United States or Mauritania ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και όμως δύο ή τρεις εκ της γενεάς εκείνης εξηκολούθουν ακόμη με παράδοξον επιμονήν να φορούν την μαύρην πετσέταν, την οποίαν οι χριστιανοί ήσαν υποχρεωμένοι προ του 21 να φέρουν επί της κεφαλής των εις ένδειξιν δουλικής υποταγής και ταπεινώσεων.

Ο πόνος ήτο τόσον δυνατός, ώστε ο Βινίκιος νομίζων ότι εξετέλουν επ' αυτού εκδίκησιν, είπε με σφιγμένους οδόντας: — Φονεύσατέ με . . . Αλλ' εκείνοι δεν εφαίνοντο ότι έδιδον καμμίαν προσοχήν εις τους λόγους του, αλλ' εξηκολούθουν να τον περιποιούνται.

Αι σεμναί και εντροπαλαί νεάνιδες, ήδη εις την υψηλοτέραν καλαμωτήν εγγύς των δοκών της στέγης, εξηκολούθουν να συνάζουσιν ένα-ένα τα κουκκούλια από των πεπληρωμένων κλαδίων, άτινα ως εύμορφα μεταξωτά άνθη απήστραπτον συμπεπλεγμένα ως διά μεταξίνης αράχνης εν μέσω των μαρανθέντων φύλλων των κλάδων.

Αι άλλαι γυναίκες εξηκολούθουν ν' άποθαυμάζουν τον πολιτισμόν της Ζερβουδοπούλας· η δε χήρα μεθύουσα εκ της εντυπώσεως ταύτης ελησμόνησε πού ευρίσκετο και αφήκεν αχαλίνωτον την πολυλογίαν της.

Αλλ' εξηκολούθουν τα κύματα πλήττοντα μανιωδώς το σκάφος και δεν εμετριάζετο ο σάλος. Και παρήρχετο η ώρα χωρίς να γνωρίζω τι γίνεται όπισθεν του ξυλίνου διαφράγματος, το οποίον με εχώριζεν από την κοίτην της, χωρίς ν' ακούω ουδεμίαν εκείθεν φωνήν, ουδένα ήχον. Ούτε καν τον ασθενή της βήχα ήκουα. Και έτεινα τα ώτα με την ελπίδα ίσως τον ακούσω. Ήτο γενική η σιωπή εντός της αιθούσης.

Μητέρα! Και αυτοί οι μεθυσμένοι συνεταράχθησαν από φρικίασιν εις την θέαν των μικρών κεφαλών των αθώων εκείνων προσώπων, συσπωμένων εκ του πόνου ή καλυπτομένων υπό του καπνού, όστις ήρχιζεν ήδη να πνίγη τα θύματα. Αι φλόγες εξηκολούθουν να ανέρχωνται και κατεβίβρωσκον έν προς έν τα θύματα.

Έχω δέκα κομματάκια, μιας χήρας, και τα ξεκάμνω εις τα πενήντα ένα. — Εγώ έχω πέντε ενός ορφανού, και τα ξεκάμνωτα πενήντα. — Όλο εμπρός μου θα βγαίνης, ευλογημένε; — Δεν είνε δικά μου, να σε χαρώ! — Πάρτε, κύριοι, πάρτε, . . . πριν πάνετα διακόσια. — Θα γυρεύετε και δεν θα βρίσκετε! . . . Και αι φωναί εξηκολούθουν, και ο πάταγος ηύξανε, και ο θόρυβος εκορυφούτο.

Εν τούτοις η Ιωάννα εγερθείσα έσπευδε να κρύψη υπό το ράσον της τα αίτια της έριδος, ενώ οι δύο καλόγηροι εξηκολούθουν γρονθοκοπούμενοι και το αίμα ήρχιζεν ήδη να τρέχη, αλλ' ευτυχώς μόνον εκ της μύτης.

Το είδωλον τούτο είχε κρημνίσει ο Άγιος Βονιφάτιος δι' ενός φυσήματος εις το βάθος της λίμνης• αλλ' οι αρχαίοι αυτού λάτρεις, καίτοι γενόμενοι χριστιανοί, διετήρουν εν τοις μυχοίς της καρδίας λείψανά τινα αφοσιώσεως προς τον αποπνιγέντα αυτών προστάτην, εις ον εξηκολούθουν να προσφέρωσι δώρα, ρίπτοντες κατ' έτος εις το ύδωρ πλακούντας, λαμπάδας, μελόπητας και τυρία προς μεγίστην χαράν των ιχθύων, οίτινες διά των προσφορών εκείνων είχον γείνει παχείς ως ιερείς της Συρίας θεού.

Αφού λοιπόν επέρασεν αρκετή ώρα της νυκτός μετά το δείπνον τούτοι όλοι οι νέοι εκάθησαν ολόγυρα και ο γέρων εις την μέσην· έπειτα άλειψαν τα πρόσωπά των με καπνιάν και ενδυθέντες μελανά, εφαίνοντο ωσάν φοβεροί Αράπηδες και ύστερον τύπτοντες την κεφαλήν και το στήθος, έκλαιον απαρηγόρητα, λέγοντες· ιδού ο καρπός της οκνηρίας, της ατάκτου ακρασίας και ασελγείας μας· και ούτως εξηκολούθουν όλην την νύκτα κράζοντες, είδαμεν, εγεύθημεν, επάθαμεν και ύστερα μετενοήσαμεν.