United States or Marshall Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εις τούτο το φαινόμενον εγώ φοβηθείς έμεινα εκστατικός, τόσον μάλιστα που εκατάλαβα πώς εκείνο το σκότος επροξένησεν ένα μέγιστον όρνεον, το οποίον πετώντας εις τον αέρα επλησίαζε προς εμένα.

Ο Αγαθούλης σ' όλον αυτό το διάλογο στεκότανε εκστατικός κ' έλεγε μέσα του: Αυτός ο τόπος διαφέρει πολύ από τη Βεστφαλία κι' από τον πύργο του κυρίου βαρώνου. Αν ο δικός μας ο Παγγλώσσης έβλεπε το Ελδοράδο, δε θάλεγε πλέον πως ο πύργος του Τούντ-τεν-τρονκ ήτανε ό,τι καλύτερο υπήρχε πάνω στη γη· είναι βέβαιο, πως πρέπει κανείς να ταξιδεύη!

Εδιάλεξα τρία κομμάτια που μου άρεσαν, και χωρίς να του ζητήσω τιμήν του έρριξα την σακκούλαν με τα φλωριά και του είπα· πληρώσου διά αυτά και όσα μείνουν δος μου τα οπίσω. Έμεινε αυτός εκστατικός εις το να ιδή εις εμένα μίαν τέτοιαν γενναιότητα, και αφού επληρώθη και μου έδωσε τα λοιπά φλωριά οπίσω, μου είπεν.

Εκείνος έμεινεν εκστατικός να ακούση τοιούτον παράδοξον φαινόμενον, και διά να βεβαιωθή, την ερχομένην ημέραν καβαλλικεύσαντες και οι δύο εις τον Ελέφαντα, εφθάσαμεν εις τον ρηθέντα λόφον και είδεν οφθαλμοφανώς γεμάτην όλην την πεδιάδα δόντια και κόκκαλα Ελεφάντων με μεγάλην του χαράν και ευχαρίστησιν, από τα οποία τότε εφορτώσαμεν τον ελέφαντα όσα εδύνατο να σηκώση και εγυρίσαμεν εις την πολιτείαν· μετά ταύτα εις τριών μηνών διάστημα κατά συνέχεια εσυχνάζαμεν εις εκείνον τον λόφον, μεταφέροντες ένα πλήθος δόντια των Ελεφάντων εις την πόλιν, εις βαθμόν που εγεμίσαμεν πέντε μεγαλώτατα μαγαζεία.

Έμεινα πολλά εκστατικός εις ετούτα τα λόγια· εβεβαιωνόμουν πολλά καλά, ότι θα ήλλαξα την μορφήν μου μα δεν ημπορούσα να καταλάβω πώς ο αδελφός μου να μη με εγνώριζε καθόλου.

Ο Μπρακμάνος έμεινεν εκστατικός εις αυτήν την διήγησιν και ηθέλησε μόνος του να ιδή, και να πιστωθή εις αυτό το κάμωμα. Ηύρε την πρόφασιν διά να κάμη ένα ταξείδι διά κάμποσες ημέρες. Και διαρκούσα αυτή η ψευδής διορία του ταξειδίου του, επέτυχε τον καιρόν διά να μας ξεσκεπάση εις ένα λουτρόν απόκρυφον, που και οι τρεις ελουόμασθε.

Έμενα εκστατικός εις παρομοίαν διήγησιν και έλαβα την περιέργειαν διά να υπάγω να ιδώ με τους οφθαλμούς μου ένα τέτοιον εξαίσιον κτίριον, το οποίον μου εφαίνετο παράξενον.

Ο βασιλεύς την επρόσταξε να ξεσκεπάση το πρόσωπόν της και βλέποντας την έτσι ευμορφοτάτην έμεινεν εκστατικός, την θεωρεί όμως οπού κλαίει και θλίβεται απαρηγόρητα και την ερώτησε την αφορμήν.

Τότε εκείνος ο νέος σηκώνωντας τα ρούχα του έδειξεν εις τον βασιλέα ότι από τον ομφαλόν και άνω ήτον άνθρωπος, το δε λοιπόν ήτο μάρμαρον μαύρον· και εις τούτο ο βασιλεύς έμεινεν εκστατικός. Ο νέος του λέγει· ιδού άκουσε την ιστορίαν μου.

Ο βεζύρης, που εφαντάζετο πώς με τες τυραννίες που έκαμε του Αμπτούλ, ήθελε του φανερώσει τον θησαυρόν του, επήγε πάλιν το βράδυ διά να τον κάμη να υποφέρη νέας τυραννίας έως που να του φανερώση το ποθούμενον· μα ωσάν έφθασεν εις το κοιμητήριον έμεινε εκστατικός με το να ιδή το κοιμητήριον ανοικτόν.