United States or Jamaica ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και κατά την τελευταίαν ταύτην οδοιπορίαν, ο Κύριος δεν διέφυγε τους ελέγχους, την αντίδρασιν, τας ενστάσεις, ενί λόγω τον Φαρισαϊσμόν των Φαρισαίων και των ομοίων ταυτοίς.

Ο κόσμος ήτο ολίγος, ίσως διότι ο άφθονος πηλός των οδών εμπόδισε τους περισσοτέρους να επιχειρήσωσι την από της οικίας των εις τον σιδηροδρομικόν σταθμόν οδοιπορίαν, πολύ μακροτέραν και δυσαρεστοτέραν της από του σταθμού εις το Φάληρον· το δε εστιατόριον του σιδηροδρόμου ήτο κλειστόν, διότι πιθανώς η χιών της προτεραίας είχε παγώσει τους κερδοσκοπικούς υπολογισμούς του ξενοδόχου.

Ότε εισήλθεν εις την κωμόπολιν, ήτο βαθεία νυξ. Η γραία επίτηδες παρέτεινε την οδοιπορίαν, ίνα μη ακούση μηδέ το άσμα των Χριστουγέννων. Της έκαμνε κακό. Εισήλθεν εις τας στενωπούς. Όλαι ήσαν έρημοι και σιωπηλαί. Ούτε το πανηγυρικόν άσμα ηκούετο πουθενά πλέον, αλλ' ουδ' έλαμπε φως εις κανέν παράθυρον. Μετ' ολίγον η γραία ήρχισε παραδόξως να επιβραδύνη έτι μάλλον. Ήρχισε να τρέμη.

Ενώ δε κατεγίνοντο να στρατοπεδεύσωσιν εις εκείνο το μέρος, ήλθεν άνθρωπος εκ μέρους του Αρυάνδου προσκαλών αυτούς. Τότε οι Πέρσαι παρεκάλεσαν τους Κυρηναίους να τοις δώσωσι τρόφιμα διά την οδοιπορίαν των, άτινα τοις εδόθησαν και ανεχώρησαν εις την Αίγυπτον.

Εσκέφθη να γυρίση οπίσω, αλλ' ήτο νύκτα πλέον και θα υπέφερε πολύν κόπον εις την νυκτερινήν οδοιπορίαν, με τους ανωμάλους και βοθρώδεις δρόμους και με την σκοτίαν της ασελήνου νυκτός. Εξανάκαμε τον σταυρόν του. Συνέσφιξε όσον ηδύνατο την καρδίαν του, καθώς σφίγγομεν την μέσην μας όταν μας πονή, και προσήγγισε. Του ήλθε λογισμός να παρέλθη χωρίς να έμβη να προσκυνήση. Αλλά μετέγνω κατόπιν.

Συνεσκέφθημεν μετά του θείου μου και απεφασίσθη να προσφύγωμεν εις το πλησιόχωρον χωρίον Μεστά, όπου να καιροφυλακτήσωμεν, μέχρις ου ευρεθώσιν, ει δυνατόν, του εκπατρισμού τα μέσα. Ανεχωρήσαμεν λοιπόν και πάλιν και μετά τινων ωρών οδοιπορίαν εφθάσαμεν κακώς έχοντες εις Μεστά. Τα χωρία της Χίου, ιδίως τα μεσημβρινά, είναι οχυρά ως φρούρια και στενόχωρα ως φυλακαί.

Δεν περιγράφω την αμοιβαίαν της συναντήσεως μας αγαλλίασιν. Δεν εβραδύναμεν να ορίσωμεν μετά του Παντελή το δρομολόγιόν μας και ν' αρχίσωμεν την οδοιπορίαν μας. Διευθυνόμενοι προς βορράν μετεβαίνομεν από χωρίον εις χωρίον, η δε πώλησις του χαβιαρίου έβαινε κατ' ευχήν, και ηύξανον βαθμηδόν τα περιεχόμενα του σακκουλίου μου.

Και όταν η προσευχή του ετελείωσεν, Εκείνος τους εκάλεσε πλησιέστερον καθώς εξηκολούθουν την οδοιπορίαν, και τους ηρώτησε τα δύο ταύτα βαρυσήμαντα ερωτήματα, εκ της απαντήσεως των οποίων εξηρτάτο όλον το πόρισμα του έργου Του επί της γης· Πρώτον ηρώτησεν αυτούς: «Τίνα Με λέγουσιν οι άνθρωποι είναι τον Υιόν του Ανθρώπου;» Η απάντησις υπήρξε θλιβερά.

Και όμως ημείς βεβαίως με αυτό τώρα που σκεπτόμεθα και ερευνώμεν περί νόμων οφείλομεν να παίξωμεν μίαν γεροντικήν διασκέδασιν σωφρόνως, και να περάσωμεν τον δρόμον ακούραστοι, καθώς είπαμεν, όταν αρχίσαμεν την οδοιπορίαν μας. Αμέ τι; Και πρέπει να κάμωμεν όπως λέγεις.

Αρχίζεις οδοιπορίαν από του κόσμου το άκρον, και εις το αυτό θα επανέλθης σημείον, Αλλ' ιδέ επί του εδάφους ίχνη βημάτων γιγαντώδη· δι' αυτών διήλθον οι Αιώνες και ηκολούθησεν ο είς τον άλλον. Βλέπεις, εκεί πλαγίως, ίχνη σωμάτων καταπεσόντων; Όσοι ηθέλησαν να παρεκλίνωσι συνετρίβησαν· αριστερά ο Σωκράτης, ο Ιησούς δεξιά. Δεν με γνωρίζεις; Η Κακία είμαι και η οδός μου ιδού. Προχώρει!