United States or Ethiopia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αν ήταν ένα ή δυο χρόνια μεγαλείτερη θα την έστελνα εις την πόλι να βολευθή. Φρόνιμη και προκομμένη καθώς που είνε, θα εύρισκεν εύκολα μια καλή θέσι, και δεν θα λησμονούσε και τους πτωχούς ανθρώπους που την αναθρέψανε, όταν δεν θα έχω πλέον δύναμι να κόπτω ξύλα ούτε συ δάκτυλα να πλέκης». Η Μηλιά εκαμώθη πώς δεν άκουσε τίποτες.

Στα 414 όμως ο φρόνιμος αυτός κυβερνήτης ή αφήκε, ή αναγκάστηκε ναφήση την εξουσία σ' άλλο σημαντικό πρόσωπο, που παρουσιάζεται άξαφνα στη μέση, και πολύ σημαντικό μάλιστα αφού είταν και γυναίκα, η πρώτη γυναίκα που πήρε την τύχη της ρωμιοσύνης στα χέρια της· η αδερφή του νέου Θεοδοσίου, η παρθενοβασίλισσα η Πουλχερία, που δεκάξη χρονών την κήρυξαν Αύγουστα . Προκομμένη κ' ενάρετη κόρη, με νου κυβερνητικό από τον πάππου της παρμένο, κι αποφασισμένη να μείνη παρθένα μαζί με τις άλλες δυο της αδερφάδες, Αρκαδία και Μαρίνα, πρόβαλε η Πουλχερία καθώς άλλοτες η Αγία Ελένη, μόνο που πήρε ατή της τα χαλινάρια του βασιλείου.

Είναι όμως όμορφο το επεισόδιο, είναι το κάτω κάτω και μέρος της ιστορίας του Θεοδοσίου, και δεν πρέπει να το παραβλέψουμε. Είτανε στην Αθήνα ένας φιλόσοφος, εθνικός βέβαια, Λεόντιος τόνομά του. Είχε τρία τέκνα, δυο αγώρια και μια θυγατέρα, την Αθηναΐδα όμορφη, ξυπνή, προκομμένη. Λέγουν πως ο πατέρας της, αν και την αγαπούσε, αφήκε όλη του την κατάσταση στους δυο του γιους.

Τριάντα χρόνιαμια ζωήκυβέρνησε ο Καπετάν-Μοναχάκης την «Αθηνά». Ο Καπετάν-Μοναχάκης πάντα άξιος και καλόγνωμνος, η «Αθηνά» πάντα καλοθάλασση και προκομμένη. Ούτε αδέρφια, ούτε συγγενείς. Η «Αθηνά» και πάλε «Αθηνά». Πάντα ταξίδια, πάντα φουρτούνες. Τον Μοναχάκη δεν τον σήκωνε το λιμάνι Σαν καθότανε μια βδομάδα στο λιμάνι ο Μοναχάκης αρχίζανε να τον τρων τα νύχια του.

Διότι και αυτό μου ήλθε εις τον νουν προ ολίγου, και από αυτό, το οποίον επρόκειτο να σου ειπώ, ενθυμήθην ότι η νέα μας γλώσσα η προκομμένη μετέτρεψε το &δέον& και το &ζημιώδες&, ώστε να σημαίνουν όλως το εναντίον, διότι εξαφανίζει την σημασίαν των, ενώ η αρχαία γλώσσα δεικνύει την αληθή σημασίαν των δύο αυτών ονομάτων. Ερμογένης. Πώς το εννοείς αυτό; Σωκράτης. Εγώ θα σου το ειπώ.

Θυμάσαι τι λέγαμε στο χωριό; Αυτό θα σου πη κάθε φρόνιμος πατριώτης και δω, αν του ανοίξης ομιλία για τους λαμπρούς αυτούς αμανίτες. «Ας είναι καλά, φίλε μου, αι ατομικαί επιχειρήσεις· ειδεμή η Κυβέρνησις...» — Και τι την έχετε λοιπόν τέτοια Κυβέρνηση; πώς δεν κάμνετε το λαό να σας διαλέγη πιο προκομμένη Κυβέρνηση; — «Χα, χα! θα φωνάξη τότες ο πατριώτης.

Ο νωθρός είτε φιλόπονος εργάτης, ο θεοσεβής είτε κουτοπόνηρος γέρων, ο φιλόχριστος ιερεύς, η καθαρά και φιλόκαλος οικοδέσποινα, η προκομμένη κόρη, η φρόνιμος γραία, όλοι γνωρίζονται μεταξύ των όπως και το καλό κρασί. Και από τα χαρίσματα τα οποία τυχόν έχει έκαστος, μορφούται εν τη μικρά κοινωνία η καλή ή κακή ιδέα, περί της μελλούσης τύχης του.

Αχ! τι γλυκειά πούν' η ζωή! Πέρυσι, ω! πέρυσι, την μεγάλην Πέμπτην πρωί, αφού εγύρισαν από την εκκλησίαν, όπου είχον μεταλάβει όλοι, η καλή και προκομμένη μήτηρ, καίτοι άγουσα ήδη τον έβδομον μήνα της εγκυμοσύνης της, ανεσφουγγώθη και ήρχισε να βάφη εν τη χύτρα τα αυγά, με ριζάρι, κιννάβαρι και όξος.