United States or Benin ? Vote for the TOP Country of the Week !


Χώρια από τον καπετάνιο, οι άλλοι απλώναμε σώμα και ψυχή να ρουφήξουμε εκείνη την παράδεισο, με φανερή ζήλια στα μάτια για εκείνους που την χαίρονται. Και άξαφνα, δεν ξεύρω πώς, η πολυποίκιλη εικόνα έχυσε στα παιδιάτικά μου στήθη μια ευτυχία γλυκειά και μια θλίψι πλέον γλυκότερη, που αναγκαζόμουν να την ξεμυστηρευθώ, να την φωνάξω, γιατί μ' έπνιγε στην ορμητική πλημμύρα της.

Κ' έκαναν το καθετί μαζί, βόσκοντας ο ένας κοντά στον άλλο. Πολλές φορές ο Δάφνης περιμάζευε όσα πρόβατα ξεμάκραιναν· και πολλές φορές η Χλόη τα πιο ζωηρά γίδια τα σαλαγούσε από τους γκρεμνούς· μα και τα δυο κοπάδια εφύλαξε ο ένας, επειδή ο άλλος καταγινότανε να παίζη. Κ' ήτανε τα παιγνίδια τους τσοπάνικα και παιδιάτικα.

Μα εγώ πάντα τόλεγα πως έχεις κεφάλι του λόγου σου, έχεις γερό κεφάλι!... Και τι φούρκα που θαν την πάρουνε! του πρόσθεσε γελώντας και σέρνοντάς τον ευχαριστημένον στην τραπεζαρία. — Τα κατάφερες; — μπράβο σου! της είπε σιγά ο Δημητράκης. — Τι να κάμης; στα παιδιά πρέπει να μιλάη κανείς παιδιάτικα... Στο τραπέζι κάθισαν ένας κ' ένας οι επίσημοι.

Στην αρχή δεν το πίστεψα· κιόταν βεβαιώθηκα δεν έκλαψα. Ο καϋμός μου μαζεύτηκε και κλείστηκε στη ψυχή μου, να μείνη εκεί για όλη μου τη ζωή. Έπειτα ήτο τόσο μεγάλο και σοβαρό πράμμα ο θάνατος κείνος, που δεν τον πήγαιναν τα δάκρυά μου, δάκρυα έως τότε παιδιάτικα, που μόνον για μικρά κιασήμαντα είχαν κλάψει. Ένα μόνο λόγο είπα στη μάνα μου: — Θωρείς τα 'δα; Η μάνα μου δεν είπε λέξη.

Όπως τους Μάγους οδήγησε κ' εμένα πίσω από τα βουνά και τα πέλαγα στην Νάξο, στο Γρίτι μου το πρασινοντυμένο, στο ταπεινό μα ολόχαρο σπιτάκι μου. Και όχι ως εδώ· παραμπρός, παραμπρός ακόμη. Μ' έφερε στα παιδιάτικα χρόνια μου, πριν αφήσω τη στεριά και πριν πατήσω στη θάλασσα.

Κι' όμωςκάποια παράδοξη ζέστα νοιώσαμε στην ερημιά εμείς οι έρημοι. Κάποια παράδοξη χαρά δοκιμάσαμε βυθισμένοι στην απέραντη αδιαφορία της πλάσηςπου μας έσφιγγε με στοργή, χωρίς να γνωρίζη ούτε μας, ούτε τον εαυτό της! Δυο κατσίκια πήδησαν μπροστά μου στη χλόητάχα ποιος να μου στέλνη αυτό το δώρο στα παιδιάτικα χρόνια μου που πέρασαν ;

Μια και τη συναναστράφηκε, ξαναζωντάνεψαν μέσα του όλες οι χαρές που απόλαψε μαζί της στα παιδιάτικα χρόνια του. Το αλισωμένο λάφι ξαναγύρισε στη φυσική ποτίστρα και πίνει αχόρταγα το άδολο νερό. Σα δεν πήγαινε στο σπίτι ο Δημητράκης κατέβαινε εκείνη και τον έσμιγε. Κ' οι δυο τους νοιώθανε τον ίδιο πόθο. Τρέχανε στα βουνά και τους λόγγους σαν αγρίμια.