United States or Heard Island and McDonald Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και πώς περνώ τη μοναξά μου; Μπροστά στα μάτια σου, που δεν είναι τίποτ' άλλο από μια ζωγραφιά και μια ανάμνηση.,, Αχ ας μπορούσα να σέχω τώρα εδώ κοντά μου, κοντά στο άπειρο της γαλήνης τ' ουρανού και της θάλασσας! Και νάξερες πόσο το ωραίο αυτό κάντρο της φύσης μ' έχει πια κουράσει! Πώς περνούνε έτσι οι μέρες μου και πώς θα περάσουν ακόμα!

Με χιλιάδες καΐκια περνούνε τη Μαύρη Θάλασσα και κατεβαίνουνε στη Μικρασία αρπώντας και ξολοθρεύοντας. Ως κι ο Βόσπορος βαρβάρους γέμισε τότες. Στάθηκαν όμως τυχερώτεροι αυτή τη φορά οι Ρωμαίοι με το στρατηγό τους τον Αιμιλιανό, που χτύπησε τους βαρβάρους στη Μοισία και γλύτωσε τον τόπο από την πληγή. Τονέ γλύτωσε όμως για την ώρα μονάχα.

ΧΙΟΣ. Κ' ίντα σας έκαμα εγώ μαθές; ήφτεξά σας τίποτις; εγώ ριξα το πιστόλι; εγώ βάρεσα τον κρητικό; ε μιλλήτενε μαθές; Ίντ άκαμα; εγώ άρματα ε φορώ, που να πήτεν πως βόθουμουν τ' αρβανίτη, — ε ίνταεν εκοιμούμουνε; ΑΣΤ. Δεν περνούνε σε μένα Μπαρτζολέταιςθα σε στείλω α ρέστο νον ζε κάζο. ΧΙΟΣ. Χίλλια ριάλλια δίνω σας, και μη με στέρνετε στη φυλακή, γιατί με σβύνετεν πλια.

Σήκω απάνω, Κεριάκο! του είπε, ο γαμπρός εσηκώθη με δυσκολία· ήταν ελεεινός από το μεθύσι· πριν όμως προφτάση να τον ρωτήξη η αρχή, τον επλησίασεν ο Κοντοπάνης. — Μπρε Κεριάκο, του λέει δυνατά και θυμωμένα. Εσεδά κάνουνε οι τίμιοι άνθρωποι; Αρρεβωνιαζόνται και ύστερα πέρνουνε άλλες; — Μα το θεό, ετραύλισεν ο Κεριάκος· δεν ηξέρω τίβοτα.

Στα ξένα καιστα ξένα και στα μακρινά, περνούνε χώ περνούνε χώρες και βουνά, μα δε βρήκανε κονάκι, σαν κι αυτό το χωριουδάκι. Στην κάμαρα της Αρετούλας. Στέκεται η Αρετούλα, και κοιτάζοντας κάποτε στον καθρέφτη βγάζει τα διαμαντικά της και τα φλουριά της. ΑΡΕΤΟΥΛΑ, ύστερα ΔΕΣΠΩ Αρετ. Χρόνος δεν τα φέρνει όσα μιαν ώρα μπορεί και τα φέρνει.

Και βέβαια θα υποφέρη ένας τόπος μερικούς χρόνους, μα ας είναι και πλούσιος, με τέτοιες χοντρές πλερωμές. Τι παρατηρούμε όμως; Περνούνε δεν περνούνε δέκα χρόνια, και βρίσκουνται στο δημόσιο Ταμείο δέκα φορές πιώτερα χρήματα για την εκστρατεία της Αφρικής που θα ιστορηθή κατόπι.

Το γράμμα του Σμυρνιού λέει πως στα Χανιά δεν περνούνε καλά με τον Ισμαήλ πασά· είνε κιαυτός χριστιανομάχος σαν το Χουσνή. — Αι! θα φύγη κιαυτός σαν το Χουσνή, είπεν ο Σαϊτονικολής. Θα τόνε στείλουν οι Κρητικοί στο γέρο το διάολο, ως εστείλανε και το Βελή πασά. — Ναι, μαν ο Σουλτάνος δε στέρξη να τον αλλάξη, είντα θα γενή; — Πόλεμος, απήντησεν ο Σαϊτονικολής. Δεν το λένε τα χαρτιά του Τακτικού;

Πλερώθηκαν οι Ούννοι, άδειασε το Ταμείο· περνούνε δέκα χρόνια, από έξη βρέθηκαν εξήντα χιλιάδες.

Άλλοτε προλαβαίνει ολότελα την εποχή της και παράγει σ' έναν αιώνα εργασίαν που χρειάζεται ένας άλλος αιών για να την εννοήσουν, να την εκτιμήσουν και να την απολαύσουν οι άνθρωποι. Σε καμμιά περίπτωση δεν ξαναπαρουσιάζει την εποχή της. Να περνούνε από την Τέχνη μιας εποχής στην εποχή την ίδια είναι ένα μεγάλο λάθος που κάνουν οι ιστορικοί. Το δεύτερο δόγμα είναι το εξής.

ΧΟΡΟΣ Άδμητε, παύσε τώρα. Φθάνει αυτή η συμφορά· τον γέρο μην πληγώνης. ΦΕΡΗΣ Παιδί μου, σε ποιόν δούλον σου μιλείς μ' αυτά τα λόγια, σε Φρύγα ή σε ανθρώπον που πήρες στη Λυδία; Δεν είμαι τάχα Θεσσαλός ελεύθερος; Δεν είχα κ' εγώ πατέρα Θεσσαλόν κ' ελεύθερον; Με βρίζεις με λόγια που τα όρια της λύπης σου περνούνε. Μα έπειτα απ' τα λόγια αυτά δεν ημπορείς να φύγης.