United States or Chad ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εκ τούτων ο μεν ήτο ο υιός του εξάρχου, ο δε άλλος ήτο Νικήτας ο υιός του Γρηγορά, υποστρατήγου και συγγενούς του Ηρακλείου. Ο δε Νικήτας διά ξηράς, επί κεφαλής στρατού πεζού, επορεύετο την μακράν οδόν από της Καρχηδόνος μέχρι της Κωνσταντινουπόλεως.

Σαν έφεξε δευτέρα κι ο κόσμος ξεκινούσε να πάη στη δουλειά του, δεν περνούσε πια το δρόμο με το καλάθι η Ασήμω καθώς πάντα, να τραβήξη κατά τα δέντρα, νανταμώση συντρόφισσες, και να κόβουνε και να ράβουνε διαβαίνοντας. Αλλού ταξίδευε τώρα ο νους της. Έπρεπε τώρα να σκαρώση νοικοκεριό, να διαρμίση το σπιτικό της, να βαστάξη και κάποια θέση. Κομμάτι και το βαρύ, να την ψηφάη κι ο κόσμος.

Ανοίξατε την πορτίτσα σας εις την φτωχήν, την άμοιρην, την έρημην γρήτσα. Θα σας δώσω την ευχούλα μου, να τα χιλιάνετε, να τα μυριάνετε, να πάρετε τα χρονάκια μου, όχι τα βάσανά μου. Πάντα μοναχή, έρημη και σκοτεινή ζω εις αυτόν τον κοσμάκη. Δεν έχω ψωμάκι, δεν έχω λαδάκι, δεν έχω φαγάκι. Ανοίξατε την πορτούλα σας χριστιαναίς.

Τι θέλεις λοιπόν να προτιμήσω; Να δεχθώ την απόφασίν σας και να σιωπήσω ή κατά μίμησιν του Ιμεραίου ποιητού να γράψω νέον έργον αναιρούν το πρώτον; ή θα μου επιτρέψετε να εφεσιβάλω την απόφασιν; ΠΟΛ. Διατί όχι, αν έχης να φέρης δικαίας παρατηρήσεις; Διότι δεν έχεις να κάμης με αντιδίκους, ως λέγεις, αλλά με φίλους. Εγώ δε είμαι πρόθυμος και ως μάρτυς να σου χρησιμεύσω.

Κατά σύμπτωσιν, η κατά της Μιλήτου επιδρομή των Αθηναίων, κατά την οποίαν οι Πελοποννήσιοι δεν ηθέλησαν να προχωρήσουν και να ναυμαχήσουν, παρέσχε νέαν αιτίαν, ώστε ο Τισσαφέρνης, γενόμενο, αμελέστερος περί την πληρωμήν του μισθού, να προσελκύση έτι μάλλον το μίσος, το οποίον οι Πελοποννήσιοι είχαν ήδη δι' αυτόν ένεκα του Αλκιβιάδου.

Εις αυτήν λοιπόν την συνέλευσιν ας παρουσιασθή αμέσως όστις επεθεώρησε τους νόμους των άλλων πόλεων, όταν επιστρέψη, και αν ευρήκε εις κανέν έθνος καμμίαν πληροφορίαν περί νομοθεσίας ή εκπαιδεύσεως ή ανατροφής είτε ο ίδιος αντελήφθη τίποτε, να τα ανακοινώση εις την συνέλευσιν όλην.

Ξηρές κι ολόγυμνες η κορυφές τούτες, δίχως κλαρί, δίχως φυτιά, σαν καψαλισμένες από την πολλή μπαρούτη που κάηκε απάνω τους, ερροδοβάφοντο, σα να κοκκίνιζαν παρθενικά στα φιλήματα του ερωτεμένου ηλιού, σα νάνοιωθαν κάποια ζωή νιότικη μέσα τους, σα νάθελαν να δείξουν ότι ποτέ δε γεράζουν τα βουνά ταύτα, ότι χτυπάει μέσα τους πάντα λεβέντικη καρδιά κι ανυπόταχτη, και βράζει μέγας θυμός κι απάτητος.

Επειδή δε υπάρχουν μερικά ηδονικά εκ φύσεως και άλλα μεν από αυτά είναι απόλυτα, άλλα δε ανάλογα προς τα γένη των ζώων και των ανθρώπων, άλλα δε δεν είναι φυσικά αλλά επίκτητα ένεκα σωματικής στρεβλώσεως ή από διαφόρους συνηθείας, και άλλα από την μοχθηράν φύσιν, είναι δυνατόν να παρατηρήσωμεν και διά το καθέν από αυτά παρομοίας διαθέσεις.

Ανεχώρησαν λοιπόν οι Αθηναίοι και οι Πελοποννήσιοι μετά του στρατού των εκ της Πύλου και μετέβη καθείς εις την πατρίδα του, η δε υπόσχεσις του Κλέωνος, αν και παράλογος, εξεπληρώθη· διότι εντός είκοσιν ημερών έφερε τους Λακεδαιμονίους εις τας Αθήνας, ως υπεσχέθη.

Ο ασθενής Θανάσης, τον οποίον είχον φέρει οπίσω εις την πόλιν, δεν κατώκησε πλέον εις την πατρώαν οικίαν, την οποίαν είχον γράψει ως προίκα εις το συμβόλαιον, κ' εν αυτή θα εγίνοντο αι εορταί και τα δείπνα του γάμου. Προς ανατολάς ταύτης ήτο μικρά πλατεία, και πέραν της πλατείας ήσαν άλλαι οικίαι.