United States or Jamaica ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αφού συνήλθεν ο Πραγματευτής από τον φόβον του εκαβαλίκευσε το άλογον του και φεύγοντας από εκείνον τον τόπον ηκολούθησε την στράταν του· αλλ' εάν έπρεπε να χαρή διά τον κίνδυνον που απέφυγεν, ελυπείτο υπερβολικά διά τον όρκον που έκαμε.

Εγένετο ούτως ο κυρ-Μανωλάκης ο τρόμος των κηρίων. Διηγούνταιίσως είνε υπερβολικάότι εις την αγρυπνίαν του αγίου Νικολάου πολλά κηρία έσβυσαν μόνα των, από τον φόβον των, μόλις ήκουσαν τα ενεδρεύοντα πατήματα του φοβερού επιτρόπου! Τούτο όμως έσχεν ολεθρίας συνεπείας εις τους υπολογισμούς του κυρ- Μανωλάκη, διότι οι δεισιδαιμονέστεροι των χωρικών έπαυσαν να ανάπτουν κηρία.

Αλλά ημείς προς το παρόν δεν έχομεν πεισματώδη συζήτησιν διά τας λέξεις, αλλά επειδή εδηλώσαμεν ότι υπάρχουν τρία είδη σφαλμάτων, πρέπει πρώτον αυτά να τα εντυπώσωμεν καλλίτερα εις την μνήμην μας. Λοιπόν έν είδος έχομεν την λύπην, την οποίαν επονομάζομεν έξαψιν και φόβον. Βεβαιότατα.

Η έλλειψις του βοσκού ήδη εφυγάδευσε την δειλίαν και τον φόβον, τον οποίον ησθάνετο πριν χωρίς να γνωρίζη την αιτίαν. Εύρισκε μάλιστα, εκ της επιθυμίας της ωθουμένη, πολύ γελοίαν εαυτήν διότι εφοβείτο την συνάντησίν της μετά του βοσκού.

ΜΑΚΒΕΘ Πήγαινε, φέρε τους εδώ. Να είμ' αυτό που είμαι δεν είναι τίποτε, — εκτός και ασφαλής αν ήμαι! Ο φόβος μ' εκυρίευσε του Βάγκου. Έχει κάτι βασιλικόν επάνω του, που προκαλεί τον φόβον. Τα πάντα είναι άξιος αυτός να τα τολμήση, κ' εις την ακαταδάμαστην ανδρείαν της ψυχής του υπάρχει και η φρόνησις, που οδηγεί το χέρι πού να κτυπήση ασφαλώς.

Τότε δε βλέπων αυτούς κυριευομένους από αθυμίαν εις την θέαν του εχθρού ηθέλησε να ανακαλέση το θάρρος των, και συγκαλέσας τους Αθηναίους είπε ταύτα. 89. «Στρατιώται, βλέπων ότι κυριεύεσθε από φόβον διά το πλήθος των εχθρών σας συνεκάλεσα, διότι δεν επερίμενα να φοβήσθε τα μη επίφοβα.

Εις τούτο το σκληρόν πρόσταγμα η κόρη ετρόμαξεν όλη· ο πόνος της υπερέβαινε κάθε λογής φόβον, βλέποντας πως την εκαταφρόνεσαν με αυτόν τον τρόπον· εθεωρούσε τον Δαλήκ, με τα μάτια λιγωμένα, ωσάν να του εζητούσε βοήθειαν εις εκείνην την φοβεράν της κατάστασιν· και έχυνε πολλά δάκρυα διά να παρακινήση εις έλεος εκείνους τους βαρβάρους να την αφήσουν μα αυτοί ως άσπλαγχνοι την έσερναν με σκληρότητα την πτωχήν Κατηγέ, χωρίς να λυπηθούν τα δάκρυά της, και τα παράπονά της.

Ο Δημήτρης αμαθής χωρικός, ανατραφείς εις τον φόβον του Θεού και της θρησκείας τας παραδόσεις, εγνώριζεν αυτά εκ της αναγνώσεως του &Αμαρτωλών Σωτηρία&, προσφιλές και σύνηθες ανάγνωσμα των ανθρώπων της τάξεώς του κ' εκ παραδόσεων Πολλάκις είχεν ακούσει ότι εις τα πέριξ χωρία οι τάφοι εξήμουν τους νεκρούς των, ότι ιερείς καλούμενοι ανεγνώριζον αυτούς ως αφωρισμένους· οι χωρικοί επέμενον θάπτοντες αυτούς βαθύτερον αλλά και η γη εξήμει αυτούς επιμόνως αρνουμένη να τους δεχθή εις τους κόλπους της.

Διά ποίον όμως λόγον πρέπει να γίνη το έν ή το άλλο, το εξεκαθαρίσαμεν. Βεβαιότατα. Και όμως, ενώ θέλομεν να καταστήσωμεν έκαστον άφοβον, τον οδηγούμεν εις τον φόβον πολλών φόβων κάπως με νόμον, και τον κάμνομεν τοιούτον. Έτσι φαίνεται.

Άσπασαι συν ταις εμαίς ευχαίς τους ανδρείους αδελφούς, προτρέπων εις κρυψίνοιαν διά τον φόβον των Ιουδαίων. Ανδρωθήτωσαν ως περ λέοντες και η ευλογία του Κυρίου κρατυνεί αυτούς, εγγύς δε εστί το του Σωτήρος πάσχα. Αι ευχαί της εμής μετριότητος επί της κεφαλής σου, αδελφέ μου Ησαΐα. Γεώργει ακαμάτως και όλβια γεωργία δώσει σοι ο Πανύψιστος. Κωνσταντινουπόλει 28 Δεκεμβρίου 1820.