United States or French Polynesia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εάν βεβαίως συ με ερωτούσες διά κανέν από όσα τώρα δα είπαμεν, παραδείγματος χάριν, ποίον μέρος ενός αριθμού είναι ο άρτιος αριθμός, και ποίος ακριβώς είναι ο αριθμός αυτός, θα σου απαντούσα ότι άρτιος είναι ο αριθμός εκείνος οπού διαιρείται εις δύο ίσα μέρη και όχι εκείνος που διαιρείται εις δύο άνισα. Δεν έχεις την γνώμην αυτήν οπού έχω και εγώ; Ευθύφρων. Μάλιστα. Σωκράτης.

Κι' όμωςκάποια παράδοξη ζέστα νοιώσαμε στην ερημιά εμείς οι έρημοι. Κάποια παράδοξη χαρά δοκιμάσαμε βυθισμένοι στην απέραντη αδιαφορία της πλάσηςπου μας έσφιγγε με στοργή, χωρίς να γνωρίζη ούτε μας, ούτε τον εαυτό της! Δυο κατσίκια πήδησαν μπροστά μου στη χλόητάχα ποιος να μου στέλνη αυτό το δώρο στα παιδιάτικα χρόνια μου που πέρασαν ;

Προσέτι ο βασιλεύς παρεκάλεσε την Εξωτικήν να του φανερώση ποίος ήτον ο άνδρας της Αμηνάς, ο οποίος τόσον απάνθρωπα την επλήγωσε και αυτή του απεκρίθη, ότι ήτον ο πρωτότοκός του υιός ονομαζόμενος Σουλτάν Εμήν. Τελειώνοντας αυτά τα λόγια, έγινεν άφαντος η Εξωτική.

Ούτω θα δύναται να γίνη και μία οικονομική καινοτομία· θα λείψη η διάκρισις των σχολείων κατά φύλον, αι δε αρσακειάδες θα συναγελάζωνται εις το αυτό σχολείον με τους άρρενας, χωρίς κανένα κίνδυνον των ηθών. Αι μόναι εκμηστηρεύσεις των θα είνε περί των γεροντικών των ασθενειών, θα παύσουν δε και αι βάρβαροι σχολικαί τιμωρίαι. Διότι ποίος διδάσκαλος θα τολμήση να δείρη ένα εξηντάρην μαθητήν;

Ποιος τάχα να μ' εμπόδισε να πέσω μέσ' στον τάφο νεκρός κ' εγώ ναναπαυθώ στο πλάι εκείνης που ήταν στον κόσμο η καλλίτερη γυναίκα; Δυο ο Άδης ψυχές θα είχε αντί μιας, πιστά συνηνωμένες από μια πίστι ανίκητη, κι' η δυο μαζί τη λίμνη του κάτω κόσμου αχώριστες μαζί θα την περνούσαν. ΧΟΡΟΣ Εγώ είχα κάποιον συγγενή, που είχεν ένα μόνο παιδί μέσα στο σπίτι του, ο Χάρος του το πήρε.

Οι λιγοστές γυναίκες, παίρνοντας τα παιδιά τους απ' τα χέρια, τρέχανε να σωθούνε μακρυά απ' το φονικό, τρέμοντας στη σάστισή τους περισσότερο τον χτυπημένο απ' το φονιά, που βρισκότανε μίλια μακρυάποιος ξέρει πούαυτή τη στιγμή.

ΛΑΥΡΕΝΤΙΟΣ Βοήθειά μου ο Θεός! πόσαις φοραίς απόψε εσκόνταψαν τα πόδια μου εις τάφους. — Ποίος είσαι; ΒΑΛΤΑΣΣΑΡ Πάτερ Λαυρέντιε, εγώ, φίλος και γνώριμός σου. ΛΑΥΡΕΝΤΙΟΣ Ευλογητός! Δεν μ' εξηγείς, τι φως εκεί του κάκου φωτίζει μαυροσκούληκα κι' αόμματα κρανία; Του Καπουλέτου είν' εκεί ο τάφος, αν δεν σφάλλω. ΒΑΛΤΑΣΣΑΡ Ο κύριός μου είν' εκεί, ω άγιέ μου πάτερ, ο νέος οπού αγαπάς.

Μα ύστερ' από δύο ημέραις τον έβγαλαν, γιατί ευρέθη, πως, όταν έγεινε το φονικό, εκείνος ήταν στο χωριό μας. Ποιος το ξεύρει· Ίσως κ' εψευτομαρτύρησαν... Μα τώρα, που ήρθες πια και συ, παιδί μου, μην αφήστε τον αδερφό σας ανεκδίκητο. Μη με βλέπεις έτσι και σιωπάς!

Ο Πρωτόγυφτος έφερε την χείρα εις την κεφαλήν, και τα είχε χάσει από πολλού, ώστε ήτο απηλλαγμένος της ανάγκης του να ομιλήση. — Επληροφορήθην την αισχράν διαγωγήν σου, επανέλαβεν ο αρχηγός. Αλλά δεν θα φέρης εις πέρας τον σκοπόν σου. — Ορισμός σας, αφέντη, ετραύλισε τρέμων ο Πρωτόγυφτος. — Ποίος δαίμων σ' ενέπνευσε να πωλήσης την κόρην σου; είπεν αμειλίκτως ο αρχηγός.

Κι' αν πάψω εγώ τον αργαλειό, κι' αν πάψω το τραγούδι, Ποιος θα μου υφάνη τα προικιά και τα μεταξωτά μου; — Εγώ θα βάλω γλήγορα υφάντραις να τα υφάνονν. Εγώ θα στείλω προξενιά, γυναίκα να σε πάρω. Του παλατιού βασίλισσα, κυρά μου να σε κάμω. — Του ποιου ν' το συμπεθεριακό, του ποιου 'ν' αυτό το ψίκι Που κατεβαίνει απ' τα βουνά πεζούρα και καββάλλα Με τα ψιλά τα φλάμπουρα, με τα διπλά παιγνίδια.