United States or São Tomé and Príncipe ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εις εκείνον τον κατακλυσμόν της γενικής διαφθοράς, εις το ναυάγιον των ιερών θεσμών, εις εκείνα τα μεγάλα νέφη τα οποία επυκνούντο συσκοτίζοντα ολονέν περισσότερον τον πολιτικόν ορίζοντα, εφαίνετο εις πολλούς ευσεβείς Ιουδαίους ότι επέκειτο η συντέλεια του κόσμου.

Ήτο το βάρος και το μυστήριον της αμαρτίας του κόσμου ήτις επέκειτο βαρεία επί της καρδίας Του· ήτο η γεύσις, εν τη θεία ανθρωπότητι αναμαρτήτου βίου, της πικράς κύλικος ην η αμαρτία είχε δηλητηριάσει· ήτο το αίσθημα του πόσον πικρά, πόσον φοβερά πρέπει να υπήρξεν η δύναμις του κακού εν τω κόσμω, ήτις κατέστησεν αναγκαίαν τόσον άπειρον θυσίαν.

Οι λόγοι Του σκοπόν είχον να δώσωσιν αυτοίς ειρήνην εν τω παρόντι, θάρρος δε και ελπίδα διά το μέλλον· αλλ' όμως εγνώριζε και είπεν αυτοίς ότι, μεθ' όλα όσα έλεγον, η ώρα επέκειτο νυν ότε έμελλον έντρομοι να σκορπισθώσι και να Τον αφήσωσι μόνον· αλλ' όχι μόνον, διότι ο Πατήρ Του ήτο μετ' Αυτού.

Νέα τις φανέρωσις, αποκάλυψις διαλογισμών εκ καρδιών ανθρώπων, επέκειτο ήδη.

Ευτυχώς εγνώριζε καλώς όλα τα μονοπάτια των πέριξ μερών. Φθάσασα εις ρεύμα τι, όπερ ώφειλε να διαβή, όπως ανέλθη εις το ύψωμα το κείμενον αντικρύ της καλύβης, ησθάνθη φόβον. Το μέρος ήτο σκιερόν και υγρόν, θάμνοι δε και καλαμώνες πυκνοί υψούντο πέριξ. Πάντοτε εφοβείτο να διαβή νύκτα διά του ρεύματος εκείνου. Και δεν ήτο μεν νυξ, αλλ' επέκειτο.

Ότι μεγάλη τις κρίσις επέκειτο, ότι ο διδάσκαλός των έμελλε να πάθη και να θανατωθή πρέπει εν μέρει να κατεννόησαν· αλλά φαίνεται να εθεώρησαν τούτο ως πρόσκαιρον συσκοτισμόν μεθ' ον θα επήρχετο άμεσος ανάδειξις της λαμπρότητός του και η επί της γης ίδρυσις του θρόνου του ως Μεσσίου. Μετ' αλγεινής σιωπής ηχούσε τους ψιθυρισμούς των αντιζηλιών των ενώ εζήτουν τας έδρας των εις το δείπνον.

Ότε ανέτειλεν η ημέρα, η παραμονή της κθ' Μαΐου ουδεμία ακτίς ηλίου κατέβη να φωτίση την Αϊμάν εις το ειδωλολατρικόν εκείνο άσυλον όπου άκουσα είχε καταφύγει. Υγρός και τεθολωμένος αιθήρ επέκειτο υπέρ την γην και πυκνά νέφη εκάλυπτον την κτίσιν. Πικρά κατήφεια εδέσποζε της φύσεως.

Έπεμψαν πανταχού προς τους Σικελούς, αλλού μεν φύλακας, αλλού δε πρέσβεις· έθεσαν φρουράς εις τα φρούρια της χώρας· επεθεώρησαν εν τη πόλει τα όπλα και τους ίππους και παρετήρησαν αν ήσαν όλα εντελή· και τέλος διέθεσαν τα πάντα καταλλήλως, ως εάν επέκειτο πόλεμος άφευκτος και σχεδόν αρχίσας.

Όλη αύτη η μεγάλη επανάστασις ωφείλετο εις την δύναμιν της του Χριστού αναστάσεως. Ο ήλιος κατήρχετο ήδη εις την δύσιν, και η ημέρα του Σαββάτου επέκειτο. «Ην δε μεγάλη η ημέρα εκείνη του Σαββάτου», Σάββατον συνάμα και Πάσχα. Οι Ιουδαίοι είχον λάβη πάσαν προφύλαξιν όπως προλάβωσι την βεβήλωσιν ημέρας τόσον ιεράς, κ' εφρόντισαν ευθύς μετά τον θάνατον περί της αποκαθηλώσεως των θυμάτων.

Τη έδειξε κόγχην τινά υποκάτω ενός βράχου, και τη είπε να κοιμηθή. Η νέα συνεστάλη εντός του κοιλώματος εκείνου και ο Γύφτος εκάθισε πλησίον αυτής. Το μέρος ήτο υπήνεμον και εσκέπαζε την Αϊμάν από των σταγόνων της βροχής, ήτις κατά διαλείμματα έπιπτεν. Άνωθεν σκοτεινός αιθήρ επέκειτο, και αστραπαί διέσχιζαν τον αέρα. Η βροντή εμυκάτο και ο άνεμος εγόγγυζε διά μέσου των κλώνων των δένδρων.