United States or Trinidad and Tobago ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ως ο βορράς Εκ' εις τα δένδρα πνέει, Ως το νερόν του ρύακος Χόρτων εν μέσω ρέει, Και ο Χρόνος τανυσίπτερος Και φθίνει, και περά. Και, ως η ναυς, η πλέουσα, Υδραύλακας αφίνει, Ούτως ο Χρόνος προχωρεί Αφίνων, ως εκείνη, Τας αναμνήσεις ίχνη του Μυθώδη, ζοφερά. Υπέρ ποτε ωμίλησα, Λίαν εκτεταμένως, Και σας ζητώ, ω φίλοι μου, Συγγνώμην επομένως· Α!...είναι ακατάσχετος Των πόνων η ορμή!...

Η Αμέρσα, κατεκλίθη εκ νέου πλησίον της αδελφής της και δεν εκοιμήθη. Αι αναμνήσεις εξηκολούθουν να της έρχωνται ραγδαίαι, καίτοι ολιγώτερον τυραννικαί και μελανόπτεροι ή όσον εις την μητέρα της. Και κατά τας μακράς εκείνος ώρας δεν έπαυσε ν' αναλογίζεται καθ' εαυτήν την τύχην του αδελφού της, του Μούρου, όστις ευρίσκετο τώρα εις το δεσμωτήριον της Χαλκίδος.

Οι λογισμοί και αι αναμνήσεις της, αμαυραί εικόνες του παρελθόντος, ήρχοντο αλλεπάλληλοι ως κύματα μέσα εις τον νουν της, προ των οφθαλμών της ψυχής της. Είχε καρπογονήσει, λοιπόν, η Χαδούλα τόσα τέκνα, και είχε κτίσει μικρόν οσπίτιον διά να κατοικήση.

Ο Έφις ένοιωθε να τον παίρνει μακριά κάτι που έμοιαζε με ορμή του ανέμου: αναμνήσεις και ελπίδες τον ανύψωναν. Περίμενε τον Τζατσίντο, και ο Τζατσίντο ερχόταν τάχα να του φέρει φανταστικά νέα: ότι βρήκε δουλειά, ότι κράτησε την υπόσχεσή του να είναι η παρηγοριά για τις ηλικιωμένες θείες του. Και ότι τάχα ο ντον Πρέντου είχε ζητήσει τη Νοέμι να γίνει γυναίκα του…

Ίσως αυτός ο χώρος όπου περιεπάτει, ανακαλών τας αναμνήσεις του αρχαίου κλέους των, ίσως και αι αναμνήσεις της εορτής την οποίαν ήγον, ως επετείου απελευθερώσεως κατορθωθείσης υπό δρακός γενναίων ανδρών οίτινες ανέτρεψαν κολοσσαίαν τυραννίαν, ενέπνευσαν την ερώτησίν των. «Έως πότε τηρείς τας ψυχάς μας εις αλγεινόν μετεωρισμόν; Εάν είσαι πράγματι ο Μεσσίας, ειπέ μας τούτο εν πεποιθήσει· Ειπέ μας εδώ, εις την Στοάν του Σολομώντος, τώρα, ενώ η θέα των ασπίδων τούτων και των χρυσών στεφάνων, και η μελωδία των κινυρών τούτων και των κυμβάλων, αναμιμνήσκουσι την δόξαν Ιούδα του Ασμοναίου, θα είσαι Συ ισχυρότερος Μακκαβαίος, ενδοξότερος Σολομών; Αυτά τα κίτρα και τα βαΐα και οι φοίνικες, τα οποία αίρομεν προς τιμήν της νίκης της ημέρας ταύτης, θα αρθώσι μίαν ημέραν διά Σε;» Η έκκλησις ήτο παράδοξος, ορμητική, ανυπόμονος, και είνε μεστή σημασίας.

Υπήρχον, κατά τους βορείους αιγιαλούς της νήσου, πολλοί κλεφτότοποι, μέρη απάτητα, σπήλαια και βράχοι όπου εφύτρωνε το αγριοβότανον και η κάππαρις, και τα κρίταμα και η αρμυρήθρα, και όπου τους υπάρχοντας ολίγους δρόμους κατέστρεφον καθημερινώς τα κοπάδια των ερίφων και των αιγών. Εκεί θα ήτο το άσυλόν της, εκεί όπου ήσαν αι αναμνήσεις της παιδικής ηλικίας της.

Τούτο όμως δεν συμβαίνει εις όλας τας ηδονάς. Διότι άνευ λύπης ηδοναί είναι αι μαθηματικαί, και από τας ηδονάς των αισθητηρίων αι γινόμεναι με την όσφρησιν, έπειτα δε και αι ακροάσεις και πολλά θεάματα και αναμνήσεις και ελπίδες . Τότε λοιπόν τίνος πράγματος γενέσεις θα τας ονομάσωμεν αυτάς; Διότι δεν υπήρξε κανενός πράγματος έλλειψις, του οποίου να επήλθε κορεσμός.

Ο γέρων πρόεδρος, υψηλός, ευθυτενής, ογδοηκοντούτης, πάσχων την όρασιν, αναμασσών διά χιλιοστήν φοράν τας αναμνήσεις ταύτας, επλησίασε προς το κιβώτιον των καλπών κ' έκυψε να ίδη αν αι κάλπαι ήσαν καλώς συνδεδεμένοι, αν η σιδηρά ράβδος είχε σφραγισθή και προσαρμοσθή καλώς. Δεν ήτο βέβαιος αν θα έβλεπε καλώς αυτός, ήθελε μόνον να τον ίδωσιν οι άλλοι ότι καλώς επιβλέπει.

Και ούτε είναι η ομοιότης τόσον καταπληκτική επί τέλους, επανέλαβεν ο Κ. Μελέτης. Αλλ' η σύμπτωσις του αυτού ονόματος, αι εξαίφνης αναζήσασαι αναμνήσεις εντός του δωματίου εκείνου, εξηγούν της πτωχής αδελφής μου την έκπληξιν. Ομολογώ ότι την συνεμερίσθην κ' εγώ κατ' εκείνην την στιγμήν. Κατόπιν ηθέλησα να συζητήσω το πράγμα μαζή της.

Έπειτα, αφού βάσις της ηθικής και της θρησκείας ημών είνε η πίστις εις την μέλλουσαν ζωήν, διατί τάχα να λαμβάνωμεν υπ' όψιν περισσότερον τας ανάγκας της προσκαίρου ζωής; Εάν μάλιστα έχωμεν προσφάτους τας εκ του Δημοσθένους και του Κικέρωνος αναμνήσεις, θα είνε ρητορικωτέρα η απολογία μας ενώπιον του Πλάστου, όστις, ως γέρων, θα ευρίσκη ηδονήν εις τα λατινικά ρητά, όπως οι παλαιοί δημοσιογράφοι.