United States or Costa Rica ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εισήλθον εις την πόλιν μας εν καιρώ ειρήνης και εις ημέραν εορτής, δικαίως λοιπόν τους ετιμωρήσαμεν σύμφωνα με τον κοινώς ανεγνωρισμένον νόμον, όστις καθιεροί το δικαίωμα να απωθή τις τον επερχόμενον πολέμιον, και δεν είναι δίκαιον να μας τιμωρήσετε σήμερον χάριν αυτών.

Και παρακάτω εις τα ερείπια παλαιού οικίσκου παρεσκεύαζον το δείπνον των άλλοι, και εις τα πεζούλια του προαυλίου του ναού κατά γραμμήν, ως κορώναι, εσιωπούσαν, νήστεις, μαύραι χήραι, αναμένουσαι ν' αρχίση η αγρυπνία της εορτής, ενώ ο μπάρμπα-Δημητρός, ζωηρός τότε και εύθυμος πάντοτε, ενώπιον ενός παμμεγίστου ανοικτού φλάσκου ήρχισε να ψάλη «τ' ανοιξαντάρια» προ του «ευλογητού» ακόμη.

Ιερόσυλος ευτυχώς κανείς ακόμη δεν είχεν αναφανή εις τα μέρη αυτά. Ήτο η προπαραμονή της εορτής, ότε θα ετελείτο πανήγυρις εις τον ναΐσκον, τιμώμενον επ' ονόματι της Κοιμήσεως. Θα ήρχοντο από τον τόπον πολλαί οικογένειαι και άτομα, δωδεκάδες τινές προσκυνητών και πανηγυριστών και ο Παππανικόλας ο συμπέθερός του.

Μάλιστα, αυτό έλεγε και έλεγε πάρα πολλά· έλεγε δηλαδή, ότι ευχαρίστως ηδύνατο να υποφέρη την επίπονον οδόν και ότι προς χάριν της και όχι χάριν της σκοπευτικής εορτής ήλθεν. Η Μπαμπέττα έγινεν άφωνος εις όλα αυτά· ήτο 'σάν να της απήτει να υποφέρη πάρα πολύ. Ενώ αυτοί έκαμαν προς τα εκεί την περιήγησίν των, έδυσεν ο ήλιος 'πίσω από την κλιτύν του βράχου.

Πρώτην φοράν εξετίθετο εις τόσα βλέμματα, διότι, ένεκα της εορτής και του ωραίου εαρινού καιρού, όλοι οι χωριανοί ευρίσκοντο έξω, εις τα πρόθυρα και επί των δωμάτων, και εφαίνοντο ως να είχον παραταχθή εκατέρωθεν της οδού επίτηδες δι' αυτόν. Τωόντι δε η εμφάνισίς του επροκάλει κίνησιν περιεργείας και όσαι γυναίκες ευρίσκοντο εντός των οικιών προσέτρεχον και αυταί να τον ίδουν.

Και είτα ο ιερεύς έβαλεν ευλογητόν, και εψάλη η &λιτή& της μεγαλοπρεπούς εορτής, μεθ' ό ο κυρ- Αλεξανδρής ήρχισε τας αναγνώσεις, και όσοι ήσαν νυστασμένοι απεκοιμήθησαν σιγά εις τα στασίδια των. Ο αγαθός γέρων ήτο εκ του αμιμήτου εκείνου τύπου των ψαλτών, ων το γένος εξέλιπε δυστυχώς σήμερον. Έψαλλε κακώς μεν, αλλ' ευλαβώς και μετ' αισθήματος.

Παρήλθε το μεσονύκτιον και ήρχισαν ν' αντηχώσιν οι κώδωνες των ναών, καλούντες τους χριστιανούς εις την ευφρόσυνον της εορτής ακολουθίαν. Η καρδία της νέας &εκόπηκε μέσα της&. — Πέρασαν τα μεσάνυκτα, είπε, κι' ο πατέρας μου! . . . Συγχρόνως τότε ήκουσε θόρυβον και φωνάς έξωθεν. Η γειτονιά είχεν εξυπνήσει και όλοι ητοιμάζοντο διά την εκκλησίαν.

Αλλ' εκείνοι απετόλμουν τα τοιαύτα εναντίον ενός ανθρώπου και κατά τας εορτάς του Διονύσου, ο οποίος επιτρέπει τοιαύτας διακωμωδήσεις, και τα σκώμματα εθεωρούντο μέρος της εορτής, ίσως δε και ο θεός εκείνος, ο οποίος είνε φιλόγελως, ετέρπετο εις τα τοιαύτα.

Ο ήλιος δύων όπισθεν του πευκοφύτου όρους έπεμπεν εις τας ανατολάς άκρας της νήσου και εις τα προ του λιμένος νησίδια τας τελευταίας του ακτίνας, λαμβάνων μεθ' εαυτού όλον το ευφρόσυνον της ημέρας θάλπος και αφίνων εις τα βουνά να στέλλωσι το οξύ εκείνο του χειμώνος απόγαιον. Ο λιμήν ήτο ακίνητος ως λίμνη. Τρία-τέσσαρα καΐκια ήρχοντο βιαστικά ν' αράξωσι χάριν της εορτής.

Του είχαν χαρίσει τους στρατιώτας την ημέραν της εορτής του, και τους έβγαλεν από το κουτί ένα ένα, και τους έστησεν επάνω εις την τράπεζαν. Όλοι αυτοί οι στρατιώται ήσαν απαράλλακτοι· ένας μόνον είχε γείνει τελευταίος, και δεν επερίσσευεν αρκετόν μέταλλον από την χουλιάραν διά να τελειοποιηθή· ώστε είχεν ο πτωχός έν ποδάρι μόνον.