United States or Palestine ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μα μόλις ο θεόμορφος Αλέξαντρος τον είδε 30 μες στους προμάχους άξαφνα, τον πιάνει λες αντράλα, και πίσω ως στους συντρόφους του κολώνει μη την πάθει. Πώς ο διαβάτης του βουνού τη λαγκαδιά σα βλέπει δαγκάρα οχιά, ξανάστροφα τραβιέται τρομασμένος, και πίσω φέβγει και χλωμιά τα μάγουλά του βάφει· 35 έτσι κι' αφτός φοβήθηκε τον καστανό Μενέλα και πίσω χώθηκε ξανά μες στο σωρό των Τρώων.

Σε πρώτο ταξείδι, όταν φθάσαμε με το καλό ς' το Ταϊγάνι, ο καπετάνιος μας αμέσως επαράγγειλε μια ασημένια σκούνα, μισή οκά, με τα κατάρτια της, με τα πανιά της ανοιχτά, με τα ξάρτια της, όλα ασημένια. Μπροστάτην πλώρη ένα ασημένιο γεροντάκι με στρογγυλά ασημένια γένεια, ο Άης-Νικόλας, σημαίνει την καμπάνα την ασημένια. Πίσω ο καπετάνιος. Δεν λείπει κι' αυτός.

Ο Έφις άκουγε το θόρυβο που έκαναν πλένοντας τα ρούχα τους κάτω στο ποτάμι οι πάνας, γυναίκες που είχαν πεθάνει στη γέννα, χτυπώντας τα με τις κοκάλες των πεθαμένων και νόμιζε ότι διέκρινε τον αματατόρε, ένα στοιχειό με εφτά σκουφιά που μέσα τους έκρυβε έναν θησαυρό, να πηδά εδώ κι εκεί κάτω από το δάσος με τις μυγδαλιές και να τρέχουν πίσω του βρικόλακες με ατσάλινες ουρές.

Κατά την διάρκεια της συνομιλίας περπατούσε δίπλα στον Ιησού, λίγα βήματα μπροστά από τους συντρόφους του. Κοιτώντας πίσω είδε τον Ιωάννη, τον σύντροφο που συμπαθούσε και τον Απόστολο που ο Ιησούς αγαπούσε να τους ακολουθεί αργά.

Κι όμως πρώτος απ’ όλους, μόλις βαρούσε η καμπάνα, τα βροντούσε όλα χάμω κ’ έτρεχε σπίτι, κόβοντας δρόμο απ' την Πλάκα και την Άγια Αικατερίνη κ' έπειτα πίσω απ' το Στρατιωτικό Νοσοκομείο, για να οικονομήση και το καθημερινό έξοδο του τροχιόδρομου καθώς έλεγε στον εαυτό του.

Ελύθηκα... Και αλήθεια έλεγε. Όλοι είμαστε λυμένοι. Τα γόνατά μου έτρεμαν τα δάχτυλά μου, όπως ήσαν κλεισμένα στο σίδερο της τρόμπας έτσι έμεναν. Ούτε ν' ανοίξουν ούτε να κλείσουν περισσότερο ειμπορούσαν. Τα μπράτσα έμεναν σκληρά και αλύγιστα σαν ατσάλι. Είχα έναν πόνο στα νεφρά· καθώς έσκυφτα να πατήσω την τρόμπα ήθελα βοήθεια για να σηκωθώ από πίσω.

Αυτός ο δρόμος δε βγάζει πουθενά... Ο ζητιάνος χαμογέλασε αδιάφορα και μουρμούρισε πάλι: — Και ποιος σου είπε να πας ; Γύρισε πάλι τα μάτια του κατά τον κάμπο. — Κυττάζεις ακόμα το δρομαλάκι; του είπα πειρακτικά. Ήμουνα βέβαιος πως δεν θα μ' αποκριθή. Εκείνος όμως χωρίς να γυρίση να με κυττάξη, μου είπε: — Όχι. Κυττάζω το φτωχό το γαϊδουράκι, που το γύρισε πίσω ο αγωγιάτης.

Και τ' είμ' εγώ; Δημόνικος ν' ακούω παραινέσεις; και Ισοκράτης είσαι συ, Σεμτέλος, Μιστριώτης;... και πού ηκούσθη πώποτε 'στάς ανθρωπίνους σχέσεις να γίνεται διδάσκαλος 'στό γήρας η νεότης; Πίσω μου έλα, Διάβολε... δεν θέλω συμβουλάς κι' όσα μου καλονάρχησες αλλού να τα πουλάς.

ΙΣΜΗΝΗ Και την επήρε κι αυτουνού. ΑΝΤΙΓΟΝΗ Ω αθλία μανία. ΙΣΜΗΝΗ Και τρισάθλια πάθη. ΑΝΤΙΓΟΝΗ Πολυστέναχτες λύπες. ΙΣΜΗΝΗ Πολυθρήνητες θλίψες. ΑΝΤΙΓΟΝΗ ΚΑΙ ΙΣΜΗΝΗ Ιώ, Μοίρα, μεγαλόδωρη πόνων πικρών και τρανή του Οιδίποδα μαύρη Ερινύα μεγάλη σου η δύναμη. Αι, αι -Αι, αι. ΑΝΤΙΓΟΝΗ Δοκίμασες κ’ έχεις να πης. ΙΣΜΗΝΗ Πίσω δεν έμεινες και συ. ΑΝΤΙΓΟΝΗ Αφού στην πόλη γύρισες.

Χάρηκε του Δία ο γιος μια στάλα άμα τον είδε κι' έρχουνταν, και τούπε με τα δάκρια «Βοήθια, του Πριάμου γιε, βοήθια! Μη μ' αφήκεις να πέσω, κι' αρπαχτάρι εδώ να γίνω των οχτρώνε. 685 Κατόπι μες στη χώρα σας ας κλείσω και τα μάτια, μιας και δε μούτανε γραφτό πίσω κι' εγώ να σύρω. στο σπίτι στην πατρίδα μου, και να καλοκαρδίσω το τέρι μου το λατρεφτό, τ' ανήλικο παιδί μου