United States or Chad ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εγώ το λοιπόν ήμουν πολλά εκστατικός διά το συμβεβηκός που μου έτυχε, και εστοχαζόμουν ένα προς ένα, τα όσα μου είπαν, και όσα εγώ έκαμα, μα το περισσότερον ήτον εκείνο που με εσύγχιζε, πώς να ήτον τρόπος να έβλεπα πάλιν εκείνην την ωραίαν Καλεκάρην.

Γιατ' η πόλις έχει ανάγκη από φρόνησι μεγάλη• και μην κάμης ό,τι είπαν ή εκάμανε οι άλλοι. Γιατ' ο κόσμος εσιχάθη βλέποντας να κακοπάνε όλο τα παληά τα λάθη. Μην αργής• μα κάθε σκέψι που ο νους σου μέσα κλείνει κάμε γρήγορα να γίνη• κι' όποιος γρήγορα τραβάει, και δεν πάει γάλι-γάλι, στο κοινόν, όπου τον βλέπει, έχει πέρασι μεγάλη.

Μπορεί να του είπαν λόγια, κ' εκείνος τα πίστεψε κ' επήρε τα μάτια του. Το χωριό μας χάλασε, μάννα μου! Τούτο συνετάραξε την μνήμην της γρηα-Κυρατσούς, ως το κατακαθισμένον κρασίον, και εθόλωσεν αίφνης τα βλέμμα της από οργήν. — Αυτή η γειτόνισσα, η ξηροκίτρινη! Έλεγεν η γραία. Καλά λες, παιδί μου! Καλά λες, κόρη μου! Το χωριό μας χάλασε πλεια. Μιλούσε πάντα μαζί της και εχασκογελούσεν.

Μα ο τύπος το ζω δε βρίσκεται παρά στα χωριά· δεν κατάντησε γενικός. Η κοινή γλώσσα άργησε κι ακόμη αργεί να τον παραδεχτή. Ισως μερικοί νομίζουν, ίσως μάλιστα και σας είπαν που δεν αγαπώ την καθαρέβουσα. Πόσο μ' αδικούν! πόσο με κατηγορούν!

Έπειτα το είπαν του Βασιληά Μάρκου, κ' εκείνος διάταξε να μη ξανακόψουν πεια το θάμνο. Άρχοντες, οι καλοί τροβαδούροι του παληού καιρού, ο Βερούλ, κι' ο Θωμάς, κι' ο άρχοντας Άιλχαρτ, κι' ο κύριος Γκόττφριδ, αφηγήθηκαν αυτή την ιστορία για κείνους που αγαπούν, όχι για τους άλλους. Σας στέλνουν με μένα το χαιρετισμό τους.

Τότε εκείνοι μου έδωσαν ένα μαχαίρι να κρατώ εις τας χείρας μου, έπειτα έφεραν ένα δέρμα κριαρίου τότε εγκαίρως σφαγμένον, λέγοντάς μου· πρέπει να σε ράψωμεν μέσα εις τούτο το δέρμα και αφού αναχωρήσωμεν ημείς από τούτο το δώμα, θέλει έλθη ένα μεγάλον όρνεον ονομαζόμενον Ροκ· αυτό στοχαζόμενόν σε διά κριάριον, θέλει σε αρπάξει εις τα νύχιά του και θέλει σε φέρει έως εις τα σύγνεφα, όμως μη φοβηθής· έπειτα θέλει σε κατεβάσει εις ένα βουνόν, και όταν σε αποθέση εις την γην, βγάλε το μαχαίρι και σχίσον το δέρμα και το όρνεον βλέποντάς σε με το μαχαίρι θέλει φύγει· έπειτα θέλεις ιδή εκεί ολίγον μακρύτερα ένα ωραιότατο παλάτι σκεπασμένον με χρυσές πλάκες και λιθοκόλητον με πολύτιμα πετράδια, εις το οποίον θέλεις εμβεί μέσα, επειδή η θύρα μένει πάντοτε ανοικτή· ημείς όλοι εμπήκαμεν εις εκείνο και τι είδαμε, δεν σου το λέγομεν διότι θέλεις ιδεί οφθαλμοφανώς σου τα πάντα· και αφού μου είπαν όλα αυτά, με έρραψαν εις το δέρμα επάνω εις ένα δώμα.

Με θύμωσαν τρεις προδότες που πολύν καιρό τώρα μας μισούν. Τους γνωρίζεις: Αντρέ, Δενοαλέν, και Γκοντοΐν. Τους έδιωξα από τον τόπο μου. — Μεγαλειότατε, τι κακό ετόλμησαν να πουν εναντίον μου; — Τι σε νοιάζει; Τους έδιωξα. — Μεγαλειότατε, καθένας έχει το δικαίωμα να λέη τη σκέψι του. Αλλά έχω κ' εγώ το δικαίωμα να μάθω τι κατηγόρια είπαν εναντίον μου.

Επίσης δε και εάν φυτεύων δεν αφήνη ανάλογον απόστασιν από τα χωράφια του γείτονος, καθώς και πολλοί νομοθέται είπαν λεπτομερώς, των οποίων τους νόμους πρέπει να τους χρησιμοποιούμεν συμπληρωματικώς και να μην έχωμεν απαίτησιν όλα και τα πολύπλοκα και τα μικρά ζητήματα, τα οποία εθέσπισε και ο τυχών νομοθέτης, να τα νομοθετήση όλα ο νομοθέτης της πόλεως.

Εις δε το δεύτερον, διά το οποίον του είπαν ότι απεστάλη παρ' ανθρώπου επιθυμούντος να μάθη αν ήτο προτιμότερον να μεταβή διά θαλάσσης ή διά ξηράς εις την Ιταλίαν, έδωκεν επίσης απάντησιν ουδεμίαν έχουσαν σχέσιν προς τον Όμηρον• Μη σύγε πλωέμεναι, πεζήν δε κατ' οίμον όδευεΠολλά τοιαύτα παιγνίδια του έπαιξα, μεταξύ δε άλλων και τούτο.

Οι πέτρες επλάσθηκαν για να πελεκιούνται και για να κάμνομε πύργους· έτσι ο Αφέντης έχει ένα υπερβολικά ωραίον πύργο: ο μεγαλύτερος βαρώνος της επαρχίας οφείλει νάχει την καλύτερη κατσίκα· και επειδή τα γουρούνια έγειναν για να τρώγονται, τρώμε χοιρινό κρέας όλον το χρόνο. Συνεπώς, εκείνοι, που παραδέχονται, πως όλα είναι καλά, είπαν μια ανοησία· έπρεπε να πουν, πως όλα είναι καλύτερα!