Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 11 Μαΐου 2025
Τότε εκατάλαβα ότι ήσαν αγάλματα άψυχα και ακίνητα και ήσαν μεταμορφωμένα από ανθρώπους εις τόσους λίθους· και προχωρώντας μέσα εις την πολιτείαν, συναπαντούσα εις κάθε μέρος τοιούτους απολιθωμένους ανθρώπους κάθε τάξεως και ηλικίας, άνδρας, γυναίκας και παιδιά.
Εδώ κ' εκεί μέσα εις το κελλί ήσαν σωριασμένοι άρρωστοι, κ' ένας δαιμονισμένος, εις μίαν γωνίαν, έτριζε τα δόντια του και τα σίδερα. Ο Παπά-Σεραφάκος αδιακόπως εδιάβαζεν. Εγώ, μόλις εμβήκα εις το κελλί, εκατάλαβα ένα χέρι που μ' έσπρωχνεν από πίσω να πάγω πάραυτα να γονατίσω εμπρός εις την Πορταΐτισσαν. Κατ' αρχάς εθάρρεψα ότι ήτον ο φίλος μου ο καπετάν-Καλόγερος, αλλ' αυτός ήτον εμπρός μου.
Ερχόμενος το λοιπόν εις εκείνον τον πλούσιον χοντζερέ, με έβαλε και εκάθισα εις ένα θρονί· ομοίως και αυτή εκάθησε πλησίον μου, και άρχισε να με ερωτά ποίος ήμουν. Εγώ της εδιηγήθηκα με όλην την αλήθειαν την ιστορίαν μου και την εκατάλαβα που έλαβε σπλάγχνος διά την κατάστασίν μου· και από την ευσπλαγχνίαν που μου έδειχνεν, εκατάλαβα πώς ήτον μεγάλης και γενναίας καρδίας.
— Καλά, γράφει στίχους, το εκατάλαβα αλλά τι έργον έχει; πώς ζη; Οι στίχοι του δεν πιστεύω να τον τρέφουν. — Πουλεί τα βιβλία του, όταν εύρη αγοραστάς, δανείζεται από κανένα, ο οποίος δεν του εδάνεισε άλλην φοράν, γράφει γράμματα συγκινητικά . . . — Τι να του ειπώ του παιδιού, αφέντη, που στέκει έξω; ερωτά δειλώς διακόπτων ο υπηρέτης. — Νά! απαντά ο Περδίκης μεγαλοπρεπώς.
Την ερχομένην βραδιάν όταν επλαγιάσαμεν εις την κλίνην ομού, εγώ εκαμώθηκα πως αποκοιμήθηκα και ευθύς τότε νοιώθω να μου αποθέτη εις το αυτί ένα κάποιον τι, το οποίον εκατάλαβα ότι ήτο το υπνοβότανον· όμως αυτό επειδή ήμουν έξυπνος δεν έκαμε καμμίαν ενέργειαν τότε.
Τότε εγώ έτρεξα ευθύς εις τον κήπο, και έμεινα εκεί έως που ήλθεν η νύκτα. Αν την πρώτην φοράν έλαβα θλίψιν που είχα μείνει εκεί αργά, ετούτην ήμουν ανυπόμονος πότε να έλθη η διωρισμένη ώρα. Ερχομένη τέλος πάντων, βλέπω ολίγον υστερότερα μίαν κυράν, και από το περιπάτημά της εκατάλαβα ότι ήτον η Καλεκάρη.
Και όταν εξύπνησα εκατάλαβα πώς ανέλαβα ολίγον τι τας δυνάμεις μου και ανέβηκα υψηλά εις ένα λόφον, διά να αγναντεύσω το νησί και να ημπορέσω να γνωρίσω πού ευρίσκομαι.
— Σύντροφο, μου απαντά με θυμό, για να σου ανοίξω τα μάτια. Τόρα εκατάλαβα! Δεν είχε μόνον μανία στο άλλαγμα παρά κάτι περισσότερο. Ήθελε να φαίνεται στη σκούνα μοναχός καραβοκύρης. Τον έτρωγε το εγώ του. Τόσο εξιπάσθηκε με το καπετανλίκι ο χοντροναύτης που επίστεψε πως ήταν πορφυρογέννητος. Όλα τα ήξευρε και όλα τα ώριζε. Γη, θάλασσα, ουρανός, πλεούμενα όλα δικά του.
Σωκράτης Και εγώ — διότι εκατάλαβα ότι δεν ήρεσεν ο ίδιος εις τoν εαυτόν του με τας προηγουμένας του αποκρίσεις, και ότι δεν θα θέληση θεληματικώς να συνδιαλεχθή δίδων μόνον αποκρίσεις — επειδή ενόμισα ότι δεν είναι πλέον δουλειά ιδική μου να παρευρίσκωμαι εις την συναναστροφήν, είπον·
Αυτό το εκατάλαβα όταν ήλθεν η σειρά μου ν' αρρωστήσω! Ενώ εγώ εις την δικήν της αρρώστειαν δεν ημπορούσα να την βλέπω να υποφέρη, και αναγκάζουμουν να φεύγω και να ζητώ παρηγορίαν εις το ξεφάντωμα, αυτή ούτε στιγμή δεν έλειψεν από κοντά μου· αγρύπνησε δέκα νύχτες κατά σειράν εις το προσκέφαλό μου.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν