United States or Kiribati ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και πριν ακόμη λάβη ο νέος καιρόν να πάρη καλά καλά την αναπνοήν του τον παραλαμβάνει ο Διονυσόδωρος και τον ερωτά: — Αλλά δεν μου λέγεις, Κλεινία, όταν ο διδάσκαλός σας σάς εμάνθανε κάτι τι από στήθους, ποιοι το εμάνθανον, οι σοφοί ή οι αμαθείς; — Οι σοφοί, απήντησεν ο Κλεινίας. — Οι σοφοί λοιπόν μανθάνουν και όχι οι αμαθείς. Ώστε δεν απήντησες σωστά εις τον Ευθύδημον.

Κρίτων Είναι η αλήθεια, Σωκράτη, πως εγώ αγαπώ να ακούω και με ευχαρίστησίν μου πάντα να μανθάνω κάτι· φοβούμαι όμως πως δεν είμαι από τους ομοίους με τον Ευθύδημον, αλλά από εκείνους τους άλλους, που έλεγες δα και συ, που καλύτερα θα είχαν να εξελέγχωνται, παρά να εξελέγχουν με τέτοια μέσα.

Αυτούς λοιπόν όλους εγώ τους έδειξα εις τον Ευθύδημον και του έλεγε πως όλοι είμεθα έτοιμοι να διδαχθώμεν από αυτόν. Πράγματι δε και ο Κτήσιππος επεβεβαίωσε με προθυμίαν μεγάλην την επιθυμίαν του, και όλοι οι άλλοι συνήνωσαν τας παρακλήσεις των προς τους δύο αδελφούς, διά να μας αποκαλύψουν τα μυστήρια της τέχνης των.

Κρίτων Όχι, μα τον θεόν, δεν το πιστεύω· διότι, αν πραγματικώς τα είπεν αυτά, τότε σου λέγω ότι δεν έχει ανάγκην ούτε τον Ευθύδημον ούτε κανένα άλλον άνθρωπον να πάρη δάσκαλον. Σωκράτης Τότε, λοιπόν στο θεό σου! μήπως ήτανε τάχα ο Κτήσιππος που τα είπε αυτά και εγώ δεν το ενθυμούμαι; Κρίτων Ποιος Κτήσιππος;

Αυτά είνε, ω άνδρες, που επαινώ εγώ τον Σωκράτη· και επίσης που τον κατηγορώ, εκθέσας μαζί και τους εξευτελισμούς που υπέστην από αυτόν. Και δεν έχει μεταχειρισθή μόνον εμένα κατ' αυτόν τον τρόπον, αλλά και Χαρμίδην τον Γλαύκωνος και Ευθύδημον τον Διοκλέους και άλλους πάρα πολλούς, τους οποίους εξαπατών ως δήθεν εραστής, αγαπώμενος μάλλον ο ίδιος καθίσταται αντί εραστού.

Εν τούτοις ο Κλεινίας είχεν αποκριθή εις τον Ευθύδημον, ότι μανθάνουν όσα δεν γνωρίζουν εκείνοι που μανθάνουν. Και ο Ευθύδημος εξηκολούθησε να τον ερωτά κατά τον αυτόν τρόπον καθώς και πρότερον: — Δεν μου λέγεις, Κλεινία, γνωρίζεις τα γράμματα; — Τα γνωρίζω. — Μα όλα; — Όλα. — Αλλά όταν ένας απαγγέλλη κάτι τι, δεν απαγγέλλει γράμματα; — Βεβαίως.

Και τοιουτοτρόπως έγραψε την ευφυεστάτην και αληθώς αριστοφάνειον ταύτην σάτυραν, εις την οποίαν παρουσιάζει τους δύο ασήμους σοφιστάς Ευθύδημον και Διονυσόδωρον, ως αγοραίους γελωτοποιούς, επιδεικνύοντας μετά περισσής αηδίας και ψυχρότητος την διαλεκτικήν εκείνην, ήτις μολονότι πηγάζουσα εκ της σχολής του Σωκράτους, υπέστη τοσαύτην παρέκκλισιν, οφειλομένην κυρίως εις την επίδρασιν του Ζήνωνος.

Αφού λοιπόν αντήλλαξα μαζί των τους θερμοτέρους χαιρετισμούς, ύστερ' από τόσον καιρόν που είχα να τους ιδώ, εστράφηκα προς τον Κλεινίαν και του λέγω: Αγαπητέ μου, να σε παρουσιάσω εις τον Ευθύδημον και τον Διονυσόδωρον, ανθρώπους αληθινά σοφούς όχι εις μικρά και ασήμαντα πράγματα, αλλά εις τα σπουδαιότατα· διότι γνωρίζουν κατά βάθος όλα τα μυστήρια της πολεμικής τέχνης, όσα χρειάζεται να γνωρίζη ένας που θέλει να γίνη καλός στρατηγός, να διοική ένα στράτευμα, να το παρατάσση εις μάχην, και να το καταστήση εν γένει εμπειροπόλεμον.