United States or United States Minor Outlying Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο Γκορνεβάλης έρχεται αθόρυβα, με το κεφάλι του σκοτωμένου στο χέρι. Όταν οι κυνηγοί ηύραν κάτω από το δέντρο το ακέφαλο σώμα, αλληστρατισμένοι, σα να τους κυνηγούσε κι' όλα ο Τριστάνος, τούδωσαν στα τέσσερα, καταπράσινοι από το φόβο. Από τότε, κανείς πεια δεν ήρθε να κυνηγήση στο δάσος.

Άμα όμως απέθανε ο Γερμανός στο ταξίδι εκείνο απάνω, ξαναγυρίζουνε στη Θράκη, μα χτυπήθηκαν άσκημα αυτή τη φορά, κι όσοι δε σκοτώθηκαν, οι πιώτεροι παρθήκανε σκλάβοι. Κι ως τόσο στα 552 έχουμε πάλε τα ίδια! Γιουρούσι στην Ιλλυρία και σκλαβομάζωμα. Κι όσο για το στρατό που στάλθηκε να τους κυνηγήση, είταν τόσο μικρός, που μόνο από πίσω τους έτρεχε, και μόλις έπιανε μερικούς.

Κ' έτρεχα μεθυσμένος να παίζω μαζί της, να την θυμώσω εναντίον μου, να την αναγκάσω να ριχθή κατόπιν, να με κυνηγήση, να αισθανθώ τον αφρό ράπισμα επάνω μου όπως πειράζουμε αλυσοδεμένα τ' αγρίμια.

Μισολιποθυμισμένη, απάντησε η Ιζόλδη: «Φίλε, θα σας ακολουθήσω. Αύριο, το πρωί, έχετε έτοιμο το καράβι σας γι' αναχώρησιΤην άλλη μέρα το πρωί, η Βασίλισσα είπε πως ήθελε να κυνηγήση με τα γεράκια κ' είπε να ετοιμάσουν τα σκυλιά της. Αλλά ο Δούκας Αντρέ την παραμόνευε, και την συνώδευσε. Όταν βγήκαν στα χωράφια, όχι μακρυά από την παραλία, ένας φασιανός πέταξε ψηλά.

Ήταν χρεία πριν αντέσης Να το κάμης, να κερδέσης· Να αλλάζης όμως τώρα Γνώμη, φίλε, δεν είν' ώρα, Τ' αποκρίθηκεν εκείνη, Τι ωφέλια δε σου δίνει. Αρκούδα από 'ναν λόγγο Μεγάλη, δυνατή, Να κυνηγήση βγαίνει, Στον κάμπο περπατεί.

Το βέβαιον μόνον είνε, ότι ο γάτος μας δεν εδίωκε ποντικούς, και το βεβαιότερον ακόμη, ότι και αν ήθελε να τους κυνηγήση, δεν θα εύρισκε κανένα, διότι βραδέως μεν αλλ' ασφαλώς τους ελιμοκτόνησεν όλους, καθαρίζων εκάστοτε το μαγειρείον από παντός ψιχίου, πριν ή προβάλωσιν εκείνοι το μυστακοφόρον αυτών ρύγχος διά της οπής των φωλεών των.

«Μακράν και σκοτεινήν «Ζωήν τα παλληκάρια «Μισούν όνομα αθάνατον «Θέλουν και τάφον έντιμον «Αντίς διά στρώμαΟύτως εβόουν· συμφώνως Τ' άρματά τους εβρόνταον Και τ' άντρα.... — Ω δεν ακούω Πλέον παρά τον άνεμον Και τους χειμάρρους. — Εσύ οπού τρέχεις, πρόσμενε Ω στρατιώτα· ειπέ μου, Και ας μη σε κυνηγήση Βόλι του εχθρού, πού επήγαν Οι σύντροφοί σου; «Λείπει ο καιρός.

Εδώ όμως άρχισαν πάλι και δούλευαν οι φαρμακερές γλώσσες, κι ο Ιουστινιανός δίχως άλλο ξαναμωραμένος πια τώρα, φοβηθέντας και τους εχτρούς του Βελισάριου, δεν τον αφήκε να κυνηγήση παρακείθε τους βαρβάρους, Σαν είδανε λοιπόν οι Ούνοι πως έμνησκαν πάλι απείραχτοι, άρχισαν το ρήμαγμα κατά τα δυτικά της Πρωτεύουσας.

Ως προξενήτρια πρέπει ν' ανιχνεύση γαμβρόν, να τον κυνηγήση, να τον αλιεύση, να τον ζωγρήση. Και οποίον γαμβρόν!

Ηταν χρεία πριν αντέσης Να το κάμης, να κερδέσης· Να αλλάζης όμως τώρα Γνώμη, φίλε, δεν είν' ώρα, Τ' αποκρίθηκεν εκείνη, 1215 Τι ωφέλια δε σου δίνει· Α ρ κ ο ύ δ α, κ α ι Λ ι ο ν τ ά ρ ι. Αρκούδα από 'ναν λόγγο Μεγάλη, δυνατή, Να κυνηγήση βγαίνει, Στον κάμπο περπατεί. 1220 Κι' αλλούθε το Λιοντάρι Στο δρόμον απαντάει, Οπού θροφή κι' εκείνο Πηγαίνοντας ζητάει·