μιας χώρας εκ των μεγαλειτέρων, ηρώτησε τον Δημώνακτα πώς έπρεπε να κυβερνήση, Χωρίς θυμόν, απήντησεν ο φιλόσοφος. Να λέγης ολίγα και ν' ακούης πολλά.

Μήτε νόμοι πια ζωντανοί, μήτε κυβέρνηση, μήτε πόλεμος, μήτε ειρήνη. Άλλο από γλώσσα δεν απόμνησκε στο κεφάλι τους, άλλο από εγωισμό δεν έκρυβε η ψυχή τους. Δεν είναι ιστορικός μονάχα, ο λόγος που κάτι πιο περιστατωμένα προσπαθούμε να περιγράψουμε το Σοφιστή της Ρωμαϊκής εποχής. Είναι και ψυχολογικός.

Θυμάσαι τι λέγαμε στο χωριό; Αυτό θα σου πη κάθε φρόνιμος πατριώτης και δω, αν του ανοίξης ομιλία για τους λαμπρούς αυτούς αμανίτες. «Ας είναι καλά, φίλε μου, αι ατομικαί επιχειρήσεις· ειδεμή η Κυβέρνησις...» — Και τι την έχετε λοιπόν τέτοια Κυβέρνηση; πώς δεν κάμνετε το λαό να σας διαλέγη πιο προκομμένη Κυβέρνηση; — «Χα, χα! θα φωνάξη τότες ο πατριώτης.