United States or Palau ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο ναυτικός δεν κάθεται να ψιλοκοσκινίζη το καθετί όπως ο στεριανός· δεν έχη καιρό για μυρολόγια. Έγινεπέρασε· πάει με το αγέρι, με το κύμα, με τον αφρό, με την τρικυμία, με του καιρού τα διάβατα. Για τούτο πρέπει εκείνο που θα έρθη να έρθη σύγκαιρα.

Κ' έτρεχα μεθυσμένος να παίζω μαζί της, να την θυμώσω εναντίον μου, να την αναγκάσω να ριχθή κατόπιν, να με κυνηγήση, να αισθανθώ τον αφρό ράπισμα επάνω μου όπως πειράζουμε αλυσοδεμένα τ' αγρίμια.

Κι' αν τ' Άργος, τον αφρό της γης, δούμε ξανά, να γίνεις γαμπρός του· την αγάπη του σαν τον Ορέστη θάχεις, τ' αγόρι που τ' αντρώνεται μες στ' αγαθά και χάδια. 285 Κι' έχει μες στ' ομορφόχτιστο παλάτι του τρεις κόρες, τη Λαοδίκη, Ιφιάνασσα, και τη Χρυσόθεμή του, κι' όπια τους θες, ανέδωρη στο γονικό σου πύργο την πας· μα αφτός και με προικιά πολλά θαν την προικίσει, τόσα που ως τώρα κόρης του κανείς δεν έδωκε άλλος. 290 Τι εφτά καλοκατοίκητες θα σου χαρίσει χώρες, τη χορταροστρωμένη Ιρή, την Καρδαμύλα, Ενόπη, την όμορφη Έπια, τη Φηρά, την Άνθια πούχει τόσες βαθιές βοσκές, την Πήδασο με τα πολλά τ' αμπέλια. όλες στη θάλασσα κοντά, στα σύνορα της Πύλος. 295 Πλούσιος τις κατοικάει λαός με πρόβατα και βόδια που σα θεό θα σε τιμούν με δώρα, και μπροστά σου θα τρέχουν τις πολύκερδες ναν τους δικάζεις δίκες.

Καθόμαστε· από πάνω μας ο θόλος του ουρανού άπλωνε τη γαλήνη του στη θάλασσα όλη πέρα· Μάης ήταν, και το πέρασμα σύννεφου μηδέ αχνού δε θόλωνε τον ξάστερο πρωινό γλαυκόν αιθέρα. Το αέρι μόλις άγγιζε το ολόστρωτο νερό, μόλις των πεύκων γύρω μας τ' ακρόκλωνα κινούσε κι ο ήλιος, δίνοντας, χρυσά στο βραδινόν αφρό και στ' αρμηρίκια του γιαλού ροδόκρινα σκορπούσε

Μα αν των θεώνε πάλι 185 μας δώκει η χάρη το καστρί να πάρουμε των Τρώων, ας μπει και πλοίο με χαλκό και μάλαμα ας φορτώσει γιομάτα, σα μοιράζουμε το πράμα, και γυναίκες όπιες τ' αρέσουν Τρώισσες ως είκοσι ας διαλέξει, απ' τη Λενιό ύστερα τις πιο λαχταριστές στα κάλλη. 140 Κι' αν τ' Άργος, τον αφρό της γης, δούμε ξανά, τον κάνω γαμπρό μου· την αγάπη μου σαν τον Ορέστη θάχει, τ' αγόρι που μες στ' αγαθά μ' αντρώνεται και χάδια.

Σα δεν το θέλει ο Χριστούλης μας; Χαλασμός κόσμου έξω. Εμούγκριζε κάτω δαιμονισμένη η θάλασα. Εκύλαε με διαβολική βουή βουνά θεώρατα τα κύματά της, κ' επάλεβε με τις Τίκλας τα σιδερένια καταγιάλια. Τα θυμωμένα κύματα, όπως πάντα σε τέτιες θαλασοταραχές, εμούγκριζαν κ' εξεθύμαιναν τον οργισμένον τον αφρό τους κάτω στου σπιτιού τα θεμέλια.

Εις όλας τας υποθέσεις του, τας τε κοινάς και ιδιωτικάς, συνήθισε να βγαίνη πάντοτε λάδι . Εις τας δοσοληψίας του, εις τας οφειλάς του, εις τας ενοικιάσεις του τέλος, έβγαινε πάντοτε λάδι . Πάντοτετον αφρό . Αφού πάντοτε είχε να κάμη με λάδια; Μόνον εφάπαξ εκινδύνευσε να βυθισθή εις τον πυθμένατης οθωμανικής ειρκτής του Βόλουαλλά και πάλιν κατώρθωσε να βγη λάδι .

Κάτω από τα παράθυρά μας τα κύματα κυλούσαν απάνω στις πέτρες κι όσο μακριά έφτανε το μάτι, έβλεπε μόνο τις λευκές κορφές απάνω στη σκοτεινή επιφάνεια της θάλασσας και τα μικρά βραχόνησα, που γύρω τους σπάζανε τα κύματα. Σαν καταρράχτες από λευκό αφρό ορθωνόντανε ψηλά τα κύματα, σπρωγμένα από το βάρος ολάκερης της θάλασσας, που τα στρύμωχνε από τη δύση.

Ολογάλαζη εμπρός η θάλασσα άστραφτε και επαιγνίδιζε κ' έφτανε γλώσσεςγλωσσίτσες στα πόδια του· το ερράντιζε με τον χλιαρόν αφρό της, το εμύρωνε με τον αρμυρόν ανασασμό της και του εκελαδούσε μυστικά κ' εμπιστευμένα. — «Έλα, έλα, του έλεγε, να σε πλαγιάσω στους κόρφους μου, να σ' αναστήσω μ' ένα μου φίλημα· ψυχή να σου δώσω και νεύρα και περπατησιά.

Όλο το διάστημα βρισκόμουνα σε φοβερή ένταση και το θάρρος μου άρχισε να πέφτη όταν περάσαμε την Γκαίτεμποργ και είδα τον αφρό της θάλασσας να σπάζη σταγαπημένα μου περιγιάλια.