United States or France ? Vote for the TOP Country of the Week !


Έκαστος έφερεν ένα λίβελλον εκ των σκληρών ψόγων κατά της πτωχής παιδίσκης. Η αγορά και η πώλησις. Την νύκτα, την μετά την αυτήν εκείνην ημέραν, καθ' ην συνέβησαν τα ανωτέρω εκτεθέντα, δύο άνδρες οδοιπόρουν εν μέσω δάσους πιτύων, οκτώ ή δέκα μίλια μακράν της Μονεμβασίας. Φθάσαντες εις μέρος τι επίπεδον, κατέβησαν από των υποζυγίων εφ' ων εκάθηντο και ήρχισαν να συνομιλώσιν.

Έκαμε τον σταυρόν του κ' εξεκίνησεν. Αλλά δεν ήργησε να καταλάβη ότι το ζωντόβολον, ένεκα του γήρατος και της μετρίας τροφής την οποίαν είχε λάβει, δεν θ' αντείχε καλώς εις την μακράν οδοιπορίαν, και ότι θα ήτο ικανόν να &μαραζώση& τον αναβάτην. Άμα έφθασεν εις τον επάνω Άι-Γιαννάκην, ου μακράν της πόλεως, κατέβη και απεφάσισε να οδηγή το ονάριον πεζός βαίνων.

Ηρώτων τους διδασκάλους, τους υπηρέτας, τον σκάπτοντα τον αύλακα χωρικόν και τον επαιτούντα με οβολόν παχύν Καπουκίνον• ολοκλήρους δε ώρας εδαπάνων παρά τοις βιβλιοκαπήλοις οσφραινόμενος την κόνιν σκωληκοβρώτων τόμων, επί τη ελπίδι ν’ ανεύρω της Παπίσσης μου τα ίχνη, άτινα όμως μετά τοσαύτης επιμελείας είχον εξαλείψει οι ιερείς εν Ιταλία, ώστε μετά μακράν καταδίωξιν, αφού πολλάκις ανέκραξα ως ο ψιττακός του Καίσαρος, «Tempus et labor oleunt», η περιεργία μου ουδέ ψιχίον ευρίσκουσα, απέθανε τέλος πάντων της πείνης.

ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Πόσον θα ήμην ευτυχής, εάν ήρμοζε να με λάβης μαζή σου εις αυτό σου το ταξείδιον ! ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Και συ θα ταξειδεύσης ως εγώ και θα ενθυμήσαι τον πατέρα σου εκεί. ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ. Με την μητέρα μου θα ταξειδεύσω ή μόνη ; ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Μόνη, μακράν του πατρός και της μητρός σου. ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Λοιπόν με στέλλεις, πάτερ μου, να κατοικήσω εις άλλον οίκον ; ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Άφες αυτά.

Η δε θεια-Αννούσα, εννοήσασα τούτο, είχεν αρχίσει να ετοιμάζη την μικράν βασταγήν της, μη προσέχουσα πλέον εις την ομιλίαν, με ολόδροσον χαράν, την οποίαν της έφερνον εις το γελαστόν πρόσωπον αι αύραι των βουνών του σκιερού χωρίου της, ευωδιάζουσαν πατρίδος ευωδίαν· και ηύχετο μεγαλοφώνως εις τους περί αυτήν, ως ν' απεβιβάζετο πλέον, από τόσον μακράν: — Πάντα κατευόδιο!

Πέμπουν εις τας Συρακούσας άνθρωπον πιστόν μεν εις αυτούς, όχι ολιγώτερον δε κατά τα φαινόμενα πιστόν και εις τους στρατηγούς των Συρακουσίων· ο άνθρωπος εκείνος ήτο εκ Κατάνης και είπεν ότι ήρχετο εκ μέρους τινών Καταναίων, των οποίων οι Συρακούσιοι στρατηγοί εγνώριζαν τα ονόματα και ήξευραν ότι ήσαν εκ των εντός εκείνης της πόλεως απομεινάντων εις αυτούς φίλων· είπεν ότι οι Αθηναίοι διενυκτέρευαν εντός της πόλεως μακράν του στρατοπέδου· ότι, εάν οι Συρακούσιοι ήθελαν καθ' ωρισμένην ημέραν να προχωρήσουν άμα τη αυγή πανστρατιά κατά του εχθρικού στρατοπέδου, αυτοί μεν οι Καταναίοι ήθελαν κρατήσει τους ευρεθησομένους εν τη πάλει και ήθελαν πυρπολήσει τα πλοία, οι δε Συρακούσιοι, προσβάλλοντες τα χαρακώματα, ευκόλως ήθελαν κυριεύσει το στρατόπεδον· τέλος, ότι πολλοί Καταναίοι ήθελαν συμπράξει εις την επιχείρησιν ταύτην, ότι ήσαν ήδη προητοιμασμένοι και ότι ήλθεν εκ μέρους αυτών.

Ούτος ευρίσκετο ομολογουμένως εις δυσκολωτέραν θέσιν ή οι προκάτοχοι αυτού. Η ημετέρα διαγωγή κατά το 1868 είχε ψυχράνη πάσαν καλήν διάθεσιν. Το χρεωστούμενον ποσόν ηυξάνετο ταχύτατα• είχεν ήδη φθάση εις 8,428,975 Λ., ότε, κατά το 1875, ο κ. Γεννάδιος έγραφε την μακράν αυτού έκθεσιν. Αι πρόοδοι του Ελληνικού κράτους ήσαν καταφανείς και η εξόγκωσις των ελληνικών προϋπολογισμών έτι καταφανεστέρα.

Αλλ' ο άνεμος επετίθετο μετά λύσσης· τ' απώθει, τα παρέσυρεν εν τη ορμή του, τα εστριφογύριζεν εις ζαλόεσσαν δίνην και τέλος τα έρριψε μακράν, πολύ μακράν το έν του άλλου. — Ο Γιάννος πάειτα βουνά κ' η Μάρω πάειτους κάμπους! ανέκραξε η μάγισσα περιχαρής· αυτού σας θέλω αναθεματισμένα! Ο Γιάννος κ' η Μάρω έφθασαν, όπου επόθουν αι ψυχαί των.

Μόνο οι εχθροί μου θα ήθελα να έχουν τέτοια ευτυχία. Αλλά πριν φύγω θέλω να του δώσω ένα σκαμπίλι. ΣΙΜ. Ποιός μ' εκτύπησε; Με ληστεύουν τον δυστυχή. ΜΙΚ. Σκούζε και ξενύχτα, λυώνε κοντά στο χρυσάφι και παίρνε το χρώμα του. Εμείς δε ας πάμε, αν θέλης, εις του Γνίφωνος του τοκιστού. Δεν είνε μακράν απ' εδώ το σπίτι του.-Μας άνοιξε και αυτή η θύρα.

Οπωσδήποτε οι Αθηναίοι, άμα τους ανηγγέλθη η είδησις αύτη, ευθύς έτρεξαν πανδημεί εις τον Πειραιά, φρονούντες ότι αι εσωτερικαί αυτών διαιρέσεις έπρεπε να υποχωρήσουν απέναντι του εχθρού, πού ήτο πλέον όχι μακράν, αλλά προ του λιμένος ήδη.