United States or Namibia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τι εγίνικαν η ημέραι, Ότε εις τας κορυφάς Του Κερκετέως δενδρόεντος Εχόρευον η τέχναι Στεφανωμέναι. Έρχονται, ω μακαρία Νήσος, έρχονται πάλιν· Το προμηνύουσι τ' άντρα σου Φλογώδη, εξ ων μυρίαι Μάχαιραι εκβαίνουν. Ως η σφήκες μαζόνονται Επί τα ολίγα λείψανα Σπαραγμένης ελάφου, Ή ταύρου οπού εκατάντησε Δείπνον λεαίνης·

Σας χαιρετώ εις το όνομα του Χριστού, τον οποίον τιμάτε. — Ας είναι δοξασμένον το όνομά του εις πάντας τους αιώνας! — Εγνώρισα τας αρετάς σας και εδοκίμασα την καλωσύνην σας· διά τούτο έρχομαι ως φίλος. — Και ημείς θα σε δεχθώμεν ως φίλον, απεκρίθη ο Πέτρος. Κάθησε, άρχων, και λάβε μέρος εις το δείπνόν μας· είσαι ξένος μας. — Θα μετάσχω του δείπνου σας· αλλά προηγουμένως ακούσατέ με.

ΦΙΛΩΝ. Ήκουσα, Λυκίνε, ότι διεσκεδάσατε χθες πολύ εις το γεύμα του Αρισταινέτου, ότι έγιναν συζητήσεις φιλοσοφικαί και επηκολούθησε φινονεικία πολύ ζωηρά και, αν έλεγε την αλήθειαν ο Χαρίνος ο οποίος τα διηγείτο, η φιλονεικία έφθασε μέχρι ξύλου και τέλος διελύθη με αιματοχυσίαν η συναναστροφή. ΛΥΚΙΝΟΣ. Και από πού τα έμαθε αυτά ο Χαρίνος, Φίλων• Διότι δεν ήτο μαζή μας εις τον δείπνον.

Θα ήκουσεν, είπεν ο Έρμων, ότι ο Αρισταίνετος είχεν ετοιμάση διά το δείπνον αγριόχοιρον και ενόμισεν ότι δεν ήτο άκαιρον ν' αναφέρη τον Καλυδώνιον. Σπεύσε, σε παρακαλώ, Αρισταίνετε, και στείλε ένα κομμάτι το καλλίτερον εις αυτόν τον γέροντα διά να μη αποθάνη της πείνης, όπως ο Μελέαγρος. Αλλ' έπρεπε να μη σκοτίζεται δι' αυτά, αφού ο Χρύσιππος τα θεωρεί αδιάφορα.

Αφού εχάσαμεν την Χριστουγεννιάτικην νυκτερινήν Ακολουθίαν τουλάχιστον ας κερδήσωμεν ένα καλόν Χριστουγεννιάτικον δείπνον.

Και παρακάτω εις τα ερείπια παλαιού οικίσκου παρεσκεύαζον το δείπνον των άλλοι, και εις τα πεζούλια του προαυλίου του ναού κατά γραμμήν, ως κορώναι, εσιωπούσαν, νήστεις, μαύραι χήραι, αναμένουσαι ν' αρχίση η αγρυπνία της εορτής, ενώ ο μπάρμπα-Δημητρός, ζωηρός τότε και εύθυμος πάντοτε, ενώπιον ενός παμμεγίστου ανοικτού φλάσκου ήρχισε να ψάλη «τ' ανοιξαντάρια» προ του «ευλογητού» ακόμη.

Νάτος ο ήλιος που έπεσε και πάει να βασιλέψη, Νάτα που ισκιώσαν τα ριζά και δροσερεύει ο κάμπος. Ο ήλιος 'χάθη ολότελα και τα βουνά σουρπώσαν, Θόλωσαν τ' ανοιχτά νερά κι' απάνου βγήκαν τ' άστρα. Διπλά ανασαίν' η αργατιά κι' απαρατάει το έργο, Κ' εκεί που κληματόβεργες κι' από παλιούρια φράχτες Καλύβι ολόρθο πλέκουνε, δείπνον απλό κυκλώνουν, Και τον απλό το δείπνο τους φωτάει θαμπό λυχνάρι.

Μου συνέβη μάλιστα και κάτι νόστιμον· ένας δούλος του Αγάθωνος ήλθεν από μέσα εις προϋπάντησίν μου και με ωδήγησεν αμέσως εκεί όπου ευρίσκοντο ξαπλωμένοι και οι άλλοι, περιμένοντες ν' αρχίση το δείπνον. Μόλις δε με είδεν ο Αγάθων, — Αριστόδημε, είπεν, εις καλήν ώραν ήλθες διά να δειπνήσης μαζή μας· εάν όμως ήλθες δι' άλλο πράγμα, ας το αναβάλωμεν δι' άλλοτε.

Ότι μεγάλη τις κρίσις επέκειτο, ότι ο διδάσκαλός των έμελλε να πάθη και να θανατωθή πρέπει εν μέρει να κατεννόησαν· αλλά φαίνεται να εθεώρησαν τούτο ως πρόσκαιρον συσκοτισμόν μεθ' ον θα επήρχετο άμεσος ανάδειξις της λαμπρότητός του και η επί της γης ίδρυσις του θρόνου του ως Μεσσίου. Μετ' αλγεινής σιωπής ηχούσε τους ψιθυρισμούς των αντιζηλιών των ενώ εζήτουν τας έδρας των εις το δείπνον.

Επειδή υπήρξε τελώνης ο ίδιος, φυσικόν ήτο πολλοί τούτων να ήσαν τελώναι και αμαρτωλοί, απόβλητοι της κοινωνίας, αντικείμενα μίσους και περιφρονήσεως. Και όμως ο Ιησούς και οι μαθηταί Του παρεκάθισαν μετ' αυτών εις το δείπνον. Τόσον ελευθέριος αγάπη επροξένησε βαθείαν δυσαρέσκειαν εις δύο σώματα ανθρώπων ή δύο ομάδας, τους Φαρισαίους και τους μαθητάς του Ιωάννου.