United States or Oman ? Vote for the TOP Country of the Week !


Καταδιωκόμενοι υπό του εχθρού οι πολλοί ερρίπτοντο κατά των κρημνών και εχάνοντο, επειδή ήτο στενή η κατάβασις από των Επιπολών.

Αλλά το ιππικόν του εχθρού εφόνευεν όσους επρολάμβανεν. Ο τρόμος αποκατέστη γενικός και όλοι έφευγον προς την θάλασσαν διά να σωθώσιν εις τα πλοία. Ο δε Κόχραν και ο αρχιστράτηγος, οι οποίοι είχον εξέλθει εις την ξηράν, έπεσον εις την θάλασσαν διά να προλάβωσι να φύγωσιν.

Εξαίρετη Κυρία, και φρόνιμη νοικοκυρά, και αρεταίς γεμάτη. Εβύζαξα την κόρην της, αυτήν που ωμιλούσες. Χαρά ς' εκείνον που θα ‘πή: «την έβαλατο χέρι, διότι παίρνει θησαυρόν. ΡΩΜΑΙΟΣ Του Καπουλέτου κόρη! Ω! τι γλυκός λογαριασμός! 'ς την κόρην του εχθρού μου την ύπαρξίν μου χρεωστώ. ΜΠΕΜΒΟΛΙΟΣ Καιρός ν' αναχωρούμεν Τελειόν' η διασκέδασις. ΡΩΜΑΙΟΣ Κ' εγώ αυτό φοβούμαι.

Ο εξόριστος λοιπόν Αριστείδης, ουχί μόνον κακόν αντί κακού δεν ανταπέδωκεν, αλλά και αυτήν την ζωήν του διεκινδύνευσε, και ανδρείως ηγωνίσθη προς σωτηρίαν της πατρίδος του και προς δόξαν του εχθρού του Θεμιστοκλέους.

Αυτός ο Τημουρτάς από το άλλο μέρος έδωσε θέλημα διά να συναχθούν τα πλέον άξια στρατεύματά του διά να κινήσουν εναντίον του εχθρού, υποκάτω εις την κυβέρνησιν του υιού του Καλάφ.

«Μακράν και σκοτεινήν «Ζωήν τα παλληκάρια «Μισούν όνομα αθάνατον «Θέλουν και τάφον έντιμον «Αντίς διά στρώμαΟύτως εβόουν· συμφώνως Τ' άρματά τους εβρόνταον Και τ' άντρα.... — Ω δεν ακούω Πλέον παρά τον άνεμον Και τους χειμάρρους. — Εσύ οπού τρέχεις, πρόσμενε Ω στρατιώτα· ειπέ μου, Και ας μη σε κυνηγήση Βόλι του εχθρού, πού επήγαν Οι σύντροφοί σου; «Λείπει ο καιρός.

Οι βασιλείς των χωρών τούτων συνελθόντες εβουλεύοντο, ενώ επροχώρει το μέγα στράτευμα του εχθρού. Ήσαν δε οι συνελθόντες ούτοι βασιλείς, των Ταύρων, των Αγαθύρσων, των Νευρών, των Ανδροφάγων, των Μελαγχλαίνων, των Γελωνών, των Βουδίνων και των Σαυροματών.

Και, επειδή τα πλοία των Κερκυραίων επροχώρουν κατά του εχθρού χωριστά, δύο μεν ευθύς ηυτομόλησαν, επί τινων δε άλλων συμπλακέντα τα πληρώματα εμάχοντο μεταξύ των, και τα πάντα ήσαν εις μεγίστην αταξίαν.

Ταύτην την ατολμίαν βλέπων και ο Ρούκης εζήτησεν από τον Καραϊσκάκην να στείλη εις αυτόν στρατιωτικήν τινα δύναμιν, διά να εμψυχώση τους κατοίκους και να τους κινήση πάλιν εις πόλεμον κατά του εχθρού.

Επρόσθεσεν ότι πρέπει να έχουν κατά νουν ότι δεν ήσαν υποδεέστεροι ως προς τας δυνάμεις, και ότι, ως προς την ανδρείαν, όντες Πελοποννήσιοι και Δωριείς, ουδεμία αμφιβολία υπήρχεν ότι θα ενίκων τους Ίωνας, τους νησιώτας, συρφετόν ξένων, και ότι θα εδίωκον αυτούς εκ της χώρας. Έπειτα, ότε ήλθεν ο καιρός, τους ωδήγησεν εκ νέου κατά του εχθρού.