United States or Greenland ? Vote for the TOP Country of the Week !


Δεν πιστέβω ποτέ στη ζωή μου να είδα ό τι είδα στη Σύρα, μήτε να το είδε κανένας. Τη νύχτα, με το φεγγάρι, δεν υπάρχει πράμα στον κόσμο που νάχη της Σύρας την ομορφιά.

Και τ' άλλο τούτο θα σου ειπώ και βάλε τοτον νου σου• Κρυφά και όχι ολοφάνερατην ποθητήν πατρίδα 455 ν' αράξης, ότι εχάθηκεν η πίστι απ' ταις γυναίκαις. και τώρα τούτο λέγε μου μ' αλήθεια, να το μάθω, αν 'που 'ναι ακόμητην ζωή για το παιδί μου ακούτε, είτ' είναιτον Ορχομενόν ή 'ς την αμμώδη Πύλο, ή 'ς τον Μενέλαο σιμά, 'ς την Σπάρτη την πλατεία• 460 τι ακόμ' η γη δεν σκέπασε τον θεϊκόν Ορέστη».

Ανάθεμα κι αν καταλαβαίνω τι γίνεται σήμερα. ΦΛΕΡΗΣΜη γκρινιάζης, άνθρωπε του θεού. Μη γκρινιάζης. Παύσε πια. Πάρε τις βαλίτσες και πήγαινε τις μέσα. Μ-ΑΡΓΥΡΗΣΜια ζωή αυτό γίνεται. Αυτό ξέρω γω. Όμως καιρός είναι θαρρώ να ησυχάσουμε, να ρίξουμε την άγκουρα. Γεράσαμε, κύριε Τάσσο. Δεν το κατάλαβες; Γεράσαμε. ΦΛΕΡΗΣΈφυγε το βαπόρι; Έφυγε.

Αλλά τολμηρός ακόμη, προκειμένου να υπερασπισθή τη ζωή του, μπόρεσε γρήγωρα να βρη ωραία πονηρά λόγια. Διηγήθη ότι ήτανε τραγουδιστής, και ταξίδευε μ' ένα εμπορικό καράβι για την Ισπανία όπου ήθελε να μάθη να διαβάζη στ' αστέρια. Πειραταί είχαν προσβάλει το καράβι, κι' αυτός πληγωμένος ξέφυγε μ' αυτή τη βάρκα. Τον πίστεψαν.

Όχι, είπε, κράτησε τα κι' αύριο μου τα δίνεις· να κάνουμε πρώτα το χαρτί. — Τι χαρτί; χαρτί είν' ο λόγοςτους καλούς ανθρώπους· δεν θέλω. — Α, όχι· εδώ έχομε ζωή και θάνατο· αύριο κάνουμε το χαρτί και μου δίνεις τα λεφτά. Αλλ' ο Δημήτρης επέμενε και ο βλαχοποιμήν τέλος κατεπείσθη να λάβη τα χρήματα και την Κυριακήν εστεφάνωσε την κόρην του.

Ω του Μαΐου τριανταφυλλάκι! αγαπημένη κόρη, αδελφούλα μου, γλυκύτατη Οφηλία! — Πώς το θέλει ο Θεός η φρένες μίας νέας θνηταίς να ήναι ως η ζωή του γέρου ανθρώπου; Τόσο λεπτή 'ναι η φύσιςτην αγάπην, ώστε 'ς ό,τι αγαπά στέλνει κατόπι κάποιο δείγμα πολύτιμο παρμένο από τον εαυτόν της. Έχε υγείαν, περιστέρι μου.

— Α! αγαπητέ· είπε ο Περαχώρας προσπαθώντας να γελάση. Πώς φαίνεστε ότι παίρνετε τη ζωή από τη μια της όψη! Μα έχετε άδικο, μεγάλο άδικο, σας βεβαιώ. Η ζωή είνε πολύμορφη και κάθε μορφή της αξιομελέτητη. Αλλοιώς εζήσατε σεις, αλλοιώς ζουν τώρα εκείνοι. Εσείς βρίσκεσθε στο τέλος, κ' εκείνοι στην αρχή. Μα κ' η αρχή εκείνων όπως και το τέλος το δικό σας είνε ίσα για τη μελέτη μας.

« Πάτε και σεις, κ' η πίστι σας, » Μουρτάριδες, χαθήτε, » Διάκος εγώ γεννήθηκα, » Και Διάκος θα πεθάνω. » Δε θέλω τη θρησκεία σας, » Και τα φλωριά τα χάνω » Πέντ' έξ ημέραις τη ζωή, » Αν θέλετε, μ' αφήτε.» « Λυσσάζουν από το θυμό » Οι σκύλοι. Με περνούνε «'Σ ένα ελάτινο σουβλί, » Ολόρθονε με σταίνουν, » Φωτιά με ξύλ' ανάφτουνε, » Καιτη φωτιά με ψένουν «'Σάν το κριάρι.

Ω, τέλος έμαθα τόσο καλά την τέχνη να λησμονώ εκείνο που δεν ήθελα να βλέπω, την τέχνη να ονειρεύουμαι μόνο υγεία και μακρόχρονη ζωή, ακόμα και τότε που ο θάνατος πλησίασε την Έλσα τόσο, ώστε είτανε θάμα πώς γλύτωσε.

Γύρω του η ζωή έπαιρνε μια νέα όψη: ένα κύμα χαράς έμοιαζε να πλημμυρίζει το σπίτι όταν ερχόταν ο ντον Πρέντου: ήταν τα δειλά γέλια της ντόνα Έστερ, οι κουβέντες των αρραβωνιασμένων, τα σχέδια, οι φλυαρίες, οι ξαφνικές σιωπές από σεβασμό προς τον άρρωστο. Τότε εκείνος ένιωθε πως τους ήταν εμπόδιο και επιθυμούσε να φύγει.