United States or Madagascar ? Vote for the TOP Country of the Week !


Διερχόμενοι έξω από τον μέγαν και άκομψον παλαιόν ναόν της Αγίας Παρασκευής, έκαμναν τον σταυρόν των, και η μήτηρ έφερεν εις τον υπόδικον σιμίθια και σύκα και σαρδέλλες, και καπνόν διά την πίπαν του. Και μέσα εις την βαθείαν τσέπην του φουστανιού της, κρυφά, είχε χωμένην μικράν φιαλίδα με ρώμι ή ρακί, προς παρηγορίαν του φυλακισμένου.

Κι' η Κώσταινα περίχαρη άνοιξε τη μοσκοβολημένη της την κασσέλλα κι' έβγαλε από μέσα καρύδια, σταφύλια, σύκα, συκομαΐδες και μήλα κι' έδωκε στον προύχοντα και σ' όλους, όσοι είταν μέσα, ύστερα τους έδωκε το παγούρι με το ρακί, κι' αφού έπιαν καθένας από κάνα δύο φορές κι' ευκήθηκαν στον Κώστα το «&Καλώς ήρθες από τα ξένα γερός και καλάκαι στην Κώσταινα το «&καλώς τον αποδέχτηκεςέφυγαν, κι' έμειναν μοναχοί μέσα στο σπίτι εκείνο, που δεν είχε ιδεί άλλη φορά καλή μέρα, η Κώσταινα με τον Κώστα της, πούχε σαράντα χρόνια στην Ξενιτειά, χωρίς γράμμα και χωρίς αντιλογιά.

Ήνοιξε την στενόμακρον κασσέλλαν του με έν τερπνόν γλυκοκελάδημα περιστρέψας την μικράν κλείδα εις την μουσικόκρουστον κλειδαριάν της, εξήγαγε μερικούς ξηρούς καρπούς, οίτινες απέκειντο εκεί, της συζύγου του δώρα, του χωρίου του γλυκείαι αναμνήσεις, καρύδια και σύκα και κυδώνια· και παραθέσας αυτά εκάλεσε τους ναύτας: — Ξεκουρασθήτε, βρε παιδιά, τώρα.

Οπού σε τρύπα λογιαστή, ζωγραφιστή καμάρα, 85 Βασιλικά μ' ανάστησε μ' αγάπη και λαχτάρα, Σε χάιδια και σ' ανάπαψες, σε χίλια διο παιγνίδια Και μ' έθρεψε με κάστανα, με σύκα, με καρύδια· Και με λογής λογιών γλυκά, που ο νους σου δε χωράει, Γιατί δεν τα ίδες πουθενά, ποτέ δεν τα 'χεις φάη. 90 Πώς είναι τώρα δυνατό να φιλιοθούμε αντάμα, Οπού δεν έχομε όμιασι μηδέ καν σ' ένα πράμμα.

Είχε και καρπερό περβόλι η βάρδια, όπου εβλάστιζαν άπειρες συκιές, ήμερες στον καιρό τους. Μα τόρα πια ήταν αμελημένες κι ακλάδεφτες. Είχαν αγριέψει τα κλαδιά τους, κ' ήταν ξεβλασταριασμένες οι ρίζες τους. Πόδι αθρωπινό δεν είχε πατήσει τον παχύν τους ίσκιο· στόμα αθρωπινό δεν είχε δοκιμάσει τα χυμερά και κατάγλυκα σύκα τους. Της βάρδιας το στοιχειό τις αγριοσύκιζε κάθε τόσο.

Όστις γευθή άωρα οπωρικά, είτε σταφύλια είτε σύκα, πριν να φθάση ο καιρός του τρύγου, ο οποίος συμπίπτει με τον Αρκτούρον, είτε εις τα ιδικά του χωράφια είτε εις ξένα, ας πληρώνη ιερόν πρόστιμον εις τον Διόνυσον πενήντα δραχμάς, όταν κόπτη από τα ιδικά του, όταν δε κόπτη από τα γειτονικά, μίαν μναν, εάν δε από άλλα χωράφια, δύο τρίτα της μνας.

Μετ' ολίγον νεαρός μοναχός εκόμισε προς τον ξένον ζωμόν νηστήσιμον, τεμάχιον προσφοράς, σύκα και κάρυα και οίνον μαύρον της Σκοπέλου μελιηδέα, άτινα όλα κατεβρόχθισεν ο κυρ-Δημάκης, νήστις και βασανισθείς μίαν όλην ημέραν. — Θ' αρθή λοιπόν βάρκα αύριο!

Όστις δε θελήση να δοκιμάση το σταφύλι το οποίον εσχάτως ήρχισαν να το ονομάζουν γενναίον και τα γενναία σύκα, εάν μεν δρέπη από τα ιδικά του, ας τα απολαμβάνη όπως θέλει και όταν θέλη, εάν όμως από κτήματα άλλου χωρίς να τον πείση συμφώνως με τον νόμον ότι δεν πρέπει να σηκώνη ό,τι δεν ετοποθέτησε, ας τιμωρήται.

Αφού δε ηυχαρίστησαν την περιέργειάν των, εφρόντισαν να κορέσωσι και των ξένων την πείναν, προσκαλούσαι αυτούς να συγκαθίσωσιν εις την τράπεζαν του δειλινού, όπου κατά πρώτον εγεύθησαν τα τέκνα εκείνα της Άρκτου τους γλυκείς της μεσημβρίας καρπούς, τα σύκα και τας σταφίδας εκείνας, περί ων ηρώτα η σοφή Ιωάννα, λείχουσα τα χείλη και τους δακτύλους, αν ταύτα ήσαν ο γλυκύς του λωτού καρπός.

Όσοι λέγουν ότι είνε φιλόσοφοι και θεωρούν ότι αρμόζει εις αυτούς ο τίτλος ούτος να έλθουν εις την Ακρόπολιν, όπου θα γίνη διανομή χρημάτων. Θα δοθούν εις έκαστον δύο μναι και γλύκισμα σησαμωτόν. Εκείνος δε ο οποίος θα επιδείξη την μεγαλειτέραν γενειάδα θα λάβη επί πλέον και ένα καλάθι σύκα.