United States or Gibraltar ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΧΟΡΟΣ ΝΕΦΕΛΩΝ Καταλαβαίνεις τάχα, ότι εμείς μονάχα απ' όλους τους θεούς, πολλά θα σου δωρήσουμε καλά; Σαν τάχη αυτός χαμένα και κρέμεται από σένα, και τη δική σου προσταγή να εκτελέση δεν θ' αργή, — γλείφ' του το γρηγορώτερο ό,τι μπορείς περσσότερο. Να γίνη δεν πολυαργεί σε τέτοιες σκέψης αλλαγή. ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ Τι έπαθες, καλέ πατέρα; Μα τον Δία του Ολύμπου, δεν είσαι καλά.

Κάνε ό,τι μπορείς, Λιόλια, να τη συνεφέρης ! Άσ' τα κλάματα τώρα! αυτά μας έλειπαν. . . Έφθασα. . . Μη φύγης, Κύριε Νίκο ! μη μ' αφήσης μονάχη ! -ξεφώνισε θρηνιάρικα η Λιόλια.

Άιντε, και λιγώτερο να θυμάσαι τη μάννα σου! Όσο μπορείς λιγώτερο! Την αυγήν, επάνω εις το γλυκοχάραμα, όταν πλέον ο βαρδιάνος της πρώρας ήρχισε να ξεχωρίζη τους μιναρέδες της Καλλιπόλεως, το πλήρωμα κατά πρόσκλησιν του ναυκλήρου, του Γιωργάκη της Λιμπέριαινας, παρέστη εις μίαν τρυφερωτάτην σκηνήν, η οποία αξίζει τωόντι τον κόπον μιας περιγραφής.

ΚΡΕΟΥΣΑ Αχ! τι να κάμω; σύγχυσι μας φέρν' η δυστυχία. Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Νά, εκδικήσου το θεό που σ' έχει αδικημένη. ΚΡΕΟΥΣΑ Πώς θα νικήσω εγώ, θνητή, τον δυνατώτερό μου; Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Τα ιερά χρηστήρια να κάψης του Λοξία. ΚΡΕΟΥΣΑ Φοβάμαι• γιατί βάσανα ετράβηξα ως τώρα. Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Έ, καμ' εκείνο που μπορείς• και σκότωσε τον άνδρα. ΚΡΕΟΥΣΑ Τον σέβομαι, απ' τον καιρό που ήταν καλός για μένα.

Μα τον Ποσειδώνα! είπα, εγώ τότε· τώρα πλέον μ' αυτό επέθεσες τον κολοφώνα εις την σοφίαν σας· αρά γε θα την αποκτήσω και εγώ ποτέ, ώστε να γίνη και δική μου; — Και μήπως τάχα, Σωκράτη, θα την γνωρίσης, αν γίνη δική σου; — Εάν τουλάχιστον το θελήσης εσύ, πιστεύω ναι. — Και υποθέτεις λοιπόν, εξηκολούθησε, πως γνωρίζεις τα δικά σου; — Αν δεν λέγης συ τίποτε άλλο· διότι από σένα πρέπει να αρχίζωμεν και εις τον Ευθύδημον να τελειώνωμεν. — Νομίζεις λοιπόν ότι εκείνα τα πράγματα είναι δικά σου, που τα έχεις εις την κατοχήν σου και μπορείς να τα κάμης ό,τι θέλεις; παραδείγματος χάριν, το βώδι και το πρόβατον, που θα μπορούσες να τα πουλήσης και να τα χαρίσης και να τα θυσιάσης σε όποιο θεό θέλεις, νομίζεις πως είναι δικά σου; και εκείνα, που δεν θα μπορούσες να διαθέσης κατ' αυτόν τον τρόπον, δεν θα είναι δικά σου;

Μην αφίνεις το ολίγο, που στο χέρι σου κρατάς, Για να βρης παράνω ακόμα, τι δεν ξέρεις τι ζητάς. Όσο έχεις είναι βέβιο· τ' άλλο, ελπίδα καρτερείς· 385 Κι' οχ τα διο να μείνης άδιος, αν δεν έχεις νου, μπορείς. Μ Υ Θ Ο Σ ς. Φ ο ρ ά δ α και

Ας αλλάζουν λιβάδια με βράχους και δάση, γύρω ας φεύγουν που πύργοι, που καλύβας καπνός· είτε ειδύλλιο γελούμενο απλώνεται η πλάση, είτε αντάρες και μπόρες κρεμά ο ουρανός, μη θαρρείς το πανί σου μπορείς να βαστάξης, όπου θέλει το κύμα μαζί του θ' αράξης.

ΟΙΔΙΠΟΥΣ Όσο μπορείς πιο γλίγωρα απομάκρυνέ με σε τόπον, όπου ανθρώπου δεν πατούνε πόδια. ΚΡΕΩΝ Θα το ’καμνα, αν δεν έπρεπε πρώτα κι απ’ όλα να ρωτηθή ο Απόλλωνας τι χρεία να κάμω. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Αλλά ο χρησμός καθαρά του θεού προστάζει τον ασεβή, τον πατροκτόνον ν’ αφανίσης. ΚΡΕΩΝ Ναι.

Ο έρως είναι ελεύτερος, Ποτέ σου δεν μπορείς Να τον κρατήσης σκλάβο σου, Του κάκου το θαρρείς. Μη τον παντέχεις λαίμαργοτου Κροίσου τα καλά. Ή 'πής του μέγα Αλέξανδρου Ο θρόνος τον γελά. Τον διόχνει η σκυθρωπότητα, Το άγριο τον φοβάει· Ευγένια, και αξίωμα Αυτόν δεν τον τραβάει. Κι' αυτόν τον τυραγνάς· Και κράζεις υστερώτερα Τον έρωτα σκληρό, Αντίς να κράξης άτυχον Αυτό σου τον καιρό.

Κάθησε κοντά μου, είπε. Δε θα ερεθιστώ. Θα μιλήσω ήσυχα. Γιατί δεν είμαι πια ανήσυχη. Αιστάνουμαι μόνο πως γκρεμίζουνται όλα. Δεν είμαι πια εδώ, αν και δεν μπορείς να το νοιώσης ακόμα, γιατί ξέρεις τόσα λίγα και γιατί τόσα λίγα μπορούσα να σου πω και γω.