United States or Bolivia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Οι καταστροφές της ξεσπούν ανάποδα, και σ' ανθρώπους που δεν έπρεπε. Τρόμος αλλόκοτος φτερουγίζει γύρω στις κωμωδίες της κ' οι τραγωδίες της φαίνεται πως καταλήγουνε σε φάρσα. Λαβώνεται πάντα όποιος τη σιμώση. Τα πράγματα βαστούν ή παραπολύ ή λιγώτερο απ' όσο φτάνει. ΕΡΝΕΣΤΟΣ. — Κακομοίρα ζωή! Κακομοίρα ζωή του ανθρώπου!

Αχ! το ξέρω, ψυχή μ', πως το θέλ'ς και το παρα'θέλ'ς, αλλά.... είναι ψηλά μας ένας μεγάλος νοικοκύρης, που μας ορίζει όλους και στέλνει τον άγγελό τ' και μας μαζεύει... Έπειτα, τσιούπρα μ'... εγώ ζω άδικα πλειο. Είμαι πεθαμένη κι' άθαφτη. Μόνο οι δυο πόθοι με συγκρατούν και με βαστούν σε τούτον τον κόσμο. Ο καιρός μ' ήρθε από πολλής. Ούρμασε τ' απίδι και θα πέση κάτω από την απιδιά.

Κι' όλοι όσοι μένανε άλλοτες μες στο καραβοστάσιόλοι τιμόνια που βαστούν, που κυβερνούν καράβια, κι' όλοι οι ταμίες του στρατού που το ψωμί μοιράζουντότες κι' αφτοί στη συντυχιά πηγαίνανε, τι βγήκε 45 ο Αχιλιάς π' από καιρό σπαθί δεν είχε αγγίξει.

Ήκουσε τον γέροντα όπισθέν του ασθμαίνοντα και, σύρας προς το στήθος του το σχοινίον, εκράτησε τον όνον. Ο χωρικός έσπευσε το βήμα και ήλθε πλησίον του. — Τι έπαθες, παππά μου; Τι στέκεις; — θα καταίβω ν' αναίβης συ, και όταν κουρασθώ, αλλάζομεν. — Καλέ, τι λόγος! Να καθίσω εγώ και να περιπατής εσύ! — Είσαι κουρασμένος, γέρο μου. — Εγώ κουρασμένος! Βαστούν ακόμη τα κόκκαλά μου κ' έννοια σου!

Τα έξοδά μου στο δρόμο θα τα οικονομήσω μαζεύοντας βότανα, χορτάρια, κι' αγριολάχανα, κι' όποια χριστιανή βρω κ' έχη το παιδί της άρρωστο, ή τον άνδρα της, θα της κάμω ψευτογιατρικά να βοηθήσω τον άνθρωπό της, να την υποχρεώσω . . . Μπορείς εσύ; Βαστούν τα κότσια σου; — Τι θα κάμω; μπορώ, δεν μπορώ, απήντησεν η Πορταΐταινα. Καλλίτερα να πάμε συντροφιά, όπως ήρθαμε. Κ' εξεκίνησαν.

Κρατείτη ζώνη τα κλειδιά που πήρε από το Κούγγι Όταν τον έφαγε η φωτιά. Αχτίδαις τα μαλλιά του Τα γένεια σπίθαις και καπνός. Οι πέντε του συντρόφοιτον ώμο τους τονέ βαστούν. Ανέμιζαν τριγύρωτο φοβερό καλόγερο παιδιά βυζασταρούδια, Αγράμπελαις που εφύτρωσαντο βράχο του Ζαλόγγου, Καθένα τούχε η μάνα τουτην τραχηλιά της ρόδο.

Καμμιάν φοράν εις αυλικού παρασκαλόνει μύτην, και εύνοια βασιλικήτον ύπνον του μυρίζει. Αυτ' είν' η στρίγλα πώρχεται την νύκτα, και πλακόνει τας νέας, όταν κείτονται ανάσκελατην κλίνην, και τας γυμνάζει να βαστούν των γυναικών το βάρος· αυτ' είν' εκείνη.... ΡΩΜΑΙΟΣ Σώπαινε, Μερκούτιέ μου, σώπα, και διά τίποτε λαλείς.

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ Γρήγορα κάμετ' όμως, γιατ' είνε κ' ένας νόμος: όσοι στην Πνύκα για να παν πρωί-πρων δεν έβγουν, ούτε παλούκι δεν βαστούν στα χέρια τους σαν φεύγουν. ΧΟΡΟΣ Έφθασ' η στιγμή, ώ άνδρες• στη γραμμή και ξεκινάτε• τούτο πάντοτε να λέτε και ποτέ μην το ξεχνάτε• είν' ο κίνδυνος μεγάλος αν μας πιάσουνε στη φάκα, να σκαρώνουμε τη νύχτα στο σκοτάδι τέτοια φιάκα.

Είναι κοινοί, ευτελείς και οχληροί. Όσο για την Εκκλησία, δεν φαντάζομαι τίποτε καλύτερο για την ανάπτυξη μιας χώρας από την παρουσία μιας ομάδος ανθρώπων, που το χρέος τους να είναι το να πιστεύουν στο υπερφυσικό, να κάνουν κάθε μέρα θαύματα και να βαστούν ζωντανή εκείνη τη μυθοπλαστική δύναμη, που τόσο απαραίτητη είναι για τη φαντασία.

Τραβούσαν πυργαγκώναρα και γκρέμιζαν μπροστήθια, τα προβαλμένα μόχλεβαν στηρίδια, που οι Αργίτες τάστησαν πρώτα μες στη γη για να βαστούν τους πύργους. 260 Αφτά τραβούσαν, κι' όλπιζαν των Αχαιών το κάστρο να σπάσουν· όμως βήμα αφτοί δε σάλεβαν ακόμα, Μον τα μπροστήθια φράζοντας μ' ασπίδες βοϊδοπέτσες χτυπούσαν τον οχτρό από κει καθώς ορμούσε απάνου. 264