United States or Uganda ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αδελφοί και πατέρες, ήρχισε με ύφος σχεδόν καλογηρικόν, πρέπει να ξέρουμε πως όλοι 'μείς είμαστε σα μια οικογένεια αγαπημένη, από πατέρα κι' από μάννα, όλοι αδέρφια είμαστε. Πατέρας μας είνε ο Θεός, μάνα μας είν' η γης.

Κάποια βήματα δίπλα του τον σταματήσανε πάνω στο παραλήρημά του. — Δε μουρμουρίζει έτσι ο κόσμος, τούπε η φωνή του συντρόφου του ναύτη γραφέα. Δω πέρα όλοι, κι' εγώ ακόμα, είμαστε υποκείμενοι να τιμωρηθούμε. Στρατιώτες είμαστε. — Δε σκεφτόμουνα την τιμωρία. — Άστα, άστα... Ξέρω γω τι σου λέω.

Είμαστε θυμούμαι στη Νοβοροσίσκη μ' ένα Γαλαξειδιώτικο μπαρκομπέστια. Εγώ εκείνο το ταξείδι ναυτολογήθηκα στην Πόλη. Εκείνους τους δυο τους ηύρα μέσα. Ήσαν από πριν. Είχαν πολλά ταξείδια μαζί και ήσαν θαρρεμένοι. Αλλά με όλα τα θάρρη που είχαν, με όλες τις συντροφιές που έκαναν, άμα άκουε κανένα λόγο για τους πατριώτες του ο Γεράσιμος ανατρίχιαζε σαν το λυσσασμένο σκυλί στον καθρέφτη.

ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Να τον, έρχεται· θα στείλω να φέρω την κόρη μου για να του δώση την χείρα της. Κύριε, ήρθαμε να υποκλιθώμεν εμπρός στην υψηλότητά σας σαν φίλοι που είμαστε του κυρίου πεθερού σας και να σας διαβεβαιώσωμε μετά σεβασμού ότι είμαστε ταπεινοί σας δούλοι.

Σκλάβοι τους δεν είμαστε. Ο νους είναι που ζωντανέβει τη γραμματική. Φτάνει νάχουμε μια ιδέα, να τρέμη η καρδιά μας, και βλέπετε αμέσως και τη γλώσσα να χύνη όλα της τα λουλούδια· βλέπετε την κάθε λέξη να λάμπη σαν ολόφωτο φεγγάρι. Ξέρω τι θα με πήτε· δεν έγραψαν πάντα μήτε σ' όλους τους τόπους τη γλώσσα που μιλούσαν . Είναι βέβαιο.

Και μετά δυσκολίας πολλής εμπόδισε τον αδελφόν του να μη τον αικίση. — Να, κοντεύουε τώρα, Νταντή . . . — Αργούμε ακόμα, Μπεφάνη . . . — Τι λες, βρε Νταντή; . . . Δευτέρα πέρασε, Τρίτ' Τετράδ' μια, Πέφτ' Παρασκευή δυο, Σαββάτο, πρώτα ο Θεός είμαστε πέρα. Και &ούτως οδός βραχεία γίγνεται&, όχι κατά τον Σοφοκλέα.

Ως που να κλείσουμε της κάλπαις και να υπογράψωμε το πρακτικό θα πάη εφτάμισυ. — Εγώ είμαι ο πρόεδρος, είπεν αγερώχως ο κ. Νιαουστεύς. — Ημείς είμαστε η πλειοψηφία. Ο κυρ-Ανδρέας έσπευδε και δεν ήθελε πολλά λόγια. Έστρεφεν από καιρού εις καιρόν βλέμμα προς την θύραν, ως να επερίμενε δυσάρεστόν τι εκείθεν.

Εμείς θα είμαστε στάχτη τότε. ΜΙΣΤΡΑΣΑς ταφίσωμε όμως αυτά. Περασμένα-ξεχασμένα! Δε μούπες ακόμα το λόγο που σ' έκανε ναναβάλης το ταξίδι σου. Είμαι πολύ περίεργος. ΦΛΕΡΗΣΈκαμες μόνος σου την προεισαγωγή χωρίς να το καταλάβης. ΜΙΣΤΡΑΣΤι θέλεις να πης; ΦΛΕΡΗΣΜου μίλησες για κείνο το κομμάτι του Ρώσσου μουσικού.

Ίσως, από την πολλή τη λαχτάρα να δουλέψουμε τίμια και προσεχτικά, σκοντάψουμε και μείνουμε με τη λαχτάρα μας μοναχή. Ίσως, αντίς να ξυπνήσουμε μερικούς, τους κοιμίσουμε ακόμα πιο βαθύτερα. Ίσως, αντίς να μας πονέσουν, που είμαστε και μεις αίμα τους, θυμώσουν και μας ρίξουνε στη φωτιά. Αυτά όλα μπορεί να γίνουνε· μα δεν πρέπει και να μας παίρνουν το θάρρος.

Αλλά μόνον η φωνή του ακούστηκε βαρειά και στριμμένη, σαν ανάμπαιγμα που έστελνε το άσπλαχνο το πέλαγο. Κατά το μεσημέρι ο ήλιος έσχισε τον πυκνόν αιθέρα κ' έρριξε μιαν αχτίνα του μακριά. Τα βουνά της Θεοδοσίας ψηλά, χιονισμένα, έβγαιναν σαν κρυσταλλένια παλάτια μέσ' από τα θολά νερά και τον σκούρον ορίζοντα. Είμαστε κάτου από την Κριμαία.