United States or Grenada ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μα για κακή μας τύχη μήτε οι Γότθοι δεν είταν αρκετοί, κ' οι Σλάβοι κατόπι σκορπιστήκανε σ' εξοχές και σε χωράφια, κι όχι μέσα στις πολιτείες, και έτσι δεν ωφελήθηκε ίσως ο τόπος όσο έπρεπε από δαύτους. Ο ξένος έχει μονάχα φόβο σαν κατεβαίνει και ξεσκουπίζει απ' άκρη σ' άκρη το ντόπιο στοιχείο, και μάλιστα το κυβερνητικό του μέρος.

τόπος ουδ' ιερός δεν πρέπει να φυλάξη δολοφόνον· να έχ' η εκδίκησις δεν πρέπει περιορισμόν.

Ενώ συ τον υιόν μου με τέτοιους ρύπους ελαφρούς χρισμένον δείχνεις, ως πράγμα, οπούτο μεταχείρισμα ελερώθη, — εδώ πρόσεχεαν ο συνομιλητής σου, αυτός, 'πού τον ψαχνοερωτάς, είδε ποτέ τουτα ελαττώματα εκείνα να 'χη πέση ο νέος, οπού του μελετάς, μην αμφιβάλης ότι τούτο μαζί σου το συμπέρασμα θα κλείση· Άρχοντά μου' θα ειπή ή «φίλε» ή κ' «Εντιμότης», όπως η γλώσσα το 'χει και κατά τον τρόπον 'πού ο τόπος συνηθά.

ΚΟΒΙΕΛ Από τον καιρό που εγνώρισα το μακαρίτη τον πατέρα σας, τον έντιμον αριστοκράτη, καθώς σας είπα, εταξείδεψα σ' όλο τον κόσμο. ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Σ' όλο τον κόσμο; ΚΟΒΙΕΛ Μάλιστα. ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Υποθέτω πως θα είνε πολύ μακριά αυτός ο τόπος. ΚΟΒΙΕΛ Και βέβαια.

Μια μέρα, ω φίλη, θα πάμε μαζύ στον ευτυχισμένον τόπο απ' όπου κανείς δε γυρίζει πίσω. Εκεί υψώνεται ένας μαρμάρινος άσπρος πύργος. Σε καθένα από τα χίλια παράθυρα του λάμπει αναμμένη λαμπάδα. Σε καθένα, τραγουδιστές παίζουν, και τραγουδάνε μελωδίες χωρίς τέλος. Ο ήλιος δε λάμπει εκεί, όμως κανείς δεν πεθυμάει το φως του. Είναι ο ευτυχισμένος τόπος των ζωντανών».

Επερίσσευον μετά τον ενταφιασμόν του πατρός μου ολίγα χρήματα εκ της πωλήσεως του δακτυλιδιού, αλλά το ποσόν ήτο ασήμαντον και μόλις εξήρκει διά την εκ Σπετσών αναχώρησιν, περί της οποίας ήρχισα αμέσως τότε να σκέπτωμαι. Δεν ήσαν αι Σπέτσαι ο αρμόδιος δι' εμέ τόπος. Το εμπόριον απαιτεί τάξιν και ασφάλειάν τινα και ησυχίαν.

Της χροιάς δε το κάλλος φανερώνει η μεταξύ ανθέων διαβίωσις του θεού· διότι εις μη ανθηρόν και μαραμένον και σώμα και ψυχήν και ό,τιδήποτε άλλο δεν εγκαθίσταται ο Έρως, και μόνον όπου είνε τόπος ευανθής και ευώδης, εκεί και κάθηται και μένει. Περί μεν της ωραιότητος λοιπόν του θεού ικανά είνε ταύτα, μολονότι πολλά ακόμη υπολείπονται· ας ομιλήσωμεν δε τόρα και περί της αρετής αυτού.

Σαν πάρει ο χωριανός τη ράχη του βουνού κι ανέβει στην κορυφή, βλέπει κάτω τις στέγες του χωριού του, και αγναντεύει άλλα χωριά που τα έχει ακουστά, και την πολιτεία εκεί δα πέρα, κοντά στη θάλασσα. Και μικραίνει το χωριό του. Νοιώθει πως δεν είναι μοναχό στον κόσμο, και πως ο τόπος είναι μεγάλος.

Αμέ τα βουνά που, όταν είναι κάτω κανένας, μέσα στη ρεματιά, σου φαίνεται κι ανεβαίνουν από κάθε μέρος σα θεόρατος τοίχος. Μου θυμίζουν εκείνα τα δημοτικά, τα παραμύθια, που κάθεται ένας δράκος και φυλάει θησαβρούς. Το ίδιο κ' η Θεσσαλία. Πλούσιος τόπος χωρίς δρόμους· παλάτι μάλαμα γεμάτο, μα που είναι από μέσα κλειδωμένο. Ποίηση και δέντρα όσα θέλετε.

Τότε η θεά του απάντησεν η γλαυκομμάτ' Αθήνη• «Ω ξέν', ήτ' είσ' ανόητος ήτ' έρχεσαι από πέρα, αν ερωτάς γι' αυτήν την γη• και όμως αυτή δεν είναι, όσο την έχεις, άγνωστη• πολλότατοι την ξεύρουν• την ξεύρουν και όσοι κατοικούν προς της αυγής τα μέρη 240 κ' εκείνοι 'πώχουν έμπροσθεν του σκότους τον αέρα• δεν είναι αλογοβόσκητη, νήσος πετρώδης είναι• αλλ' ούτε πάλι πάμπτωχη, αν και όχι εκτεταμένη• σιτάρι' αμέτρητα γεννά, κρασί γεννά ο τόπος• συχνά την βρέχουν η βροχαίς και την ραντίζ' η δρόσος• 245 γίδια και βώδια τρέφονται καλάτην χλωρασιά της, και κάθε δένδρου ζωογονούν τ' αστείρετα νερά της• όθεν η Ιθάκη ακούσθηκεν, ω ξένε, καιτην Τροία, 'που από την γην Αχαϊκή τόσον απέχει, ως λέγουν».