United States or Bolivia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Δεν πρέπει φυσικά να είναι κανείς προκατειλημμένος· μα, καθώς κάποιος μεγάλος είπε προ εκατό χρόνων, σε τέτοια ζητήματα του καθενός χρέος είναι να έχη προτιμήσεις· κι όταν κανείς έχει προτιμήσεις παύει να είναι αμερόληπτος. Μονάχα ένας κήρυκας δημοπρασίας μπορεί εξίσου κι αμερόληπτα να θαυμάζη όλες τις Σχολές της Τέχνης. Όχι, η αμεροληψία δεν είναι καμμιά από τις ιδιότητες του αληθινού κριτικού.

Συνήθειαν είχον αι γερόντισσαι ποιμενίδες του βουνού, όταν νεωτέρα τις μεταξύ τούτων εγέννα βρέφος εν καιρώ χειμώνος, εις το καλύβι, στα βουνά επάνω, και ο χειμών ήτο σφοδρός, όπως εφέτος, επειδή θα ήτον μεγάλος κόπος διά τον παπάν ν' ανέλθη να δώση την συνήθη ευχήν εις την λεχώνα, να γεμίζουν έν αγγείον νερόν, ή από το αγίασμα των Ταξιαρχών ή από το πλούσιον νάμα του Προφήτου Ηλίου, κατά το κατώμερον εις το οποίον έβοσκαν ή εκατοικούσαν αι οικογένειαι των αγροδιαίτων, και να το πηγαίνουν εις τον παπάν, κάτω εις την χώραν.

Αχ! το ξέρω, ψυχή μ', πως το θέλ'ς και το παρα'θέλ'ς, αλλά.... είναι ψηλά μας ένας μεγάλος νοικοκύρης, που μας ορίζει όλους και στέλνει τον άγγελό τ' και μας μαζεύει... Έπειτα, τσιούπρα μ'... εγώ ζω άδικα πλειο. Είμαι πεθαμένη κι' άθαφτη. Μόνο οι δυο πόθοι με συγκρατούν και με βαστούν σε τούτον τον κόσμο. Ο καιρός μ' ήρθε από πολλής. Ούρμασε τ' απίδι και θα πέση κάτω από την απιδιά.

Φαίνεται πως πολύ τον πόνεσε ο μεγάλος ο σοφιστής τον Ιωάννη, και πως τα σίδερα έφαγε να τον πλανέψη και να τονέ γυρίση ειδωλολάτρη με τα μαγικά εκείνα Ομηρικά παραμύθια του. Μα της μητέρας το θέλημα στάθηκε πιο δυνατώτερο, της μητέρας εκείνης που ο ίδιος ο Λιβάνιος τηνέ θαμάζουνταν, κι ο νους του δεν το χωρούσε πώς να μην ξαναπαίρνη δεύτερον άντρα σα χήρεψε.

Ο αητός ανατριχιάζει Κράζει ελαφρά το ταίρι του, τα νύχια του αναδεύει. Και τα φτερά με το ραμφί δυο-τρεις βολαίς χτυπάει. Είν' αγριογίδια που περνούν γοργά κι' αρμαθιασμένα, Μπροστά μπροστά πάει το τραγί, οπ' οδηγάει και σέρνει, Κ' έρχεται από κοντά η κοπή, γίδια και γιδομόσχια. Και γίνεται μεγάλος θροςτης σάρες, 'ς ταις χιλιάδες!

Πολύ σπάνια, μεγάλος άνθρωπος αφήκε μεγάλο διάδοχο. Αν είτανε στα καλά του ο Κωσταντίνος τότες που μοίραζε την Αυτοκρατορία, θα λέγαμε πως πρέπει να την παρατήρησε αυτή την αλήθεια, κι αφήκε πέντε διαδόχους, ίσως κ' έβγαινε ένας τους άξιος και ξεπερνούσε τους άλλους, καθώς ο ίδιος στη νιότη του.

Είχαν αδειάσει σιγαλά και το δεύτερο ποτήρι, κάποια καλωσύνη πλημμυρούσε τις ψυχές τους και είχαν διάθεσι νανοίξουν τις πόρτες του Παραδείσου και να βάλουν όλο τον κόσμο μέσα. — Ο Θεός είνε μεγάλος, είπαν κ' οι δύο μ' ένα στόμα. — Δεν πίνεις και κανένα κρασάσι, ευλογημένε, ξαναείπε δυνατά ο Παπα-Παρθένης. Στέγνωσε το λαρύγγι μας. Και «οίνος ευφραίνει καρδίαν ανθρώπου», είπε ο Προφητάναξ.

Κατά τα μεσάνυχτα άρχισεν ο χορός, μεγάλος και συρτός χορός γύρ' από το μασαλά.

Δος μου το τ' άσπρο χέρι σου μ' όλη τη βούλησή σου Στην ξαναμένη μου καρδιά να το σιμώσω, Χρύσω, Να νιόσεις τη λαχτάρα της, τους χτύπους της ν' ακούσης Αχ! ο μεγάλος μου ο καϊμός θα να μ' αποσβολώση, Θα γένω σαν τον ξέρακα τον αστραποκαμένο Και θα χαθώ στην έρημο χωρίς δροσούλα κ' ίσκιο, Χωρίς αντίρριμα χλωρό, χωρίς κλωνί ανθισμένο.

Μα να φεύγουν οι φτωχοί ζευγολάτες από το χωριό τους για να παν στις πολιτείες και στην ξενιτιά, είτε για να πλουταίνουν είτε για να σπουδάσουν και να γίνουν μεγάλοι άνθρωποι, ― αυτό ποτέ δε βγαίνει σε καλό τους. Κανείς απ' αυτούς δεν έγινε ποτέ ούτε πλούσιος, ούτε βγήκε μεγάλος. Οι εξαίρεσες είναι τόσο σπάνιες, που μήτε λογαριάζονται.