United States or Cyprus ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μην πάβεις πριν τ' ανήμερο πελέκι, πριν στρυμώξεις τους Τρώες, κάθε μάννας γιο, μες στ' αψηλό τειχί τους, 295 αν δα ξεφύγει και κανείς· κατόπι, σα σκοτώσεις με το χαλκό τον Έχτορα, γύρνα στα πλοία πάλι. Νίκη, Αχιλέα, θέλουμε και δόξα να κερδίσειςΕίπαν και παν με τους θεούς. Κι' αφτός ορμάει στον κάμπο, γιατί την τόλμη τ' άναψαν τα θεϊκά τους λόγια.

Τότ' είπες, Πάτροκλε αλογά, με την ψυχή στο στόμα «Τώρα καμάρωνε, Έχτορα, όσο μπορείς, τι ο Δίας νίκη κι' ο Φοίβος σούδωκαν που μ' έσφαξαν εμένα· 845 τι σαν κι' εσένα κι' είκοσι να θε μου βγουν, εδώ όλοι 847 θάτρωγαν χώμα, απ' το γερό χαλκό μου καρφωμένοι.

Α' ΑΝΗΡ Τι λες! μ' αυτό το νόμισμα κ' εγώ εχαντακώθηκα• γιατί σταφύλια πούλησα και με χαλκό μπουκώθηκα, κ' ετράβηξα στην αγορά αλεύρι ν' αγοράσω• όταν, την ώρα που άνοιγα το σάκκο να το μπάσω, λέει ο κήρυξ: «Το χαλκό να μη παραδεχθούμε, κι' ασήμι μόνον του λοιπού θα μεταχειρισθούμε».

Νιες βγάζει ροδοστάλαχτες και κουτελάτα βόδια, γερά μουλάρια κι' άλογα κι' απύρωτα τριπόδια, 260 βγάζει ψαρύ σιδερικό κι' από χαλκό λεβέτια. Πρώτο βραβείο ζηλεφτό των αλογάδων βάνει, γυναίκα πούξερε λαπρές δουλιές, κι' ένα τριπόδι αφτιάδικο που εικοσιδιό χωρούσε εντός του μέτρα. Αφτά του πρώτου· κι' έβαλε του δέφτερου φοράδα 265 έξη χρονώνε, αδάμαστη, πουλάρι γκαστρωμένη.

Κι' όπως φουντώνει αχόρταγη φωτιά μεγάλο δάσος 455 στα κορφοβούνια, και θωρείς τη λάμψη μίλια αλάργα, όμια άστραφτε ως στον ουρανό περνώντας τον αιθέρα κι' η λάμψη απ' το θεόσταλτο χαλκό σα ροβολούσαν.

Κι' είταν απ' όξω αντρών στρατός πούρθαν κλεφτά ν' αρπάξουν το βιος της χώρας, κι' ήθελαν καρτέρι εφτύς να στήσουν. 513 Κι' έτσι άμα εκεί ήρθαν που καλά βολούσε το καρτέρι, 520 σε ρέμα πούχε πότισμα για ζωντανά καθ' είδος, κάθησαν τότες, με χαλκό που θάμπωνε οπλισμένοι· και χώρια απ' το στρατό σκοποί διο κάθουνταν σε βίγλα, πότε να δουν προσμένοντας αρνιά απ' αλάργα ή βόδια.

Είπε, κι' αφτός οπλίστηκε το θαμπωτή χαλκό του. 130 Έβαλε πρώτα τα γερά τουσλούκια στα καλάμια, πανώρια, πούταν μ' αργυρά θηλύκια αρμοδεμένα. Έπειτα πήρε φόρεσε στο στήθος τα τσαπράζα, αστρένια παρδαλόμορφα, του φτερωτού Αχιλλέα. Κατόπι γύρωθε κρεμάει στους ώμους του την πάλα, 135 μ' ασημοκάρφια κεντητή και λεπιδοχαλκένια, κρεμάει και τη θεόρατη στεριόφτιαστή του ασπίδα.

Όμως μαζί σας ήρθανε ολούθες παλικάρια, κι' ομπρός! όπιου βαστά η καρδιά, ας έρθει ομπρός απ' όλους μ' εμένα εδώ τον Έχτορα να πρωταγωνιστήσει. 75 Και να! τι λέω, κι' ας είναι ο γιος του Κρόνου μάρτυράς μας· αφτός αν με το δίκοφτο χαλκό με σφάξει εμένα, ας μου τα βγάλει τ' άρματα και στα καράβια ας σύρει, μα ας δώκει πίσω το κορμί, που καν το λείψανό μου οι Τρώες και των Τρώωνε να κάψουν οι γυναίκες. 80 Μα εγώ αν τον σφάξω, αν δώκει μου τέτιο καμάρι ο Φοίβος, θαν τον γυμνώσω απ' τ' άρματα και θαν τα πάω στο κάστρο ναν τα κρεμάσω μέσα εκεί στην εκκλησά τα' Απόλλου, δίνοντας πίσω το κορμί στ' ανάφρυδα καράβια, για να στολίσουν το νεκρό οι παινεμένοι Αργίτες 85 και μνήμα απάς στ' απλόχωρο περγιάλι ναν του στήσουν.

Τότε άσπαστο έβαλε χαλκό πας στη φωτιά κι' ασήμι, καλάι κι' ένα πολύτιμο χρυσάφι, απέ στυλώνει 475 το γιγαντένιο αμόνι του στο κούτσουρο, και παίρνει γερό σφυρί με το δεξύ, μασιά με τ' άλλο χέρι.

Μα αφτός με βροντερές φωνές δεν έπαβε να σκούζει «Τ' Ατρέα γιε, τι φταίξαμε και πάλι; τι σου λείπει; 225 Γιομάτο το καλύβι σου μαθές χαλκό, γυναίκες έχεις πολλές και διαλεχτές, που πρώτα πρώτα εσένα σ' τις δίνουμε άμα μπούμε εμείς σε κάνα πλούσιο κάστρο.