United States or Armenia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο πατέρας παίρνει σύζυγον την κόρην του και το παιδί την μητέρα, και η κόρη τον αδελφόν, οι φίλτατοι δε μεταξύ των επιβουλεύονται ο ένας τον άλλον και αλληλοσκοτώνονται. Αυτάς τας συνηθείας έφερες και να τας κρατήσης διά τον εαυτόν σου• μη τας μεταδώσης δε και εις ημάς.

ΠΡΟΣΠ. Όχι·όσο για σε, κακή ψυχή, που αν σ' έλεγα αδελφόν, θα εμόλυνα τα χείλη μου, σου συγχωρώ την πλέον αισχρή από τες αδικίες σου, — σου τα συγχωρώ όλα· και απαιτώ από σε το θρόνο μου, που στανικώς, το ξέρω, πρέπει να μου ξαναδώσης. ΠΡΟΣΠ. Πόσο μου πονεί, Κύριε! ΑΛΟΝΖ. Αγιάτρευτος είναι ο πόνος, και η υπομονή δα ωμολόγησε ότι τα μέσα της δεν ωφελούν.

Και αν, ό μοι γένοιτο, είνε αποθαμμένοι, να το εξαργυρώσης η αγιωσύνη σου, να δώσης εις κανένα αδελφόν μου, εάν είνε αυτού, ή εις κανέν ανίψι μου, και εις άλλα πτωχά. Και να κρατήσης και η αγιωσύνη σου εάν οι γονείς μου είνε αποθαμμένοι, έν μέρος του ποσού αυτού διά τα σαρανταλείτουργα . . .» Πολλά έλεγεν η επιστολή αύτη και έν σπουδαίον παρέλιπε.

Είς Ηγούμενος, δύο Αρχιερείς και ο Έπαρχος Αττικής εγνώριζον ήδη το περιεχόμενον του ράσου της, πολλοί, άλλοι υπώπτευον τούτο και οι λοιποί προσέφεραν εις τον αδελφόν Ιωάννην το θυμίαμα πλατωνικής λατρείας· ο δε Φρουμέντιος δεν έπαυε μεμψιμοιρών και υβρίζων την φιλτάτην του, ήτις χάσασα επί τέλους την υπομονήν έδιδεν εις αυτόν απαντήσεις ξηράς ως σύκα των Καλαμών.

Το έμαθεν από τον αδελφόν της, είπεν ο Σκούντας. Αλλ' ειπέτε μοι, εις ποίον δωμάτιον κατοικεί αυτή; — Έχει λοιπόν και αδελφόν; επανέλαβεν η Βεάτη. Και πώς την άφησε να την πάρουν; — Είνε ανόητος, ως φαίνεται, είπεν ο Σκούντας. Εις ποίον μέρος του μοναστηρίου ευρίσκεται το δωμάτιόν της; — Και ειξεύρει ο Τρανταχτής με ποίον σκοπόν την έφεραν εδώ; εξηκολούθησε να ερωτά η Βεάτη.

Αφού γεννήση τις ενταύθα λόγους καλούς και εννοήση ότι το εις ένα οιονδήποτε σώμα υπάρχον κάλλος είνε αδελφόν του εις άλλο σώμα υπάρχοντος, αναβαίνει εις τα δύο σώματα και από τούτων εις όλα τα ωραία σώματα.

Και δεν είναι διόλου παράδοξον ο αδελφός να ομοιάζη τον αδελφόν. Αλλά καθώς σου είπα, ευλογημένε, ας αφήσωμεν πλέον τους θεούς. Ερμογένης. Αυτού του είδους τους θεούς μάλιστα, ας τους αφήσωμεν Σωκράτη μου, αφού το θέλεις. Σωκράτης. Πάρα πολλά μου ζητείς, αλλά, εάν αυτό θα σε ευχαριστήση, είμαι πρόθυμος. Ερμογένης. Βέβαια θα με ευχαριστήση. Σωκράτης.

Ω πατέρα μου, του είπα, ηύρα δύο γερόντους, που ενέμπαιξαν μετ' εμένα· τους παρεκάλεσα να μου ειπούν ποίος ήτον ο αυτουργός του χαμαϊλιού, που είνε στο βουνόν, και μου απεκρίθησαν ότι δεν το ηξεύρουν μα πως είχαν ένα αδελφόν μεγαλύτερον, που ημπορούσε να μου το φανερώση.

Και εάν ο αδελφός πληγώση ομοίως τον αδελφόν ή την αδελφήν, ή η αδελφή τον αδελφόν ή την αδελφήν, και καταδικασθή διά πληγήν εκ προμελέτης, να είναι θάνατος η τιμωρία. Εάν δε η γυνή πληγώση εκ προμελέτης με σκοπόν να φονεύση τον άνδρα της, ή ο ανήρ την γυναίκα του, ας εκπατρισθή ισοβίως.

Αυτά ηξεύρων εσκέφθη τα ακόλουθα διά να αρπάση την βασιλείαν. Είχεν αδελφόν μεθ' ου, ως είπα, επανεστάτησε, και όστις ωμοίαζε με τον υιόν του Κύρου Σμέρδιν τον φονευθέντα κατά διαταγήν του Καμβύσου. Η ομοιότης ήτο τελεία και εκαλείτο επίσης Σμέρδις.